Την επιτυχή αντέφεση και τροποποίηση της πρωτόδικης απόφασης έτσι ώστε να περιλαμβάνει €1.000 τιμωρητικές αποζημιώσεις επιπρόσθετα από το αρχικό ποσό των €10.000 που είχε επιδικαστεί, αποφάσισε το Ανώτατο Δικαστήριο, ενεργώντας στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του, στις 5 Ιουλίου, σε υπόθεση έφεσης κατά πρωτόδικης υπόθεσης δυσφήμισης μεταξύ μελών του ακαδημαϊκού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κύπρου.
Σύμφωνα με το κείμενο της απόφασης, προσεβλήθη με εννέα λόγους έφεσης η πρωτόδικη απόφαση με την οποία αποφασίστηκε ότι ο Εφεσείων δυσφήμισε τον Εφεσίβλητο, ωστόσο, ούτε ο τελευταίος ικανοποιήθηκε από την απόφαση, προβάλλοντας με αντέφεση ότι δικαιολογείτο η επιδίκαση και τιμωρητικών αποζημιώσεων και ότι, σε κάθε περίπτωση, το ποσό των €10.000 που επιδικάστηκε υπέρ του ως αποζημίωση ήταν χαμηλό.
Όπως αναφέρεται, σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου οι δύο ήταν μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού του Πανεπιστημίου στο ίδιο τμήμα και είχε δημιουργηθεί μεταξύ τους πρόβλημα σχέσεων όταν ο Εφεσείων δεν είχε επιλεγεί ως εξεταστής διδακτορικού προγράμματος.
Όπως είχε διαπιστώσει το πρωτόδικο Δικαστήριο, περί τα τέλη Ιουνίου με αρχές Ιουλίου 2011 ο Εφεσείων αποκάλεσε στην παρουσία άλλου προσωπικού του Τμήματος τον Εφεσίβλητο «μεχμετζίκ» και «πράκτορα του Τουρκικού Στρατού» με ψηλή ένταση φωνής, ενώ σε τακτική συνεδρία του Τμήματος Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών τον Δεκέμβριο του 2011 ο Εφεσείων επανέλαβε τη θέση του ότι ο Εφεσίβλητος είναι «συνεργάτης του Τουρκικού καθεστώτος» και ότι είναι «πράκτορας του PRIO»
Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο, με τον λόγο έφεσης 7 ο Εφεσείων παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε τη μαρτυρία του λαμβάνοντας υπόψη άσχετα στοιχεία και αποδεικνύει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είπε ότι δεν του έκανε καλή εντύπωση ως μάρτυρας γιατί φλυαρούσε επί άσχετων θεμάτων.
Συμπληρώνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εκτενή ανάλυση της μαρτυρίας του Εφεσείοντα και παρέπεμψε σε διάφορα άλλα στοιχεία για να καταλήξει στην απόρριψη της, που δεν εγείρονται με την έφεση, συνεπώς το Δικαστήριο καταλήγει ότι ο λόγος είναι αβάσιμος και απορρίπτεται.
Με το λόγο έφεσης 6 καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν έλαβε υπόψη όλες τις σχετικές συνθήκες κάτω από τις οποίες είχαν λεχθεί τα επίδικα λόγια, συνεχίζει το κείμενο και συμπληρώνει ότι ο Εφεσείων αναφέρεται σε ενέργειες και θέσεις του Εφεσίβλητου ως σχετικές συνθήκες και χρησιμοποιεί ως παράδειγμα ότι σε συγκεκριμένο δημοσιευμένο άρθρο του δεν χρησιμοποιούσε εισαγωγικά όταν αναφερόταν σε «τουρκική δημοκρατία της βόρειας Κύπρου».
«Εάν αυτό που προβάλλει ο Εφεσείων είναι ότι οι θέσεις του Εφεσίβλητου ήταν τόσο απαράδεκτες που να δικαιολογούν τα όσα ο ίδιος είπε, δεν θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε με το συλλογισμό του. Το ζήτημα δεν ήταν κατά πόσο οι θέσεις του Εφεσίβλητου ήταν απαράδεκτες με αναφορά στο εθνικό ζήτημα. Ο Εφεσείων δικαιούτο να προβεί σε κριτική, να τις χαρακτηρίσει και να τις απορρίψει. Εκείνο το οποίο δεν του επιτρεπόταν ήταν να αποδώσει στον Εφεσείοντα ιδιότητες δυσφημιστικές, όπως “συνεργάτης του τουρκικού καθεστώτος”, που και ο ίδιος παραδέχεται ότι δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, επομένως, ο λόγος έφεσης 6 επίσης απορρίπτεται», σημειώνεται σχετικά.
Εν συνεχεία αναφέρεται ότι το στοιχείο που ο Εφεσείων αμφισβητεί ότι υφίστατο ήταν ότι οι δυσφημιστικές λέξεις ειπώθηκαν με αναφορά στο επάγγελμα και την εργασία του Εφεσίβλητου ως καθηγητή στο Πανεπιστήμιο, ως προς το οποίο το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει ότι συμφωνεί με την πρωτόδικη κρίση ότι τα δυσφημιστικά λόγια είχαν λεχθεί με αναφορά στο επάγγελμα του Εφεσίβλητου. «Το πρωτόδικο Δικαστήριο περιορίστηκε στο ότι τα δυσφημιστικά λόγια αφορούσαν στο επάγγελμα του Εφεσίβλητου και δεν προέβη ρητά σε διαπίστωση ως προς το σκοπό για τον οποίο ειπώθηκαν», αναφέρεται σχετικά.
Συμπληρώνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη θέση του Εφεσείοντα ότι οι επίδικες φράσεις είχαν λεχθεί από τον ίδιο καλόπιστα και παρέπεμψε προς τούτο στο κλίμα το οποίο επικρατούσε. Προσθέτει πως ήταν περαιτέρω εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Εφεσείων με τις αναφορές του ότι το Μάστερ του Εφεσίβλητου προωθείτο από ξένα συμφέροντα και ότι ο Εφεσίβλητος είχε προσπαθήσει να κανονίσει την προαγωγή φίλου του, απέδωσε στον Εφεσίβλητο ανεπάρκεια και ανεντιμότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων του.
Συμπληρώνεται ότι τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου καθιστούν πρόδηλο ότι αυτή θα ήταν και η δική του διαπίστωση, ότι δηλαδή τα λόγια είχαν ειπωθεί με την πρόθεση που αναφέρεται στην παρ.(α) του άρθρου 17(3) του Κεφ.148, που ωστόσο δεν εκφράστηκε.
«Είναι γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε την κατάληξη του ότι αποδιδόταν στον Εφεσίβλητο ποινικό αδίκημα, ούτε και αναφέρθηκε σε κάποιο συγκεκριμένο ποινικό αδίκημα, περιοριζόμενο σε αναφορά σε «Εθνική προδοσία». Η επιμέρους κατάληξή του, αναιτιολόγητη όπως είναι, θα πρέπει να παραμεριστεί. Σε αυτή την έκταση, ο λόγος έφεσης 1 επιτυγχάνει», σημειώνεται.
Ακολούθως, αναφέρεται ότι με τον λόγο έφεσης 4 ο Εφεσείων παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένα τις επίδικες φράσεις και χωρίς να εξετάσει την κάθε μια ξεχωριστά, με το Ανώτατο να αναφέρει πως δεν διαπιστώνει στα περιστατικά της υπόθεσης οτιδήποτε το εσφαλμένο ή αντικανονικό στην πρωτόδικη προσέγγιση.
«Αναφέρθηκε σε όλα τα επιλήψιμα λόγια που ειπώθηκαν από τον Εφεσείοντα και παρέθεσε το δυσφημιστικό τους αποτέλεσμα. Όλα περιστρέφονταν γύρω από τον ίδιο άξονα. Ο λόγος έφεσης 4 επίσης απορρίπτεται», συμπληρώνεται.
Στη συνέχεια αναφέρεται ότι με τον λόγο έφεσης 8 καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι «προέβη σε ανεπίτρεπτες εικασίες και αντιφάσεις», με κάποιες αναφορές στην πρωτόδικη απόφαση στην αιτιολογία του λόγου, χωρίς όμως οιαδήποτε εισήγηση ως προς το πού οδηγούν ή πώς θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, «επομένως, ο λόγος έφεσης 8 επίσης απορρίπτεται».
Προστίθεται ότι ο λόγος έφεσης 9 αφορά στην, κατά τον Εφεσείοντα, εσφαλμένη απόρριψη της ανταπαίτησης του που εδραζόταν στη θέση ότι η αγωγή αποτελούσε ανεπίτρεπτο περιορισμό του δικαιώματος του για ελεύθερη έκφραση, συμπληρώνοντας ότι ως αποτέλεσμα των όσων αναφέρθηκαν πιο πάνω, ουσιαστικά της επιβεβαίωσης ότι τα λεχθέντα από τον Εφεσείοντα τεκμηρίωναν τη διάπραξη του αστικού αδικήματος της δυσφήμισης κατά του Εφεσείοντα, ο λόγος έφεσης 9 αναπόφευκτα απορρίπτεται.
Σχετικά με την επιχειρηματολογία του Εφεσίβλητου, η οποία περιστρέφεται γύρω από την αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι φράσεις είχαν λεχθεί στις συνεδρίες του Τμήματος Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών «στον μικρό αναλόγως κύκλο του Πανεπιστημίου Κύπρου», το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει ότι στην επίδικη περίπτωση απουσίαζε το στοιχείο της ευρείας δημοσίευσης που συντελείται όταν η δυσφήμιση δημοσιεύεται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
«Είναι πρόδηλο ότι αυτό ήθελε να υποδείξει το πρωτόδικο Δικαστήριο με τη συγκεκριμένη αναφορά του και δεν διαπιστώνουμε κανένα λόγο για να παρέμβουμε στο ποσό που έκρινε ως ορθό και δίκαιο στις περιστάσεις της ενώπιον του υπόθεσης. Ο λόγος αντέφεσης 2 απορρίπτεται», σημειώνεται.
Σε σχέση με τις αποζημιώσεις, το Ανώτατο επισημαίνει πως παρότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι θεωρούσε ότι δεν δικαιολογείτο η επιδίκαση τιμωρητικών αποζημιώσεων, τα ευρήματά του αναδείκνυαν περιστάσεις που δικαιολογούσαν την επιδίκαση τιμωρητικών αποζημιώσεων.
«Η διαπίστωση ότι είχε δημιουργηθεί πρόβλημα προσωπικών σχέσεων μεταξύ του Εφεσείοντα και του Εφεσίβλητου αποκάλυπτε τα κίνητρα του Εφεσείοντα. Η θέση του Εφεσείοντα ότι οι επίδικες φράσεις είχαν λεχθεί από τον ίδιο καλόπιστα είχε απορριφθεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Παρέπεμψε προς τούτο στο κλίμα το οποίο επικρατούσε. Περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι ο Εφεσείων επέμενε μέχρι τέλους ότι ορθώς αποκάλεσε τον Εφεσίβλητο με τα όσα είχαν κριθεί ως δυσφημιστικά. Ο λόγος αντέφεσης 1 επιτυγχάνει. Λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων, καθορίζουμε τις τιμωρητικές αποζημιώσεις στο ποσό των €1.000, με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής», αναφέρει το Ανώτατο.
Τέλος, αναφέρεται ότι ο λόγος αντέφεσης 3 προσβάλλει ως λανθασμένη και αυθαίρετη την παρατήρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ουσιαστικά ήταν αχρείαστη η κλήτευση τόσων μαρτύρων από τον Εφεσίβλητο για να επιβεβαιώσουν ότι είχαν λεχθεί οι επίδικες φράσεις και ότι τον αφορούσαν, παράμετρος που ήταν παραδεχτή.
«Ο λόγος αυτός είναι αλυσιτελής. Καμία συνέπεια δεν είχε το σχόλιο στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο επιδίκασε τα έξοδα υπέρ του Εφεσίβλητου, όπως θα υπολογίζονταν, χωρίς καμία έκπτωση. Κατ’ ακολουθία απορρίπτουμε το λόγο αντέφεσης 3, χωρίς να τον εξετάσουμε στην ουσία του», αναφέρεται.
«Παρά τη μερική επιτυχία του λόγου έφεσης 1, με την απόρριψη μέρους του λόγου αυτού και των λοιπών λόγων έφεσης, η έφεση ουσιαστικά απέτυχε. Η αντέφεση επιτυγχάνει ως ανωτέρω. Η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται έτσι ώστε να αναφέρεται σε αποζημίωση €11.000, που περιλαμβάνει €1.000 τιμωρητικές αποζημιώσεις. Επιδικάζεται το συνολικό ποσό των €3.500 έξοδα έφεσης και αντέφεσης, πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει, υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον του Εφεσείοντα», καταλήγει το κείμενο της απόφασης.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Κλάδος σκυροδέματος: Πιο αποφασιστική κυβερνητική διαμεσολάβηση ζητούν οι εργαζόμενοι
• Παγκόσμιος συναγερμός: Αποκολλήθηκε μέρος του Ήλιου - Τι σημαίνει αυτό για τον πλανήτη μας
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις