Σε αυτό το πλαίσιο, μια νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο Murdoch στην Αυστραλία δείχνει ότι η τελειομανία και η έλλειψη αυτοσυμπόνιας μπορεί να παίζουν καθοριστικό ρόλο στη ζωή όσων πάσχουν από χρόνιο πόνο -και ότι η καλλιέργεια (έστω λίγης) καλοσύνης προς τον εαυτό τους ίσως κάνει μεγάλη διαφορά.
Τελειομανία: Το κρυφό βάρος του χρόνιου πόνου
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Psychology & Health, συμπεριέλαβε 1.046 συμμετέχοντες, ηλικίας 18 έως 65 ετών, εκ των οποίων 531 είχαν αναφέρει μια μη καρκινική πάθηση χρόνιου πόνου διάρκειας άνω των 3 μηνών (κυρίως οσφυαλγία, ημικρανίες και αρθρίτιδα). Οι υπόλοιποι (515) δεν είχαν κάποιο ιστορικό πόνου.
Στην πρώτη φάση, οι ερευνητές συνέκριναν 237 άτομα με χρόνιο πόνο και 237 χωρίς. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όσοι βίωναν χρόνιο πόνο είχαν υψηλότερα επίπεδα της λεγόμενης «κοινωνικά επιβαλλόμενης τελειομανίας» (δηλαδή την αίσθηση ότι «οι άλλοι περιμένουν τα πάντα από εμάς») και χαμηλότερα επίπεδα αυτοσυμπόνιας. Δεν βρέθηκαν διαφορές στην αυτο-αποτελεσματικότητα.
Στη δεύτερη φάση, με 294 άτομα με χρόνιο πόνο και 278 χωρίς, η εικόνα ήταν ακόμη πιο έντονη. Πιο αναλυτικά, τα πρώτα εμφάνισαν υψηλότερη τελειομανία συνολικά και, ταυτόχρονα, χαμηλότερη αυτοσυμπόνια και αυτο-αποτελεσματικότητα.
«Τα άτομα με χρόνιο πόνο μπορεί να νιώθουν απογοήτευση όταν δεν μπορούν να εκτελέσουν καθημερινές δραστηριότητες και να πιέζουν τον εαυτό τους σε μη ρεαλιστικούς στόχους. Συχνά αισθάνονται και το βάρος των προσδοκιών των άλλων», εξηγεί ο επικεφαλής της μελέτης, Δρ. Graeme Ditchburn από τη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Murdoch.
Γιατί έχει σημασία η αυτοσυμπόνια
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η χαμηλή αυτοσυμπόνια συνδέεται στενά με τον φόβο της αυστηρής (αυτο)κριτικής. Συγκεκριμένα, πολλοί ασθενείς πιστεύουν πως «φταίνε οι ίδιοι» για τον πόνο τους ή για το βάρος που προκαλεί στον περίγυρό τους.
Αυτό με τη σειρά του μειώνει την αυτοπεποίθηση και ενισχύει το στρες, το οποίο επηρεάζει αρνητικά τόσο τη σωματική όσο και την ψυχική υγεία.
Αντίθετα, η καλλιέργεια μιας (πιο) συμπονετικής στάσης απέναντι στον εαυτό του καθενός φαίνεται ότι βοηθάει στην αποδοχή του πόνου, στη μείωση της καταστροφολογίας και στην καλύτερη ψυχική υγεία. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η εξάσκηση της αυτοσυμπόνιας μπορεί να οδηγήσει σε λιγότερο άγχος, περισσότερη λειτουργικότητα και θετικότερα αποτελέσματα θεραπείας.
Η ομάδα τονίζει ότι οι παρεμβάσεις που στοχεύουν στη μείωση της τελειομανίας και την ενίσχυση της αυτοσυμπόνιας θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη ζωή των ασθενών με χρόνιο πόνο. Όπως σημειώνει, χρειάζονται περαιτέρω μελέτες για να διερευνηθεί εάν, για παράδειγμα, διαφορετικά είδη πόνου σχετίζονται με το πώς βιώνεται η τελειομανία και η αυτοσυμπόνια.
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η ενίσχυση της αυτοσυμπόνιας και η αντιμετώπιση των τελειομανών τάσεων μπορεί να αποδειχθούν ιδιαίτερα ωφέλιμες παρεμβάσεις για τα άτομα με χρόνιο πόνο», καταλήγει ο Δρ. Ditchburn.
Η μελέτη με μια ματιά
- 1.046 συμμετέχοντες (531 με χρόνιο πόνο, 515 χωρίς).
- Συχνότερες παθήσεις: οσφυαλγία (52–54%), ημικρανία (26–27%), αρθρίτιδα (15–20%).
- Εύρος ηλικίας: 18 έως 65 έτη
- Τελειομανία: 4,9 στα άτομα με πόνο – 4,5 χωρίς (κλίμακα: 1-7).
- Αυτοσυμπόνια: 2,7 με πόνο – 3,0 χωρίς (κλίμακα 1-5).
- Αυτο-αποτελεσματικότητα: 2,9 με πόνο – 3,0 χωρίς (κλίμακα 1-4)
ΠΗΓΗ: ygeiamou.gr