Η δολοφονία του Δωρόθεου Δημητριάδη στα Λατσιά σοκάρει όπως όλες οι δολοφονίες μεν, αλλά περισσότερο γιατί ο εγκέφαλός μας δεν μπορεί να την εκλογικεύσει, όπως είναι προγραμματισμένος να κάνει, για να μην βραχυκυκλώσει.
Βλέπετε, κάθε φορά που ένας συνάνθρωπός μας χάνει τη ζωή του με βίαιο τρόπο, το μυαλό μας επιχειρεί να βγάλει νόημα από το φρικτό γεγονός και ταυτόχρονα να μας διαβεβαιώσει ότι αυτό συνέβη για κάποιο λόγο και ότι δεν θα έχουμε κι εμείς την ίδια τύχη. Στη γυναικοκτονία, για παράδειγμα, το victim blaming και το ξέπλυμα του δράστη δεν γίνεται μόνο για λόγους πατριαρχίας, αλλά είναι ταυτόχρονα κι ένας τρόπος να αποστασιοποιηθείς από το θύμα, ειδικά αν είσαι γυναίκα, με το σκεπτικό ότι αν ακολουθήσεις διαφορετικό δρόμο θα επιβιώσεις. Νομίζουν, δηλαδή, πως αν είναι υπάκουες, υποταγμένες, σιωπηλές και παραμείνουν σε μια κακοποιητική σχέση, δεν θα έχουν την ίδια τύχη, γι’ αυτό και το “ποιος ξέρει τι τού ‘κανε” είναι συνήθως η πρώτη, ενστικτώδης, αντίδραση. Όχι τόσο από κακία (εντάξει, υπάρχουν και οι απλά σκατόψυχοι άνθρωποι), αλλά από φόβο και την απόπειρα του ανθρώπινου μυαλού να εκλογικεύσει τον φόνο, να βρει την αιτία και να (νομίζει ότι θα) μπορέσει ν’ αποφύγει μια παρόμοια μοίρα.
Στα εγκλήματα με οικονομικό κίνητρο σκεφτόμαστε πως δεν έχουμε τόσα λεφτά, ώστε να κινδυνεύουμε (επίσης πλασματικό, αν αναλογιστεί κανείς ότι κοσμάκης έχει χαθεί για μια χούφτα ευρώ), οι εκτελέσεις με φόντο τον υπόκοσμο (ή γενικά που αφορούν παράνομες πράξεις) μάς αφήνουν παγερά αδιάφορους, γιατί εντάσσονται στους κινδύνους του επαγγέλματος, ενώ στους φόνους με θύτες ή/και θύματα αλλοδαπούς δίνεται σε κάποιους η ευκαιρία να βγάλουν τα ρατσιστικά απωθημένα τους, εκφράζοντας την -τελείως λανθασμένη- εκτίμηση ότι “αυτά δεν συμβαίνουν σε Κυπραίους”. Με εξαίρεση τους φόνους στους κόλπους του υποκόσμου (όπου στατιστικά, εάν ασχολείσαι με παρανομίες, αυξάνονται κατά πολύ οι πιθανότητες να καταλήξεις νεκρός ή σακατεμένος) όλες οι άλλες περιπτώσεις εκλογικεύονται αυθαίρετα και πλασματικά, απλά και μόνο για να μας προσφέρουν μια παραπλανητική αίσθηση μακριά-από-μας ασφάλειας, παρά ότι βασίζονται όντως στη λογική ή σε κάποια επιστήμη.
Η δολοφονία του Δωρόθεου Δημητριάδη ανήκει στο χειρότερο είδος: το έγκλημα δι’ ασήμαντον αφορμήν με δράστες ανθρώπους της διπλανής πόρτας. Αυτές οι ανθρώπινες ωρολογιακές βόμβες που ζουν ανάμεσά μας και όλοι μας έχουμε λίγο πολύ συναντήσει κάποια στιγμή στη ζωή μας: ο κακός γείτονας, ο τοξικός συνάδελφος, ο οξύθυμος οδηγός που ζητάει και τα ρέστα, ο μαλάκας που βρίζει τους πάντες στο Facebook κ.ά. Συνήθως θρασύδειλα, ενοχλητικά αλλά κατά βάθος αξιολύπητα ανθρωπάκια, που αναπνέουν από τη μιζέρια που προκαλούν στους γύρω τους, entitled καθίκια που όλοι τούς φταίνε και όλοι τούς χρωστάνε. Μέχρι κάποιος από αυτούς να περάσει τη γραμμή και να συμβεί το αδιανόητο.
Όσες περισσότερες λεπτομέρειες γύρω από τις συνθήκες θανάτου του 61χρονου Δωρόθεου Δημητριάδη έρχονται στο φως, τόσο πιο ανατριχιαστικό και too-close-to-home γίνεται το συμβάν. Ο άνθρωπος ξυλοκοπήθηκε με μανία τουλάχιστον από έξι άτομα (συνελήφθησαν όλα) μετά από τη διένεξη που είχε με το ζευγάρι των σεσημασμένων ταραχοποιών γειτόνων, που έκαναν δύσκολη τη ζωή της οικογενειακής του φίλης, για χάρη της οποίας βρέθηκε στο κατώφλι τους. Κι όλα αυτά για μια διένεξη μεταξύ γειτόνων, που θα μπορούσε να είχε λυθεί πολιτισμένα. Εάν είχαμε να κάνουμε, φυσικά, όχι μόνο με πολιτισμένους ανθρώπους αλλά με ανθρώπους, τελεία. Και το πιο λυπηρό και εξοργιστικό απ’ όλα είναι ότι στο τέλος πάντα νικούν. Με τον έναν ή άλλον τρόπο. Γιατί είναι πρακτικά αδύνατο ν’ αντιμετωπίσεις με λογική κάποιον που την αψηφά, με ηρεμία και ευγένεια κάποιον που έχει μάθει στις φωνές, τον εκφοβισμό και τον τσαμπουκά, με διάλογο κάποιον που έχει εθιστεί στη λεκτική και σωματική βία. Είναι πρακτικά αδύνατο και, εδώ που τα λέμε, ανώφελο. Πόσες φορές δεν ακούσαμε (αν δεν ζήσαμε οι ίδιοι) για περιπτώσεις όπου οι Αρχές απλά δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για τον μέθυσο σύζυγο, τον βάναυσο γείτονα, αυτόν που δηλητηριάζει ζώα, απειλεί κόσμο, προκαλεί συνέχεια καυγάδες και προβλήματα; Μέχρι, φυσικά, να σκοτώσει κάποιον.
Τον Αύγουστο του 2021 η κυπριακή κοινή γνώμη συγκλονίστηκε και πάλι από τον τύπο στο Γέρι, που σκότωσε τον γείτονά του για μια γαμημένη θέση πάρκινγκ. Κι εκεί δεν υπήρχε μια βολική “κάτι σοβαρό θα τού ‘κανε” εξήγηση ή έστω μια διαφορετική εθνικότητα θύτη ή θύματος, για να μετριάσει το σοκ και να μας κάνει να το προσπεράσουμε ανώδυνα. Όπως και στο προχθεσινό έγκλημα στα Λατσιά. Γιατί, όσο κι αν προσπαθούμε να το εκλογικεύσουμε, η αλήθεια είναι ωμή και τρομακτική: Με όλα αυτά τα βάναυσα, ύπουλα, μισανθρωπικά, μονίμως ζοχαδιασμένα, σκατόψυχα καθίκια εκεί έξω, κανένας μας δεν είναι ασφαλής...
Και μη γελιέστε, δεν είναι κακιά η ώρα. Είναι κακοί οι άνθρωποι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Νέα Σμύρνη: 20χρονος εισέβαλε σε κηδεία και προκάλεσε πανικό – Χόρευε πάνω από το φέρετρο
• Οι 10+1 χριστουγεννιάτικες ταινίες που αξίζεις να δεις αυτές τις γιορτές - Δείτε trailers
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις