Το μνημείο για τα θύματα της τουρκικής εισβολής του ‘74 που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ψήφισμά του (που δεν είναι νομικά δεσμευτικό) μετά από πρωτοβουλία του ευρωβουλευτή του ΔΗΣΥ και του ΕΛΚ Μιχάλη Χατζηπαντέλα, θα ήταν μια εξαιρετική ιδέα αν α) συνέβαινε στα πρώτα χρόνια της ευρωπαϊκής παρουσίας της Κύπρου (και 30 χρόνια μετά την εισβολή όχι 50) και β) συμπεριελάμβανε όλα τα θύματα του εισβολής, δηλαδή και τους Τουρκοκύπριους άμαχους που σφαγιάστηκαν από τους λεβέντες της ΕΟΚΑ Β’ που αντί να πάνε να πολεμήσουν τα μεχμετζίκ εκτελούσαν εν ψυχρώ γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους και τους μπάζωναν με τους εκσκαφείς. Και είναι αυτοί σήμερα, κυρίως οι απόγονοι και ομοϊδεάτες τους, που το παίζουν σήμερα οι γκράντε πατριώτες - με έμφαση στο “το παίζουν” καθώς είναι αυτή ακριβώς την εφηβική τους ενασχόληση που πληρώνουμε μέχρι σήμερα. Βλέπετε η μαλακία δεν πάει απλά σύννεφο στο νησί, αλλά σχηματίζει ολόκληρο νεφέλωμα.
Δεν χρειάζεται να διαβάσετε ακόμα μία από τις 4.783 αναλύσεις που γράφτηκαν μέσα στη βδομάδα για το θέμα, άλλωστε πάλι, είχαμε δεν είχαμε, χωριστήκαμε σε δύο στρατόπεδα και πάλι για κάτι που αφορά το ένδοξο παρελθόν (μια φορά να κρατούσαμε τη διαφωνία μας στον 21ο αιώνα και τι στον κόσμο). Ναι η τουρκική εισβολή είναι ένα ιδιαίτερα ειδεχθές και διαρκές έγκλημα, όχι δεν εξισώνονται δράστες και θύματα (μιλάμε για Τ/κ άμαχο πληθυσμό όχι στρατιώτες και άτακτους ένοπλους) και όχι κανένας δεν θέλει να διαγράψει τη συλλογική ιστορική μνήμη (που κατά έναν περίεργο τρόπο αφορά πάντα τις μαλακίες των άλλων και ποτέ τις δικές μας). Όλα αυτά ειπώθηκαν και γράφτηκαν χιλιάδες φορές και μάλιστα για ένα υποτιθέμενο μνημείο που δεν ξέρουμε καν αν θα γίνει. Ο καθένας μας έχει την άποψή του λαξευμένη στην πέτρα από την ιδεολογία, τα προσωπικά βιώματα και την ανατροφή του, δεν θα την αλλάξει επειδή διάβασε ή άκουσε κάτι.
Επιτρέψτε μου να επισημάνω δύο πράγματα μόνο που πιστεύω πως αποτελούν γεγονότα και όχι (πάντα υποκειμενική) άποψη. Το πρώτο είναι σε μορφή ερωτήματος και απευθύνεται στους μη-Συναγερμικούς ένθερμους υποστηρικτές του μνημείου. Δεν σας ενοχλεί που ένα τόσο σοβαρό και ευαίσθητο ζήτημα, που είναι η μνήμη των θυμάτων της εισβολής, το θυμήθηκαν 51 χρόνια μετά το γεγονός και 20 μετά την είσοδο της Κύπρου στην ΕΕ, απλά και μόνο επειδή βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο και ο ΔΗΣΥ έχει εγκλωβιστεί σε ένα αέναο pissing contest με το ΕΛΑΜ για το ποιος τον έχει μεγαλύτερο (τον πατριωτισμό). Δεν θα έπρεπε το μνημείο (αν πρέπει σώνει και καλά να γίνει) να ήταν αποτέλεσμα ώριμης σκέψης, σχεδιασμού και συνεργασίας όλων των δημοκρατικών δυνάμεων της ΚΔ (σε συνεννόηση με την κυβέρνηση) και να αντανακλά την επίσημη γραμμή της χώρας που υποτίθεται πως είναι η προσήλωση σε μια “δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση στη βάση της ΔΔΟ”; Δηλαλή είναι προτιμότερο το μνημείο-για-χάρη-του-μνημείου κι ας είναι και προεκλογικό πυροτέχνημα του ΔΗΣΥ για εσωτερική κατανάλωση κι ακόμα ένα κατούρημα-μαρκάρισμα πατριωτικής περιοχής έναντι του ΕΛΑΜ; Σοβαρά τώρα, αυτό αξίζουν οι νεκροί και οι αγνοούμενοί μας;
Το δεύτερο έχει να κάνει με το γιατί συζητάμε για λύση ΔΔΟ από τη στιγμή που είναι ολοφάνερο πως είτε δεν θέλουμε, είτε δεν μπορούμε, είτε δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι, να συνεργαστούμε με τους Τ/κ, πόσο μάλλον να συγκατοικήσουμε κάτω από τη στέγη ενός ομόσπονδου κράτους. Για ένα μοιρασμένο κράτος που, υποτίθεται πάντα, συζητά να επανενωθεί, το μόνο μνημείο σε ευρωπαϊκό κτήριο που βγάζει νόημα είναι αυτό που αναγνωρίζει και τιμά τη μνήμη των θυμάτων και των δύο εμπλεκομένων πλευρών, όχι γιατί εξισώνει, ξεχνά ή παραγράφει, αλλά γιατί θέλει να συμφιλιωθεί, να προχωρήσει και να διασφαλίσει ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται ποτέ να ξανασυμβεί. Αφήστε που έτσι αφοπλίζει και την άλλη πλευρά: πως θα μπορούσε η Τ/κ πλευρά να απορρίψει ένα μνημείο που ναι μεν θα αναφέρεται στην εισβολή όμως ταυτόχρονα θα συμπεριλαμβάνει τους άμαχους Τουρκοκύπριους που δολοφονήθηκαν πριν και κατά τη διάρκειά της, χωρίς να φανούν άτεγκτοι και μικρόψυχοι; Υποτίθεται (πάλι η λέξη κλειδί) πως ο ανθρώπινος πόνος είναι κοινός, δεν γνωρίζει καταγωγή, σύνορα ή πολιτικές.
Το μνημείο Χατζηπαντέλα (με όλο τον σεβασμό και ναι θα ακολουθήσει κάτι που θα δηλώνει την έλλειψή του αλλά έτσι θέλετε να καταγραφεί στην ιστορία;) που δεν θα είναι κάτι διαφορετικό από τα χιλιάδες μοιρολόγια, καταδικαστικά ψηφίσματα, ανάθεμα και εθνικιστικά λογύδρια που έχουν εκδοθεί/ειπωθεί/γραφτεί την τελευταία 50ετία χωρίς καμία απολύτως νομική ισχύ ή ουσιαστικό όφελος (πέρα φυσικά από το χάιδεμα του κατατρεγμένου εγώ μας), θα ταίριαζε περισσότερο σε μια επίσημα και με τη βούλα διχοτομημένη Κυπριακή Δημοκρατία η οποία αφού χάρισε τα κατεχόμενα και απέκτησε σκληρό σύνορο με την Τουρκία, συνεχίζει να στήνει μνημεία και να εκφωνεί επικήδειους, όπως συμβαίνει ακόμα σε κάποιες γωνιές της Ελλάδας για την Ποντιακή Γενοκτονία και τη Μικρασιατική Καταστροφή. Δηλαδή για κάτι που χάθηκε για πάντα.
Αν αυτό είναι το ζητούμενο, τότε όχι ένα αλλά 26 τέτοια μνημεία να φτιάξουμε, ένα σε κάθε χώρα-μέλος. “Η Κύπρος χρειάζεται έναν Μαντέλα, ο οποίος θα πάει στη Μαράθα με 126 λευκά τριαντάφυλλα στην αγκαλιά του και θα ζητήσει συγνώμη από εκείνα τα παιδάκια που δεν κατάλαβαν τι τα βρήκε εκείνο το μεσημέρι που τα δολοφονούσαν οι Εοκαβητατζήδες. Ακόμα, η Κύπρος χρειάζεται έναν Μαντέλα που να πάει στο Ορνίθι και να ζητήσει ταπεινά συγνώμη από τους 80 Ασσιώτες. Τότε θα ξέρουμε ότι η ειρήνη είναι εδώ…” γράφει ο Ανδρέας Παράσχος, ο άνθρωπος που αγωνίστηκε για το ζήτημα των αγνοουμένων ένθεν κι ένθεν όσο ελάχιστοι, στο εξαιρετικό του άρθρο για το θέμα στον “Φ”. Δυστυχώς Ανδρέα μου, αντί για Μαντέλα έχουμε Χατζηπαντέλα.
Κι εμείς θα συνεχίσουμε να μαλώνουμε για ένα ούτως ή άλλως διχαστικό μνημείο, μέχρι τουλάχιστον η Χλώρακα να ανεγείρει ένα προς τιμήν του φημισμένου της ζαρζαβατικού.