Η πανδημία του νέου κορωνοϊού ή COVID– 19, όπως είναι η επίσημη ονομασία της νόσου, σε συνδυασμό με τα σκληρά περιοριστικά μέτρα που εφαρμόζονται για την αντιμετώπισή της, δοκιμάζουν καθημερινά τις σωματικές και κυρίως ψυχικές αντοχές των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα όμως των εργαζομένων της λεγόμενης «πρώτης γραμμής».
Μια τέτοια κατηγορία εργαζομένων είναι και οι δημοσιογράφοι, οι οποίοι δίνουν τη μάχη της ενημέρωσης μέσα σε πραγματικά δύσκολες και πρωτόγνωρες για όλους συνθήκες.
Και ενώ οι ψυχολόγοι συστήνουν στους πολίτες να μην παρακολουθούν αδιάκοπα ειδήσεις για την πανδημία και να επιλέγουν να ενημερώνονται μια ή δυο φορές την ημέρα για τις τελευταίες εξελίξεις, οι δημοσιογράφοι κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Λόγω της φύσεως του δημοσιογραφικού λειτουργήματος, είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν και να καταγράφουν καθημερινά, λεπτό προς λεπτό τις εξελίξεις, γεγονός που αναπόφευκτα έχει αντίκτυπο και στην ψυχική τους υγεία.
Τα αρνητικά συναισθήματα, άγχους, φόβου και πανικού, που φυσιολογικά μπορεί να αισθανθεί ένας δημοσιογράφος που είναι αναγκασμένος να εκτίθεται για πολλές ώρες σε αρνητικές ειδήσεις και τοξικές πληροφορίες, επιτείνονται ακόμη περισσότερο από την εργασιακή ανασφάλεια που προκαλεί η πανδημία και την αβεβαιότητα της επόμενης ημέρας.
Για το θέμα αυτό, το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ) μίλησε με τον Πρόεδρο της Ένωσης Συντακτών Κύπρου (ΕΣΚ) Γιώργο Φράγκο, τον Πρόεδρο της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας Γιώργο Παυλίδη και τη Συμβουλευτική Ψυχολόγο και Λέκτορα UCLan Cyprus, Δρ Βασιλική Χριστοδούλου.
Γιώργος Φράγκος και Γιώργος Παυλίδης κάνουν λόγο για ένα δύσκολο και ψυχοφθόρο επάγγελμα, το οποίο μπορεί να επηρεάσει και να θέσει σε κίνδυνο την υγεία και τον ψυχισμό αυτού που το ασκεί, και εκφράζουν την ανάγκη στήριξης των δημοσιογράφων, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια κάλυψης στρεσογόνων γεγονότων.
Η Δρ. Χριστοδούλου παρουσιάζει κάποιους τρόπους διαχείρισης αυτών των κινδύνων για την ψυχική υγεία των δημοσιογράφων και τονίζει τη σημασία του εργασιακού περιβάλλοντος, της υποστηρικτικής εργασιακής ιεραρχίας και της εκπαίδευσης των δημοσιογράφων, στην αναγνώριση και αποτελεσματική αντιμετώπιση των ψυχολογικών τραυμάτων που μπορεί να υποστούν λόγω της υπερέκθεσης τους σε τραυματικές εμπειρίες και αρνητικές πληροφορίες.
Γ. Φράγκος: Ο αντίκτυπος στη ψυχική υγεία των δημοσιογράφων απασχολεί την ΕΣΚ
Ο Πρόεδρος της ΕΣΚ Γιώργος Φράγκος, δήλωσε στο ΚΥΠΕ, ότι οι δημοσιογράφοι είναι πάντοτε εκτεθειμένοι σε συναφείς ψυχολογικούς κινδύνους, ακόμα και σε κανονικές περιόδους, και έφερε ως παράδειγμα την υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου αλλοδαπών γυναικών που συγκλόνισε πέρσι, τέτοια περίοδο, το παγκύπριο και έτυχε ευρείας κάλυψης από τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους, με καθημερινές ζωντανές ανταποκρίσεις και ρεπορτάζ από τους χώρους όπου ανασύρονταν οι σοροί των άτυχων γυναικών.
«Οι δημοσιογράφοι που κάλυψαν αυτή την υπόθεση, είχαν κατά γενική ομολογία υποστεί ένα τεράστιο ψυχολογικό στρες, το οποίο ως ΈΣΚ μελετούσαμε τρόπους για παροχή βοήθειας προς τους δημοσιογράφους με τη διοργάνωση σεμιναρίου από ψυχολόγους και ψυχίατρους, κάτι που τελικώς δεν έγινε λόγω της πανδημίας», είπε.
«Ασφαλώς σήμερα, ο δημοσιογράφος είναι δέκτης αυτής της ψυχολογικής πίεσης σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι είναι ο μέσος πολίτης, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να ενημερώνεται σε καθορισμένα χρονικά σημεία εντός της ημέρας και να μην παρακολουθεί συνέχεια τις εξελίξεις, κάτι που εισηγούνται και οι ψυχολόγοι, ενώ ο δημοσιογράφος δεν έχει αυτή την επιλογή. Τουναντίον, είναι υποχρεωμένος να είναι συνεχώς ενημερωμένος για τις τελευταίες εξελίξεις και άρα η ψυχολογική επίπτωση είναι αναπόφευκτη και απορρέει από τη φύση της δημοσιογραφικής εργασίας», πρόσθεσε.
Ανέφερε ότι «είναι κάτι που σίγουρα μας απασχολεί, τόσο την ΕΣΚ όσο και τη Διεθνή και Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων. Ήδη, η Διεθνής Ομοσπονδία θα διοργανώσει το επόμενο διάστημα μια σειρά από διαδικτυακά σεμινάρια για τη διαχείριση αυτού του ψυχολογικού στρες και καλώ τα μέλη μας, αλλά και όλους τους δημοσιογράφους του τόπου, να τα παρακολουθήσουν».
Γ. Παυλίδης: Θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος ψυχολογικής στήριξης των δημοσιογράφων
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας Γιώργος Παυλίδης δήλωσε στο ΚΥΠΕ ότι «αυτή είναι η φύση του επαγγέλματος», προσθέτοντας ότι οι δημοσιογράφοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε περιόδους κρίσεων, όπως είναι οι πανδημίες, οι πολεμικές συρράξεις, τα αεροπορικά δυστυχήματα ή η πολύκροτη υπόθεση των κατά συρροή δολοφονιών αλλοδαπών γυναικών που συγκλόνισε πέρσι την κυπριακή κοινωνία.
«Η θεωρία της δημοσιογραφίας λέει το εξής: Όταν ο δημοσιογράφος καλύπτει τέτοια γεγονότα θα πρέπει να αποστασιοποιείται ως άτομο από τα ίδια τα γεγονότα. Για παράδειγμα, όταν ένας δημοσιογράφος καλύπτει μια πολεμική σύρραξη, δεν μπορεί να γίνεται μέρος του προβλήματος. Βεβαίως, είναι εύκολο να το λέμε στη θεωρία, αλλά στην πράξη είναι δύσκολο να εφαρμοστεί. Και ο δημοσιογράφος, ο οποίος εκτίθεται σε αυτά τα τοξικά φαινόμενα, δεν μπορεί να αποστασιοποιηθεί εντελώς. Γι αυτό και η δημοσιογραφία είναι ένα δύσκολο και ψυχοφθόρο επάγγελμα το οποίο μπορεί να επηρεάσει την υγεία και τον ψυχισμό του δημοσιογράφου», ανέφερε.
«Ίσως σε επίπεδο Ένωσης Συντακτών και ΜΜΕ θα πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος ψυχολογικής στήριξης των δημοσιογράφων, ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων με λιγότερη εμπειρία στο χώρο της δημοσιογραφίας για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν αυτές τις τοξικές καταστάσεις. Όλοι όμως σίγουρα ενδεχομένως να χρειαστούν σε κάποια στιγμή στήριξη η οποία πρέπει να προέλθει από την κοινωνία και την πολιτεία», είπε.
Δρ Β. Χριστοδούλου: Στα 10 πιο στρεσογόνα επαγγέλματα το επάγγελμα του δημοσιογράφου
Η Συμβουλευτική Ψυχολόγος και Λέκτορας UCLan Cyprus, Δρ Βασιλική Χριστοδούλου, μιλώντας στο ΚΥΠΕ, είπε ότι ο ρόλος των ΜΜΕ κατά τη διάρκεια υγειονομικών κρίσεων ή και επιδημιών είναι ιδιαίτερα σημαντικός εφόσον έχει διαφανεί ερευνητικά ότι έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του κοινού με θετικούς τρόπους ως προς την προώθηση συμπεριφορών που βοηθούν στον περιορισμό της επιδημίας.
Το ζητούμενο εκ μέρους των ΜΜΕ, είπε, είναι οι πληροφορίες που μεταδίδουν να παραμένουν πρακτικές και συγκεκριμένες, πχ, οδηγίες αναφορικά με την χρήση μάσκας ή πλύσιμο των χεριών, η αναφορά ορθών επιδημιολογικών στατιστικών, η μετάδοση θετικών πληροφοριών, όπως για παράδειγμα ο αριθμός των ατόμων που έχουν αναρρώσει, και η προβολή επιστημονικά έγκυρων μεθόδων ή προγραμμάτων για τη διαχείριση του άγχους.
Σημείωσε ότι με αυτό τον τρόπο παρουσίασης των πληροφοριών μειώνεται το στρες και το άγχος του κοινού και αυξάνεται η εμπιστοσύνη του προς την ποιότητα και την εγκυρότητα της πληροφορίας δημιουργώντας ένα αίσθημα ασφάλειας. Από την άλλη, είπε, ιδιαίτερος κίνδυνος ελλοχεύει στην παραπληροφόρηση, τα γνωστά fake news, και στην υπέρμετρη χρήση συναισθηματισμών και έντονων, μη εμπεριστατωμένων απόψεων.
Σε κάθε περίπτωση, τόνισε, η υπερβολική κατανάλωση ‘ενημερωτικού’ υλικού σε περιόδους κρίσεων ελλοχεύει κινδύνους, εφόσον μπορεί να διατηρήσει το άτομο σε ένα συνεχόμενο αίσθημα απειλής και υπερέντασης. Για παράδειγμα, έρευνες υποδεικνύουν ότι όσο αυξάνει ο χρόνος που περνά το άτομο διαβάζοντας ιατρικού τύπου πληροφορίες και άρθρα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τόσο περισσότερο αυξάνεται και η αγωνία για το μέλλον της υγείας του. Γενικότερη εισήγηση είναι όπως το κοινό επιλέγει τις πηγές πληροφόρησης του και όπως τις κρατά περιορισμένες σε συγκεκριμένα διαστήματα κατά τη διάρκεια της ημέρας, μία έως δύο φορές, σημείωσε.
Τώρα σε ό,τι αφορά στο επάγγελμα του δημοσιογράφου και στη συνεχόμενη έκθεση αυτής της ομάδας επαγγελματιών σε αρνητικές ή και τραυματικές πληροφορίες, η Δρ. Χριστοδούλου αναφέρει ότι σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) και την αμερικανική ιστοσελίδα CareerCast που ειδικεύεται σε εργασιακά θέματα, το δημοσιογραφικό επάγγελμα περιλαμβάνεται σε ένα από τα 10 πιο στρεσογόνα επαγγέλματα.
Επισημαίνει ότι η συνεχόμενη έκθεση των δημοσιογράφων σε κρίσιμα γεγονότα, τα οποία αφορούν την απώλεια ζωής ή άλλα τραυματικά περιστατικά, συγκαταλέγεται μεταξύ των άλλων στρεσογόνων παραγόντων του επαγγέλματος και έχει αναγνωριστεί ερευνητικά ότι είναι κάτι που ενδεχομένως να τους τοποθετεί σε κίνδυνο για ψυχολογική δυσφορία.
Συγκεκριμένα, πρόσθεσε, ο κίνδυνος αφορά τη συνεχόμενη και κοντινή παρακολούθηση του ατομικού αλλά και του συλλογικού κοινωνικού θρήνου, τονίζοντας ότι το μέγεθος του κινδύνου για ένα επαγγελματία δημοσιογράφο, θα καθοριστεί από την ένταση της κρίσης, την έκθεση του επαγγελματία σε τραυματικό υλικό αλλά και σε διαπροσωπικές διαφορές στην διαχείριση του τραυματικού υλικού.
Είπε ότι υπάρχουν κάποιοι τρόποι διαχείρισης αυτού του κινδύνου και των στρεσογόνων καταστάσεων, προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι κάποιοι από αυτούς τους τρόπους ενδεχομένως να θέσουν τον επαγγελματία δημοσιογράφο σε περισσότερο κίνδυνο για συναισθηματικές δυσκολίες.
Ανέφερε συγκεκριμένα ότι η άρνηση ή η αποφυγή είναι ένας μηχανισμός προστασίας που μπορεί να χρησιμοποιήσει ένας δημοσιογράφος για να αντεπεξέλθει στα καθήκοντά του, κατά τη διάρκεια κάλυψης ενός στρεσογόνου γεγονότος, «κτίζοντας» ένα τείχος προστασίας ανάμεσα στον ίδιο και στο γεγονός ως επίσης και στους ανθρώπους που έχουν επηρεαστεί άμεσα από αυτό.
«Παρότι, ίσως να είναι μια αποτελεσματική στρατηγική για γεγονότα μικρής διάρκειας, ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση του άγχους και του στρες σε μακροχρόνια έκθεση σε αρνητικές πληροφορίες, ενώ εξάλλου, μπορεί να οδηγήσει το άτομο στο να νιώθει έντονο εκνευρισμό ή ακόμα και να απαρνηθεί έκδηλες ενδείξεις κινδύνου στην δική του ζωή και να τον καταστήσει λιγότερο επιμελή με την δική του ασφάλεια», είπε.
«Μια άλλη πιο υγιής στρατηγική είναι η επεξεργασία των προκλήσεων ως προβλήματα προς επίλυση, όπου το άτομο αναγνωρίζει τους κινδύνους και τις συναισθηματικές δυσκολίες και επεξεργάζεται τρόπους με τους οποίους θα αποκτήσει περισσότερο έλεγχο της κατάστασης», ανέφερε, φέροντας ως παραδείγματα τη χρήση τεχνικών χαλάρωσης και της διαπροσωπικής υποστήριξης.
Ένας άλλος τρόπος διαχείρισης του κινδύνου και προστασίας των δημοσιογράφων από τα τραγικά γεγονότα που καλούνται να καλύψουν, είναι, όπως είπε, η προσεκτική εστίαση και παρατήρηση των «απολαυστικών» ή «ικανοποιητικών» στιγμών και η καλλιέργεια ευγνωμοσύνης για εκείνες τις στιγμές που βιώνονται ως ανακουφιστικές ή ευχάριστες.
«Πέραν όμως από το ατομικό επίπεδο διαχείρισης, χρειάζεται να τονιστεί και ο ρόλος του εργασιακού περιβάλλοντος, μιας υποστηρικτικής εργασιακής ιεραρχίας και της εκπαίδευσης του δημοσιογράφου στην αναγνώριση του ψυχολογικού τραύματος, τόσο στον εαυτό του όσο και στα άτομα από τα οποία παίρνουν συνέντευξη, έτσι ώστε να αποφευχθεί περαιτέρω τραυματισμός» σημείωσε.
Ανέφερε, τέλος ότι αν ένας δημοσιογράφος παρουσιάσει κάποια σημάδια και συμπτώματα του λεγόμενου δευτερογενούς τραυματικού στρες, τα οποία είναι επίμονα και επαναλαμβανόμενα, τότε θα πρέπει να ζητήσει βοήθεια και να μην τα αγνοήσει.
Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν, σύμφωνα με την ίδια, ενοχλητικές σκέψεις ή εικόνες που παρεισφρέουν στο μυαλό, μη ρεαλιστικές προσδοκίες από τον εαυτό, αισθήματα θυμού, αηδίας, φόβου και συναισθηματικό μούδιασμα, δυσκολίες ύπνου ή εφιάλτες και υπερδιέγερση (εύκολο ξάφνιασμα).
Περιλαμβάνουν, επίσης, δυσκολία ανοχής δυνατών συναισθημάτων, αυξημένη ευαισθησία στη βία ή στην αρνητική πληροφορία, ανεξήγητη κόπωση, πονοκεφάλους, γαστρεντερικές ενοχλήσεις, αλλαγές στην όρεξη, απώλεια ορίων μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής και τέλος, χρήση ουσιών ή άλλων συμπεριφορών για ανακούφιση.
Η επόμενη μέρα της κρίσης άλλη μια πηγή άγχους και ανασφάλειας για τους δημοσιογράφους
Η οικονομική δυσπραγία των ΜΜΕ, η οποία επιδεινώθηκε με την πανδημία, αποτελεί άλλη μια πηγή άγχους και ανασφάλειας για τους δημοσιογράφους ως προς το κατά πόσον θα καταφέρουν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους την επόμενη ημέρα της κρίσης.
Για αυτό το θέμα, ο Πρόεδρος της ΕΣΚ Γιώργος Φράγκος είπε ότι η Ένωση αντιλαμβάνεται της πρόσθετες ανάγκες σε ρευστότητα που έχουν τα ΜΜΕ και ως εκ τούτου ανέλαβε την πρωτοβουλία να αποταθεί στην εκτελεστική εξουσία και να ζητήσει οικονομική στήριξη των ΜΜΕ.
Ανέφερε ότι η Ένωση πέτυχε, μεταξύ άλλων, όπως το κονδύλι του τριετούς προγράμματος, de minimis για στήριξη του έντυπου Τύπου αυξηθεί από 200 σε 300 και πλέον χιλιάδες ευρώ. «Ζητήσαμε, επίσης, την επέκταση του Σχεδίου Μερικής Αναστολής Εργασιών ούτως ώστε αυτό να καλύπτει το 100% του προσωπικού των επιχειρήσεων ΜΜΕ, όπως επίσης και την εκπόνηση ενός χωριστού εξειδικευμένου σχεδίου αρωγής ειδικά για τα ΜΜΕ», πρόσθεσε.
Ο Πρόεδρος της ΕΣΚ χαιρέτισε, επίσης, το αρχικό κονδύλι των 700 χιλιάδων ευρώ που έχει εκτάκτως κατανεμηθεί στα ΜΜΕ, σημειώνοντας ότι «θέσαμε κάποια μετρήσιμα, αξιολογικά κριτήρια που ζητούμε να εφαρμοστούν και αφορούν την τηλεθέαση, ακροαματικότητα και επισκεψιμότητα και κυκλοφορία για το κάθε είδος ΜΜΕ. Κυρίαρχο και δεσπόζων κριτήριο επιμένουμε ότι είναι και θα πρέπει να παραμείνει ο αριθμός των εργοδοτουμένων επαγγελματιών δημοσιογράφων μελών της ΕΣΚ» .
Από την αρχή, είπε, « ως ΕΣΚ ζητήσαμε συμμετοχή και ενεργό ρόλο στις διεργασίες εκπόνησης όλων των σχεδίων αρωγής προς τα ΜΜΕ προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι αυτή η αρωγή θα έχει ως τελικό αποδέκτη τους δημοσιογράφους που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της ενημέρωσης με απώτερο σκοπό να διατηρηθούν όλες οι θέσεις εργασίας και να μην παρατηρηθούν ατεκμηρίωτες και αυθαίρετες μειώσεις στις απολαβές των δημοσιογράφων. Αυτός ο ρόλος, ο οποίος δεν μας έχει ακόμη δοθεί, θα είναι το εχέγγυο ότι αυτή η βοήθεια θα μετακυλιστεί στους δημοσιογράφους, που ως μισθωτοί πρωτογενώς παράγουν το μιντιακό προϊόν, το οποίο και αξιοποιείται εμπορικά από την εργοδοτική πλευρά».
Ανέφερε ότι η ΕΣΚ έχει ενώπιον της κάποιες καταγγελίες τις οποίες διαχειρίζεται υπεύθυνα συλλογικά και με γνώμονα της κρισιμότητας των στιγμών.
Ο Γιώργος Φράγκος είπε ότι με τη λήξη αυτής της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης και τη διακοπή αυτών των σχεδίων στήριξης προς τα ΜΜΕ, θα πρέπει το προσωπικό να επιστρέψει πίσω στις θέσεις εργασίας του, με πλήρεις όρους απασχόλησης, και να επικρατήσουν οι μισθοδοτικές συνθήκες που ίσχυαν τον Φεβρουάριο του 2020. «Εκεί και όπου προκύψει το όποιο αρνητικό φαινόμενο και θα το καταγγείλουμε και θα το στηλιτεύσουμε», είπε.
«Ο κλάδος προ πανδημίας ακόμα βρισκόταν στα όρια του με δεδομένο ότι όλα τα ΜΜΕ λειτουργούσαν με μίνιμουμ προσωπικό και οι απολαβές ήταν και παραμένουν συρρικνωμένες από την εποχή της οικονομική κρίσης και εντεύθεν χωρίς ουσιαστική επάνοδο στην προ του κουρέματος εποχή. Η παρούσα κρίση ήρθε να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο αυτά τα προβλήματα βιωσιμότητας των ΜΜΕ και ειδικά των έντυπων Μέσων, και σε κάποιο βαθμό να τα επιτείνει», κατέληξε.
Το ρεπορτάζ αποτελεί συνέχεια των συνεντεύξεων που παραχώρησαν στο ΚΥΠΕ τρεις πανεπιστημιακοί από Ελλάδα και Κύπρο και οι Προέδροι της ΕΣΚ και της ΕΔΔ με θέμα τη δημοσιογραφία εν καιρώ πανδημίας.
Από ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Εconomist: Οκτώ πολιτικές προβλέψεις για το 2025 - Τι έχουμε να περιμένουμε
• Απόδραση κρατουμένου: Στήριξη ΣΑΚ στον υπό διαθεσιμότητα Αστυνομικό - Προσλήφθηκε για άλλο λόγο
• Σε κατάσταση κινδύνου - Άνδρας βούτηξε σε φουρτουνιασμένη θάλασσα - Δείτε βίντεο από τη διάσωση
• Αλκοόλ και οδήγηση: «Καμπανάκι» για την περίοδο Χριστουγέννων - Οι ποινές και οι τιμές
• Πώς να απολαύσεις το γιορτινό τραπέζι χωρίς ενοχές – Διατροφολόγος στο «Τ»
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις