Μήνυμα συμπαράστασης ΠτΔ σε Σουηδία: «Ανούσιες, βίαιες πράξεις όπως αυτή δεν έχουν θέση στις κοινωνίες μας»
Συντετριμμένος από τα τραγικά γεγονότα στο Örebro της Σουηδίας δηλώνει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης.
Του Μιχάλη Μενελάου
Συγκεκριμένα, η κυρία Χαραλαμπίδου στην τετρασέλιδη επιστολής της που απέστειλε στον Esposito Gianluca Εκτελεστικό Γραμματέα της GRECO, κάνει λόγω, μεταξύ άλλων και για τη «δικαστική πρακτική» που αφορά την συγγένεια δικαστών με δικηγόρους, τους οποίους τις υποθέσεις, καλούνται να εκδικάσουν.
Η βουλευτής του ΑΚΕΛ, παραθέτει εδάφια της δικαστικής πρακτικής, η οποία έχει ως εξής, σύμφωνα με την τελευταία της τροποποίηση στις 8/03/18: «Το Ανώτατο Δικαστήριο έχοντας υπόψη την κτηθείσα πείρα από τη μέχρι τούδε εφαρμογή της πιο πάνω δικαστικής πρακτικής, εκδίδει, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του την πιο κάτω τροποποίησή της.
Σε τέτοια περίπτωση εάν προβληθεί ένσταση στη συμμετοχή του στην εκδίκαση της υπόθεσης τότε αποφασίζει για την εξαίρεση του ή μη, υπό το φως της σχετικής νομολογίας περιλαμβανομένης της πρόσφατης νομολογίας του ΕΔΔΑ. Εάν δεν προβληθεί ένσταση και εάν ο ίδιος δεν θεωρεί ότι συντρέχει λόγος εξαίρεσής του, είναι ελεύθερος να προχωρήσει στην εκδίκαση της υπόθεσης.
(β) Ο όρος «σύζυγος δικαστή» περιλαμβάνει σύντροφο του δικαστή ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που βρίσκεται σε τέτοιας φύσεως στενή προσωπική σχέση με το δικαστή.
Όπως αναφέρεται στην επιστολή της βουλευτού, η «πρακτική εφαρμογή του κανόνα είναι αρκετά προβληματική».
Οι λόγοι που αιτιολογούν το «προβληματικό» του κανόνα και αναφέρονται στην επιστολή της κ. Χαραλαμπίδου είναι οι εξής:
Α) Ο δικαστής που έχει σχέση με ένα δικηγόρο, όπως περιγράφεται πιο πάνω, ποτέ δεν αποκαλύπτει όλα τα γεγονότα ή τους παράγοντας που αναφέρονται πιο πάνω, αλλά στην καλύτερη γίνεται μόνο μια δήλωση σχετικά με την ύπαρξη σχέσης μεταξύ των δυο πλευρών.
Β) Το μεγαλύτερο βάρος «πέφτει» πάνω στον αιτητή και την «αντίθετη» πλευρά για να φέρουν ένσταση ως προς τη συμμετοχή του δικαστή, για να αποφανθεί κατά πόσον ο ίδιος θα μπορεί να συμμετάσχει τη δίκη ή όχι.
Στην πράξη όμως οι συνήγοροι – και ιδιαιτέρα τα νεαρά μέλη του δικηγορικού συλλόγου – «δικαιολογημένα διστάζουν», και σχεδόν ποτέ δεν προβάλλουν ένσταση, καθώς θεωρούν πως αυτό μπορεί να δημιουργήσει αρνητικά συναισθήματα από τον δικαστή σε βάρος τους, κάτι που μπορεί να θεωρηθεί πως αμφισβητεί την ακεραιότητα και την αμεροληψία του δικαστή, αναφέρει η κυρία Χαραλαμπίδου.
Γ) Στην πράξη είναι εξαιρετικά άδικο να πηγαίνει το βάρος σε ένα δικηγόρο, τόσο για τον πιο πάνω λόγο (αναφέρει η κ. Χαραλαμπίδου) όσο και για το γεγονός πως ο δικηγόρος δεν είναι ποτέ σε «καλή θέση» να αποφασίσει εάν θα προβάλει ένσταση ή όχι όπως επίσης και πώς να την υποστηρίξει χωρίς να γνωρίζει όλα τα γεγονότα και τους παράγοντες, καθώς δεν έχει γίνει εκ των προτέρων έρευνα ή δήλωση σχετικά με τη σχέση του δικαστή με δικηγόρο.
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις