Θέση ότι δεν έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του πελάτη του εξέφρασε ο συνήγορος υπεράσπισης του κ. Νεοκλέους, στην ποινική υπόθεση εναντίον του τέως βοηθού Γενικού Εισαγγελέα Ρίκκου Ερωτοκρίτου
Τη θέση ότι δεν έχει αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του πελάτη του, δικηγόρου Παναγιώτη Νεοκλέους, εξέφρασε ο συνήγορος υπεράσπισης του κ. Νεοκλέους, Αλέκος Μαρκίδης κατά την αγόρευση του ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας στην ποινική υπόθεση εναντίον του τέως βοηθού Γενικού Εισαγγελέα Ρίκκου Ερωτοκρίτου, δικηγόρου Ανδρέα Κυπρίζογλου και του δικηγορικού γραφείου «Ανδρέας Νεοκλέους ΔΕΠΕ».
Κατά την έναρξη της σημερινής ακροαματικής διαδικασίας, ο κ. Μαρκίδης κατέθεσε στο δικαστήριο τη γραπτή, πολυσέλιδη, αγόρευση του και στη συνέχεια παρουσίασε τα σημαντικά σημεία της επιχειρηματολογίας του προς στήριξη της βασικής θέσης ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε να αποδείξει την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης εναντίον του κ. Νεοκλέους προκειμένου να κληθεί σε απολογία.
Ο κ. Μαρκίδης υποστήριξε ότι το σύνολο της μαρτυρίας της κατηγορούσας αρχής είναι «περιστατική μαρτυρία», σημειώνοντας ότι προκειμένου να κληθεί κατηγορούμενος σε απολογία «πρέπει η περιστατική μαρτυρία να δείχνει ενοχή και μόνο ενοχή και να μην αφήνει περιθώρια ότι δυνατόν να υπάρχει και άλλη εξήγηση για τα διάφορα γεγονότα της υπόθεσης».
«Το σύνολο της περιστατικής μαρτυρίας πρέπει να οδηγεί αποκλειστικά και μόνο σε μια εκδοχή, την ενοχή. Εάν η περιστατική μαρτυρία δεν αποκλείει την αθωότητα τότε υποχρεωτικά δεν μπορεί να κληθεί ο κατηγορούμενος σε απολογία», είπε.
Ανέφερε ότι η κατηγορούσα αρχή απέτυχε να φέρει μαρτυρία που να αποδεικνύει ότι υπήρξε συνωμοσία και συνεννόηση μεταξύ του Ρίκκου Ερωτοκρίτου και του Παναγιώτη Νεοκλέους. «Αυτή η μαρτυρία που έχει δοθεί δεν αποδεικνύει την κακή πίστη ή την κατάχρηση εξουσίας ή την παράνομη πράξη του Ρίκκου Ερωτοκρίου. Μάλλον η οδηγία οδηγεί προς το συμπέρασμα ότι ενήργησε καλόπιστα».
Υποστήριξε, επίσης, ότι δεν έγινε αποτελεσματική και πλήρης ανάκριση για την υπόθεση και το κατά πόσον υπήρχαν ή όχι ποινικά αδικήματα. «Οι ανακριτικές αρχές δεν έκαναν τη δουλειά τους μέχρι τέλους», είπε χαρακτηριστικά.
Σχολιάζοντας την απόφαση της Νομικής Υπηρεσίας να παραπέμψει την υπόθεση της providencia στα αστικά δικαστήρια για την επίλυση των όποιων διαφορών μεταξύ των διαδίκων, ο κ. Μαρκίδης διερωτήθηκε «όποτε υπάρχουν αντίθετες γνωματεύσεις από δικηγόρους στον ιδιωτικό τομέα η Νομική Υπηρεσία του κράτους παραλύει και λέει αφήστε τους ή επιλέγει;»
Ο κ. Μαρκίδης είπε ότι η μαρτυρία που βρίσκεται ενώπιον του Κακουργιοδικείου δεν οδηγεί σε «συμπέρασμα ενοχής, συνωμοσίας ή δεκασμού». «Δεν είναι συμπεριφορά ενόχων αυτή» είπε, κάνοντας λόγο για αναπόδεικτους ισχυρισμούς για συνωμοσία, δεκασμό κ.λπ.
Διερωτήθηκε, επίσης, ποια ήταν η ανάγκη να κληθεί να καταθέσει στην υπόθεση η κα. Ειρήνη Χαραλαμπίδου, προσθέτοντας ότι «το να φέρουν την Ειρήνη εδώ δείχνει το πάθος».
Στην αγόρευση του, ο κ. Μαρκίδης έκανε, επίσης, λόγο για «κατάχρηση διαδικασίας» και κάλεσε το δικαστήριο να ασκήσει την εξουσία του και να αναστείλει τη διαδικασία σ’ αυτό το στάδιο «λόγω των πολύ σοβαρών παρατυπιών κατά τη διερεύνηση και δίωξη στην παρούσα υπόθεση».
Είπε, επίσης, ότι δεν μπορούσε ο Γενικός Εισαγγελέας να διατάξει ποινική δίωξη σ’ αυτή την υπόθεση και στη συνέχεια να παρουσιαστεί ο ίδιος ως μάρτυρας κατηγορίας. Θα μπορούσε να αναθέσει την υπόθεση στους Εισαγγελείς της Δημοκρατίας, εξασφαλίζοντας την αμεροληψία αυτών που πήραν την απόφαση για την ποινική δίωξη, είπε.
Το Κακουργιοδικείο όρισε την Πέμπτη, 11 Φεβρουαρίου, στις 9 το πρωί για την αγόρευση του εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής Ηλίας Στεφάνου, κατά την οποία θα απαντήσει στα όσα υποστήριξαν οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων στις δικές τους αγορεύσεις. Να σημειωθεί ότι και οι άλλοι τρεις δικηγόροι των κατηγορουμένων στις δικές τους αγορεύσεις υποστήριξαν ότι δεν υπάρχει εκ πρώτης όψης υπόθεση εναντίον των πελατών τους και ζήτησαν την αθώωση τους.
Στη συνέχεια το Κακουργιοδικείο θα κληθεί να αποφασίσει κατά πόσον υπάρχει ή όχι «εκ πρώτης όψεως υπόθεση ενοχής» και αν στοιχειοθετούνται οι κατηγορίες που προσάπτονται εναντίον των κατηγορουμένων με βάση το μαρτυρικό υλικό που παρουσιάστηκε ενώπιον του. Σε περίπτωση που το Κακουργιοδικείο κρίνει ότι δεν υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, οι κατηγορούμενοι αθωώνονται, ενώ σε αντίθετη περίπτωση θα κληθούν σε απολογία και οι δικηγόροι τους θα έχουν το δικαίωμα να κλητεύσουν μάρτυρες υπεράσπισης.
Και οι 4 κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν 7 κατηγορίες που προνοούν μέχρι και 7 χρόνια φυλάκιση. Συγκεκριμένα, το κατηγορητήριο που καταχώρισε ο Γενικός Εισαγγελέας περιλαμβάνει τις κατηγορίες του δεκασμού δημόσιου λειτουργού, δωροληψίας για επίδειξη εύνοιας από δημόσιο λειτουργό, δωροδοκίας οικείων αξιωματούχων, συναλλαγών με αντιπροσώπους οι οποίες υποδηλώνουν διαφθορά, κατάχρησης εξουσίας, συνωμοσίας για ανατροπή της πορείας της δικαιοσύνης, συνωμοσίας προς καταδολίευση.
Όλοι οι κατηγορούμενοι απορρίπτουν τις κατηγορίες εναντίον τους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Απόφαση-Σοκ από το Ηνωμένο Βασίλειο: Με ηλεκτρονική Visa η είσοδος στη χώρα
• Τέσσερα πράγματα που ποτέ δεν πρέπει να αναζητήσεις στην Google - Ο λόγος
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις