Στην ανακοίνωσή τους, μετά την απόρριψη της κυβερνητικής πρότασης, οι εργοδοτικές οργανώσεις ανέφεραν ότι «στοιχείο, το οποίο λειτούργησε καταλυτικά στην τελική απόφαση των δύο οργανώσεων ήταν η εισαγωγή της τελευταίας στιγμής από την Κυβέρνηση, πρόνοιας στο προσχέδιο συμφωνίας με την οποία καλείται η εργοδοτική πλευρά να εξουσιοδοτήσει τους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας να εφαρμόσουν μέτρα για επέκταση της ΑΤΑ σε περισσότερους δικαιούχους».
Στην πραγματικότητα, συνέχισε, η εργοδοτική πλευρά «αποδέχθηκε όλες τις απαιτήσεις των συντεχνιών. Η εξέλιξη με τη συγκεκριμένη πρόνοια που μας καλεί να αποδεχτούμε την καθολική εφαρμογή της ΑΤΑ λειτούργησε ως θρυαλλίδα για την απόρριψη του προσχεδίου συμφωνίας», σημείωσε.
Πρόσθεσε ότι στην κοινή συνάντηση την Παρασκευή δεν μίλησε κανένας για μέτρα σε ένα περίγραμμα συμφωνίας, «γιατί θα ήταν ως να ακυρώναμε όλα όσα λέγαμε από τις 8/9 που μπήκε η καθολική εφαρμογή της ΑΤΑ. Είναι ποτέ δυνατόν να έγινε αποδοχή αυτού του στοιχείου σε ένα πλαίσιο συμφωνίας;», είπε.
Όπως είπε ο κ. Αντωνίου, στο προσχέδιο συμφωνίας υπάρχουν σημεία που επιδέχονται βελτιώσεων, τα οποία οι εργοδότες εξήγησαν στην πορεία του διαλόγου «και θα προσπαθήσουμε να τα επεξηγήσουμε και στη συνέχεια», είπε.
«Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε, γιατί τόσο καιρό ήμαστε σιωπηλοί για χάρη της διαδικασίας: πρέπει να γνωρίζει όλος ο κόσμος ότι από την πρώτη μέρα, όλες μας οι προτάσεις ήταν με 100% ΑΤΑ στους δικαιούχους με χαμηλούς μισθούς, με μια κλιμάκωση και μια οροφή σε ό,τι αφορά μισθολογικές απολαβές, προκειμένου ούτε το κρατικό μισθολόγιο, ούτε ο ιδιωτικός τομέας να έχουν ζητήματα βιωσιμότητας από την ΑΤΑ», σημείωσε.
Κληθείς να απαντήσει αν η εργοδοτική πλευρά προτίθεται να επαναφέρει αυτό το ζήτημα, με δεδομένο ότι κατά τον διάλογο αυτό ξεπεράστηκε και συμφωνήθηκε η καταβολή σε όλους τους δικαιούχους ΑΤΑ στο 100%, χωρίς οροφή και χωρίς κλιμάκωση, είπε ότι «αυτή τη στιγμή ενημερώνουμε για το τι έγινε. Για το τι θα γίνει στην πορεία είμαστε σε κατάσταση λίμπο. Η προσπάθεια μας είναι να ανιχνεύσουμε τις δυνατότητες και τα περιθώρια για να μην ξεφύγει η κατάσταση και να υποφέρουν η οικονομία του τόπου και αθώοι πολίτες, εργαζόμενοι και επιχειρήσεις».
Όσον αφορά το ζήτημα της ενσωμάτωσης της ΑΤΑ στον εθνικό κατώτατο μισθό, ο κ. Αντωνίου είπε ότι η ανανέωση των μεταβατικών συμφωνιών 2017-2023 δεν είχαν καμία σχέση με τον κατώτατο μισθό. «Παρόλα αυτά δεχτήκαμε την αρχή ότι ο εθνικός κατώτατος μισθός θα συνυπολογίζεται με προσθήκη της ΑΤΑ κάθε δύο χρόνια».
Όπως σημείωσε, παρόλο που το ζήτημα του διατάγματος του εθνικού κατώτατου μισθού, δεν ήταν μέρος των συμφωνιών, «είπαμε ότι δεχόμαστε, για να μπορέσουμε να απεγκλωβιστούμε από το αδιέξοδο, να συμφωνήσουμε από τώρα ότι κάθε δύο χρόνια θα προστίθεται και η ΑΤΑ». Ωστόσο, όπως είπε, «ούτε αυτό γίνεται δεκτό ή σεβαστό για τους εταίρους μας», σημειώνοντας ότι η κυβερνητική πρόταση μιλούσε για απόδοση της ΑΤΑ στον κατώτατο μισθό κάθε χρόνο.
Ο κ. Αντωνίου υπογράμμισε ότι το πλαίσιο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό και να υπογραφτεί ως έχει, σημειώνοντας ότι χρειάζονται διαφοροποιήσεις.
Πρόσθεσε ότι παρόλο που ικανοποιήθηκαν όλες οι απαιτήσεις, όλες οι διεκδικήσεις των συντεχνιών «επιπρόσθετα ζητήθηκε χθες από την εργοδοτική πλευρά να υπογράψει και να αποδεχτεί καθολική εφαρμογή της ΑΤΑ. Σ’ αυτό μεταφράζεται (η πρόταση), κάτι που νομίζαμε ότι η διαφωνία μας ήταν τόσο ξεκάθαρη, που θα τύγχανε αποδοχής και σεβασμού από τους εταίρους μας. Είναι το τελευταίο φύλλο συκής για τις θέσεις της εργοδοτικής πλευράς», είπε.
Ο κ. Αντωνίου πρόσθεσε ότι και οι δύο Πρόεδροι ΟΕΒ και ΚΕΒΕ τόνισαν την απόλυτη εκτίμηση για την προσπάθεια του Προέδρου, με σεβασμό στη θεσμική του ιδιότητα και στην προσωπική του προσπάθεια. Ωστόσο, «είναι αδιανόητο να αποδώσει κάποιος ότι δέχτηκαν οι Πρόεδροι των δύο οργανώσεων να μπουν τέτοιες ρήτρες για μέτρα που θα επεκτείνουν την ΑΤΑ», είπε.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ