Στην παρουσίασή του ενώπιον των μελών της επιτροπής, ο κ. Πατσαλίδης αναφέρθηκε αρχικά στις εξελίξεις στην Ευρωζώνη, σημειώνοντας ότι η οικονομία της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε κατά 1,3% το πρώτο εξάμηνο του 2025, ενώ οι πιο πρόσφατες προβλέψεις του Ευρωσυστήματος δείχνουν ανάπτυξη 1–1,3% τα έτη 2025–2027, υποστηριζόμενη από κατανάλωση, απασχόληση, δημόσιες δαπάνες και ευνοϊκότερες χρηματοδοτικές συνθήκες.
Αναφορικά με τον πληθωρισμό, είπε ότι επηρεασμένος κυρίως από μειώσεις στις τιμές ενέργειας και την ανατίμηση του ευρώ, έχει υποχωρήσει και κινείται κοντά στον στόχο του 2%, ενώ αναμένεται στο 2,1% το 2025, στο 1,7% το 2026 και στο 1,9% το 2027, με πιέσεις από τις τιμές τροφίμων, που επιβαρύνουν το διαθέσιμο εισόδημα, να παραμένουν, αναμένονται ωστόσο να εξασθενίσουν μεσοπρόθεσμα.
Συμπλήρωσε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας διατήρησε αμετάβλητα τα βασικά επιτόκια στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου 2025, με τα τελευταία στοιχεία του πληθωρισμού να επιβεβαιώνουν ότι διαμορφώνεται γύρω από τον στόχο του 2% όπου και αναμένεται να σταθεροποιηθεί μεσοπρόθεσμα.
Σε ό,τι αφορά την κυπριακή οικονομία, ο Διοικητής της ΚΤΚ ανέφερε ότι διατηρεί ισχυρή δυναμική και ανθεκτικότητα, με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν να αυξάνεται κατά 3,3% το πρώτο εξάμηνο του 2025 (έναντι 1,3% στην Ευρωζώνη), ενώ οι πιο πρόσφατες προβλέψεις της ΚΤΚ δείχνουν ανάπτυξη 3,3% για το 2025 και γύρω στο 3% για την περίοδο 2026–2027.
Προσέθεσε ότι η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική, με την ανεργία στο 4,7%, πολύ κοντά σε πλήρη απασχόληση, ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει στο 1% το 2025 και να κυμανθεί γύρω στο 2% τα επόμενα δύο χρόνια.
Η σταδιακή χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ συνέβαλε στη σημαντική αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ανέφερε στη συνέχεια ο κ. Πατσαλίδης, προσθέτοντας ότι το μέσο επιτόκιο νέων επιχειρηματικών δανείων μειώθηκε σχεδόν κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες από το 2023, ενώ στα στεγαστικά δάνεια η πτώση είναι μεγαλύτερη.
Σε αυτό το πλαίσιο, η διαφορά των επιτοκίων μεταξύ της Κύπρου και του διάμεσου των χωρών της Ευρωζώνης ακολουθεί γενικά πτωτική πορεία την τελευταία περίοδο, ανέφερε ακολούθως, με το σταθμισμένο μέσο επιτόκιο επί του συνόλου των δανείων προς τα νοικοκυριά να διαμορφώνεται στο 4% τον Αύγουστο του 2025, ποσοστό το οποίο ευθυγραμμίζεται πλήρως με τον διάμεσο των χωρών της Ευρωζώνης. «Με άλλα λόγια, η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων στην Κύπρο και του διάμεσου της Ευρωζώνης όσον αφορά το χαρτοφυλάκιο δανείων των νοικοκυριών έχει πλέον εκμηδενιστεί», σημείωσε.
Συμπλήρωσε ότι αντίστοιχα, το σταθμισμένο μέσο επιτόκιο επί του χαρτοφυλακίου δανείων προς τις επιχειρήσεις διαμορφώνεται στο 4,3% τον Αύγουστο του 2025, έναντι του διάμεσου 3,8% στην Ευρωζώνη, με τη διαφορά επιτοκίων μεταξύ Κύπρου και διάμεσου της Ευρωζώνης να περιορίζεται πλέον στο 0,5%.
Όσον αφορά τις νέες δανειοδοτήσεις, σύμφωνα με τον κ. Πατσαλίδη τον Αύγουστο του 2025 το επιτόκιο ανήλθε στο 3,1% για τα νοικοκυριά και 4,1% για τις επιχειρήσεις, επίπεδα που συγκρίνονται ευνοϊκά με τους αντίστοιχους διάμεσους 3,3% και 3,6% στην Ευρωζώνη, προσθέτοντας ότι τα καταθετικά επιτόκια παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα ένεκα της ιδιαίτερα υψηλής πλεονασματικής ρευστότητας των τραπεζών – από τις πιο υψηλές στην Ευρωζώνη.
Περνώντας στο διεθνές εμπόριο, είπε ότι η έκθεση της Κύπρου στους νέους δασμούς των ΗΠΑ είναι περιορισμένη, καθώς οι εξαγωγές αγαθών προς την αγορά αυτή αποτελούν μόλις το 2% του συνόλου, ωστόσο, η αβεβαιότητα μπορεί να μειώσει τη ζήτηση υπηρεσιών από εταίρους της χώρας.
«Η θετική πορεία της οικονομίας αντικατοπτρίζεται και στα δημόσια οικονομικά, τα οποία συνεχίζουν να καταγράφουν ισχυρές επιδόσεις», σημείωσε.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον Διοικητή της ΕΚΤ, για το πρώτο οκτάμηνο του 2025, το πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης έφτασε στο 4% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με πλεόνασμα επίσης 4% το αντίστοιχο οκτάμηνο του 2024, με αύξηση των εσόδων ύψους 6,8%, η οποία «αντανακλά την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και δυναμική της αγοράς εργασίας», ενώ η αύξηση στις δημόσιες δαπάνες ύψους 7,1% «αντικατοπτρίζει τις αυξήσεις σε κοινωνικές παροχές, απολαβές προσωπικού και δημόσιες επενδύσεις». Πιέσεις για περαιτέρω αυξήσεις στις απολαβές προσωπικού και για δαπάνες που σχετίζονται με το ΓεΣΥ παραμένουν σημαντικές πηγές κινδύνων για τα επόμενα έτη, συμπλήρωσε.
Είπε επίσης ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 65% το 2024 και στο 61,6% τον Αύγουστο του 2025 και αναμένεται να συνεχίσει την καθοδική του πορεία, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη οικονομική ανάπτυξη και τις προβλέψεις για συνεχιζόμενα δημοσιονομικά πλεονάσματα.
«Η ΚΤΚ κρίνει ότι ο Προϋπολογισμός για το 2026 κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση από τη σκοπιά των μακροοικονομικών δεικτών. Τονίζω όμως ότι οι κίνδυνοι στη διεθνή οικονομία έχουν πολλαπλασιαστεί, αλληλοεπιδρούν και ενισχύουν ο ένας τον άλλον. Φρονώ ότι επιβάλλεται πλέον η προληπτική τιθάσευση της διαρκούς αύξησης των ανελαστικών δαπανών», υπογράμμισε.
Στο πλαίσιο ενίσχυσης της ανθεκτικότητας των τραπεζών, η ΚΤΚ έχει λάβει στοχευμένα μακροπροληπτικά μέτρα ύψους €208 εκατομμυρίων - αντικυκλικό κεφάλαιο €71 εκατομμύρια και ΤΕΚ €137 εκατομμύρια - για τη θωράκιση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την ενίσχυση της προστασίας των καταθετών.
Για τον τομέα των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος και Πληρωμών είπε ότι αναπτύσσεται δυναμικά, με 41 εποπτευόμενα ιδρύματα και έντονο ενδιαφέρον για νέες αδειοδοτήσει, με την ΚΤΚ να υιοθετεί κατά το 2025 ολοκληρωμένη στρατηγική αδειοδότησης και εποπτείας, δημιουργώντας ειδική Διεύθυνση για την εποπτεία του τομέα και συνεργαζόμενη με άλλες ευρωπαϊκές αρχές για την ανταλλαγή τεχνογνωσίας.
«Ο πλεονασματικός Προϋπολογισμός 2026 ενισχύει τη σταθερή αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας. Χρειάζονται όμως περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για συγκράτηση της ανοδικής πορείας των ανελαστικών δαπανών», ανέφερε καταληκτικά.
Περνώντας στο σκέλος των ερωτήσεων, η Πρόεδρος της επιτροπής και Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, ρώτησε αν υπάρχει στον ορίζοντα σκέψη για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων.
Από την πλευρά του ΔΗΣΥ, ο Βουλευτής, Χάρης Γεωργιάδης, εξέφρασε ικανοποίηση για τη σταθεροποίηση και τις επιδόσεις τραπεζικού του τομέα, αλλά ταυτόχρονα και ανησυχία για τη βιωσιμότητα των κυπριακών τραπεζών στο μέλλον, δεδομένου του μικρού μεγέθους τους στη διεθνή αγορά και του αυξανόμενου ρόλου της τεχνολογίας.
Η συνάδελφός του στο ΔΗΣΥ, Σάβια Ορφανίδου, ρώτησε τον Διοικητή της ΚΤΚ πώς βλέπει τα θέματα ανταγωνισμού των τραπεζών μετά τις πρόσφατες συγχωνεύσεις, καθώς και τι μπορεί να γίνει για τη μείωση της απόστασης μεταξύ καταθετικών και δανειστικών επιτοκίων, ενώ ζήτησε ενέργειες και εισηγήσεις για τη μείωση γραφειοκρατίας που αντιμετωπίζουν οι πελάτες των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Απαντώντας στον πρώτο γύρο των ερωτήσεων, ο κ. Πατσαλίδης είπε αρχικά ότι είναι δύσκολο να γίνει εκτίμηση για την πορεία επιτοκίων, προσθέτοντας ότι θα γίνει αξιολόγηση στο τέλος Οκτωβρίου στη συνεδρίαση του ΔΣ.
Ακολούθως, σημείωσε ότι οι τράπεζες θα πρέπει να επενδύσουν στην τεχνολογική τους αναβάθμιση ώστε να μπορούν να είναι ανταγωνιστικές, ιδιαίτερα τη στιγμή που ευρωπαϊκές ψηφιακές τράπεζες είναι ενεργές στην Κύπρο σε ηλεκτρονικές πληρωμές και καταθέσεις.
Σχετικά με τις παρατηρήσεις των Βουλευτών για την έλλειψη ανταγωνισμού, ο Διοικητής της ΚΤΚ είπε ότι μεγαλύτερος αριθμός τραπεζών δεν συνεπάγεται αυτόματα μεγαλύτερο ανταγωνισμό, προσθέτοντας ότι παρατηρούνται συνθήκες ολιγοπωλίου, ωστόσο δημιουργείται μεγάλος ανταγωνισμός στον τομέα της ψηφιακής τραπεζικής.
Αναφορικά με την προσαρμογή των επιτοκίων, είπε ότι θα γίνει με αργότερους ρυθμούς λόγω μεγέθους της χώρας, ωστόσο υπάρχει σύγκλιση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ενώ εξέφρασε την εκτίμηση ότι δεν υπάρχει ανάγκη λήψης νέων μέτρων.
Είπε επίσης ότι είναι σημαντικό οι τράπεζες να δείξουν ευαισθησία προς τους πελάτες, καθώς μπορεί να διακινδυνεύσουν τη φήμη τους.
Συμπλήρωσε ότι η ΚΤΚ διατηρεί αυστηρή στάση έναντι στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, έχει όμως δώσει παράλληλα οδηγίες για απλοποίηση για ομάδες χαμηλού ρίσκου, ενώ βρίσκεται σε συζητήσεις με τις τράπεζες και για άλλες επιλογές.
Κατά τον δεύτερο γύρο των ερωτήσεων, ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ Μάριος Μαυρίδης υπέβαλε ερώτημα για τον ρόλο της ΚΤΚ ως προς το θέμα των καταχρηστικών ρητρών των τραπεζών, αλλά και τις μεταφορές καταθέσεων σε τράπεζες του εξωτερικού με πιο ευνοϊκά επιτόκια και άλλα επενδυτικά προϊόντα.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ανδρέας Καυκαλιάς, ρώτησε αν χρειάζονται μέτρα ενίσχυσης της προστασίας των καταναλωτών και τι ενέργειες γίνονται για την αντιμετώπιση των ολιγοπωλιακών συνθηκών στον τραπεζικό τομέα.
Έκανε επίσης λόγο για υψηλό κόστος δανεισμού, ιδιαίτερα για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ενώ ζήτησε τη θέση της ΚΤΚ για τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης, τις εκποιήσεις και τις Μη Εξυπηρετούμενες Χορηγήσεις.
Ζήτησε επίσης τη θέση της ΚΤΚ για την πώληση ακινήτων σε πολίτες τρίτων χωρών και τις εξελίξεις για τη δημιουργία νέας συνεργατικής τράπεζας.
Ο Πρόεδρος του ΔΗΚΟ, Νικόλας Παπαδόπουλος, ανέφερε με τη σειρά του ότι δύο τράπεζες συγκεντρώνουν περίπου το 90% αγοράς και ρώτησε ποιες ασφαλιστικές δικλείδες εφαρμόζει η ΚΤΚ για φαινόμενα ολιγοπωλίων.
Σε σχέση επίσης με τη λειτουργία 41 ιδρυμάτων ηλεκτρονικών πληρωμών, ρώτησε αν προβλέπεται η δημιουργία ειδικού τμήματος ηλεκτρονικού τμήματος και συναλλαγών στην ΚΤΚ.
Ο Βουλευτής της ΕΔΕΚ, Μαρίνος Σιζόπουλος, στάθηκε στα ελάχιστα, όπως είπε επιτόκια καταθέσεων, αλλά και το κόστος της χρήσης υπηρεσιών στους καταθετικούς λογαριασμούς, ενώ ο επίσης Βουλευτής ΕΔΕΚ Ηλίας Μυριάνθους ρώτησε για την κατάσταση με τις εταιρείες διαχείρισης χαρτοφυλακίων αγοράς ΜΕΧ, ενώ πρότεινε τη διεξαγωγή εκστρατείας διαφώτισης σε σχέση με την επικινδυνότητα των επενδύσεων στα κρυπτονομίσματα.
Ο Βουλευτής της ΔΗΠΑ, Αλέκος Τρυφωνίδης, ζήτησε ενημέρωση για το ψηφιακό ευρώ και το πότε υπολογίζεται η εισαγωγή του.
Ρώτησε επίσης πώς μπορούν να ανταποκριθούν οι τράπεζες στις κυβερνοεπιθέσεις, ενώ ανέδειξε την απουσία τραπεζικών καταστημάτων στις ορεινές περιοχές, αλλά και την αδυναμία πρόσβασης ΑμΕΑ σε δάνεια.
Ο Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων, Σταύρος Παπαδούρης, ζήτησε στοιχεία για την απώλεια κύριας κατοικίας αξίας μέχρι 350.000 από εκποιήσεις λόγω ΜΕΧ, ενώ ρώτησε και ποια είναι η διαχείριση των παραπόνων που υποβάλλονται στο Τμήμα Δεοντολογίας της ΚΤΚ.
Απαντώντας, ο Διοικητής της ΚΤΚ ανέφερε σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες, ότι αρμοδιότητα της ΚΤΚ αφορά στη διακυβέρνηση των τραπεζών και πως την προστασία του καταναλωτή εποπτεύει άλλος θεσμός του Υπουργείου Εμπορίου.
Σχετικά με το κόστος δανεισμού, είπε ότι συμπορεύεται με το διάμεσο της ευρωζώνης, συνεπώς κατά τη γνώμη του δεν τίθεται θέμα υπερχρεώσεων, ενώ λειτουργεί ο ανταγωνισμός.
Για τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης, είπε ότι δεν μπορεί να σχολιάσει, προσθέτοντας ωστόσο ότι αξιολογείται το ενδεχόμενο πώλησης ΜΕΧ.
Για την αγορά καταθέσεων στο εξωτερικό, είπε ότι δεν υπάρχει εμπόδιο στη μεταφορά καταθέσεων στο εξωτερικό, ενώ για τα επενδυτικά προϊόντα είπε ότι αρμόδιος επόπτης είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία συνιστά διαρκώς προσοχή.
Εν συνεχεία, είπε πως είναι σημαντικό οι τράπεζες να έχουν τέτοιο μέγεθος που να τους επιτρέπει να ανταγωνιστούν ξένες τράπεζες, προσθέτοντας ότι υπάρχει επαρκής ανταγωνισμός στην Κύπρο.
Για τα ιδρύματα, είπε ότι δημιουργήθηκε διεύθυνση εποπτείας εταιρειών ηλεκτρονικών πληρωμών στην ΚΤΚ από τον Φεβρουάριο 2025, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη συνεργασία με Κεντρικές Τράπεζες 5 ευρωπαϊκών χωρών για ανταλλαγή ιδεών και ικανή εποπτεία.
Για το ζήτημα του κόστους των τραπεζικών υπηρεσιών, είπε ότι η ΚΤΚ δεν μπορεί να παρέμβει στην τιμολόγηση της δραστηριότητας των τραπεζών, ενώ για τα καταστήματα στις ορεινές περιοχές, είπε ότι το ζήτημα έχει εξεταστεί.
Συγκεκριμένα, παρέθεσε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία στην Κύπρο αντιστοιχούν 22 καταστήματα ανά 100.000 κατοίκους, στην Ευρωζώνη 19, ενώ σε χώρες παρομοίου μεγέθους ακόμα λιγότερα. Συμπλήρωσε ότι θα μπορούσαν να αυξηθούν τα ΑΤΜ σε αυτές τις περιοχές, με την εγκατάσταση 10 ΑΤΜ σε αγροτικές περιοχές αν έχει ήδη ολοκληρωθεί, είναι κάτι όμως που επαφίεται στις τράπεζες.
Για τα κρυπτονομίσματα, είπε ότι η ΚΤΚ μαζί με ευρωπαϊκούς θεσμούς έχει εκδώσει ανακοίνωση για το θέμα, για το οποίο υπάρχει ανησυχία και στην ΕΚΤ, εκφράζοντας παράλληλα τη συμφωνία του με την ανάγκη εκστρατείας διαφώτισης.
Για το ψηφιακό ευρώ, είπε ότι υπάρχει σχέδιο δράσης της ΕΚΤ, δεν έχει όμως παρθεί ακόμη απόφαση για την εισαγωγή του, προσθέτοντας ότι το θέμα περιλαμβάνεται και στην ατζέντα της Κυπριακής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ.
Αναφορικά με τις κυβερνοεπιθέσεις, είπε ότι αυτές αυξήθηκαν στην Κύπρο περισσότερο από τις υπόλοιπες χώρες ΕΕ, όλες όμως έχουν αντιμετωπιστεί επιτυχώς, ενώ σχετικά με το Τμήμα Δεοντολογίας, είπε ότι τα παράπονα έτυχαν χειρισμών στο σύνολό τους.
Τέλος, για τη δημιουργία νέας συνεργατικής, είπε ότι δεν έχει γίνει ακόμη αίτηση.
Σε δηλώσεις του μετά το τέλος της συνεδρίας, ο κ. Πατασαλίδης επανέλαβε ότι η Κύπρος παρουσιάζει μια υγιή και ανθεκτική οικονομία, αλλά δεν μπορεί να μην επηρεαστεί αρνητικά αν κάποιος ή κάποιοι από τους κινδύνους απειλήσει την χώρα.
Προσέθεσε ότι τα δίδυμα πλεονάσματα, δημοσιονομικά και κεφαλαιακά, στον δημόσιο και τον τραπεζικό τομέα αντίστοιχα, ενεργούν ως ανάχωμα έναντι των κινδύνων και επιβάλλεται η διατήρησή τους.
«Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αξιολογεί θετικά τον κρατικό προϋπολογισμό του 2026. Δεδομένης όμως της αυξημένης αβεβαιότητας καθίσταται επιτακτική η ανάγκη αντιμετώπισης της αυξημένης πίεσης από τις ανελαστικές δαπάνες», τόνισε.
Από την πλευρά του, ο κ. Τρυφωνίδης σημείωσε για το θέμα των μειωμένων τραπεζικών καταστημάτων στην ύπαιθρο και τις ορεινές περιοχές ότι «η πρακτική αντιστρατεύεται στην πολιτική της κυβέρνησης να επιστρέψουν νέοι στις κοινότητες ή να παραμείνουν» και ότι «η απάντηση του Διοικητή ότι παραχωρήσαμε 10 νέα ATM στις ορεινές κοινότητες δεν μας ικανοποιεί».
«Είναι θέμα πλέον του Πρόεδρου της Δημοκρατίας με τον Διοικητή και τις τράπεζες, γιατί από τη μια θέλουμε να μείνουν κάτοικοι και επιχορηγούμε να κτίσουν στην ύπαιθρο, και από την άλλη δεν τους παρέχουμε τις διευκολύνσεις που θα πρέπει», προσέθεσε σχετικά.
Είπε επίσης ότι δεν πήρε απάντηση από τον κ. Πατσαλίδη για τις μικρές δανειοδοτήσεις των ευάλωτων και αναπήρων ατόμων, κάνοντας λόγο για «αναλγησία» και «ποντιοπιλατική πολιτική», ενώ έθεσε και ζήτημα καταβολής νομικών εξόδων από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και την Νομική Υπηρεσία σε κουρεμένους καταθέτες και κατόχους αξιογράφων για νομικές υποθέσεις στις οποίες είχαν εμπλακεί και είχαν αποσύρει οι πολίτες.
«Η δήλωση του Διοικητή της Κεντρικής ότι οι νομικοί του σύμβουλοι έτσι τους συμβούλευσαν δεν μας ικανοποιεί και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει τον λόγο. Βεβαίως είναι η ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα, αλλά δεν μπορεί να απαιτεί και νομικά έξοδα στους πολίτες που τους έχουμε κουρέψει και τους έχουμε πάρει τα χρήματά τους με ευθύνες των τραπεζών και της τότε Κεντρικής Τράπεζας», κατέληξε.