Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Παύλος Μυλωνάς, έθεσε εκ μέρους της Επιτροπής ερωτήματα σχετικά με το νομοσχέδιο, ζητώντας διευκρινίσεις, μεταξύ άλλων, για τη βιωσιμότητα, τη λειτουργία και τη χρηματοδότηση των ξενόγλωσσων προγραμμάτων.
Βουλευτές της Επιτροπής δήλωσαν ότι θα αναμένουν τις γραπτές απαντήσεις από το Υπουργείο Παιδείας και τα πανεπιστήμια προκειμένου να αποκτήσουν μια ολοκληρωμένη εικόνα πριν λάβουν τις τελικές τους αποφάσεις.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας, η κ. Μιχαηλίδου είπε, μεταξύ άλλων, ότι το νομοσχέδιο είναι ξεκάθαρο και στοχεύει στη διεθνοποίηση της ανώτερης εκπαίδευσης, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, στην ανάπτυξη της ερευνητικής δραστηριότητας, στη δημιουργία ευκαιριών εργοδότησης και στην προσέλκυση ξένων φοιτητών, ενώ διαβεβαίωσε ότι τα προγράμματα θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενα και δεν θα επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό.
Μετά το πέρας της συνεδρία της Επιτροπής, η κ. Μιχαηλίδου είπε ότι «για εμάς είναι αδιανόητο το 2025 να συζητάμε ακόμα κατά πόσον πρέπει να προσφέρουν ή όχι και τα δημόσια μας πανεπιστήμια προπτυχιακά προγράμματα σε άλλες γλώσσες».
Συνεπώς, συνέχισε, στο πλαίσιο της στρατηγικής της Κυβέρνησης, η οποία δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα, για την αναβάθμιση και τη βελτίωση της ανώτερης εκπαίδευσης στον τόπο μας και σε πλήρη συνάρτηση με τον στόχο για τη διεθνοποίηση της ανώτερης εκπαίδευσης «έχουμε καταθέσει εδώ και μήνες το συγκεκριμένο νομοσχέδιο».
Η κ. Μιχαηλίδου επανέλαβε ότι το εν λόγω νομοσχέδιο στοχεύει στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, στην ανάπτυξη της ερευνητικής υποδομής και στο άνοιγμα και των δημόσιων πανεπιστήμιων στον τομέα των προπτυχιακών προγραμμάτων. «Μιλάμε πολύ συγκεκριμένα για στοχευμένα προγράμματα πολύ μικρό αριθμό προγραμμάτων προπτυχιακών σε άλλες γλώσσες, έτσι ώστε και να προσελκύσουμε ξένους φοιτητές, αλλά και να δώσουμε ευκαιρίες στους δικούς μας», σημείωσε.
Υπενθύμισε ότι το νομοσχέδιο προβλέπει αυτοχρηματοδοτουμένα προγράμματα και επομένως δεν επηρεάζει τον κρατικό προϋπολογισμό. Εξήγησε ότι προβλέπεται συγκεκριμένη μέθοδος εισδοχής, και επομένως αυτό δεν επηρεάζει με κανέναν τρόπο τις παγκύπριες εξετάσεις ή τα υφιστάμενα προγράμματα.
Παράλληλα, η κ. Μιχαηλίδου ξεκαθάρισε ότι εάν οποιοσδήποτε από δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο, από το εξωτερικό ή την Κύπρο, επιθυμεί να σπουδάσει δωρεάν στα δημόσια πανεπιστήμια, υπάρχει μόνο ένας τρόπος, και αυτός είναι οι παγκύπριες εξετάσεις.
Συμπλήρωσε ότι ανησυχίες που έχουν αναφερθεί για το δημόσιο σχολείο και την ελληνική γλώσσα δεν μπορούν να συνδέονται με το συγκεκριμένο θέμα, σημειώνοντας ότι «δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η προσφορά προπτυχιακών προγραμμάτων σε άλλες γλώσσες αποτελεί επιχείρημα για τον οποιοδήποτε να μιλήσει για κίνδυνο της ελληνικής γλώσσας».
Αντίθετα, συνέχισε, «ως Υπουργείο Παιδείας έχουμε θέσει την καλλιέργεια και τη βελτίωση της ελληνικής γλώσσας από την προσχολική εκπαίδευση και σε όλο το φάσμα της σχολικής εκπαίδευσης ως βασικό μας στόχο».
Ερωτηθείσα για το ποιες σχολές και ποια προγράμματα αφορά η συζήτηση για τα ξενόγλωσσα προγράμματα, η Υπουργός είπε ότι αφορά το Πανεπιστήμιο Κύπρου και το ΤΕΠΑΚ.
Υπέδειξε ότι έχουν ήδη κάνει τις μελέτες τους τα πανεπιστήμια και γνωρίζουν ακριβώς τα στοιχεία που απαιτούνται, λέγοντας ότι «έχει ακουστεί, για παράδειγμα, η αρχαιολογία, όπου έρχονται φοιτητές από άλλες χώρες και θέλουν να παραμείνουν στην Κύπρο, να δουλέψουν στην Κύπρο, να κάνουν την έρευνά τους στην Κύπρο και η γλώσσα είναι πρόβλημα. Ένα παράδειγμα είναι αυτό».
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής έθεσε κατά τη συνεδρία σειρά ερωτημάτων προς το Υπουργείο Παιδείας και τα δημόσια πανεπιστήμια σχετικά με το νομοσχέδιο για τη λειτουργία ξενόγλωσσων προγραμμάτων.
Τα ερωτήματα που έθεσε ο κ. Μυλωνάς αφορούσαν, μεταξύ άλλων, τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των αγγλόγλωσσων προγραμμάτων, το αν θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενα ή θα λαμβάνουν χρηματοδότηση από άλλους πόρους (εκτός από τα δίδακτρα), ποιες σχολές/τμήματα θα προσφέρουν αυτά τα προγράμματα, ποιο θα είναι το ύψος των διδάκτρων, με βάση τους υπολογισμούς, και από ποιες χώρες υπάρχει ζήτηση για τα υπό αναφορά προγράμματα.
Επίσης, ρώτησε κατά πόσον θα προσληφθούν επιπλέον καθηγητές και για το εάν έγινε ανάλυση του εκτιμώμενου κόστους ή/και ένας προκαταρκτικός προϋπολογισμός. Διερωτήθηκε ακόμη για το κατά πόσον έγινε μια εξέταση των κοινωνικών επιπτώσεων (στέγαση, ενοίκια) σε περίπτωση που υπάρξει ενδιαφέρον από φοιτητές. Ακόμη, αναφέρθηκε και στο ενδεχόμενο μη βιωσιμότητας των εν λόγω προγραμμάτων και για το εάν υπάρχει πρόθεση από το Υπουργείο Παιδείας να τα χρηματοδοτήσει.
Τέλος, ο κ. Μυλωνάς ζήτησε να αποσταλούν στην Επιτροπή οι προϋπολογισμοί και οι οικονομικές καταστάσεις των υφιστάμενων αυτοχρηματοδοτημένων μεταπτυχιακών ξενόγλωσσων προγραμμάτων που ήδη λειτουργούν στα δημόσια πανεπιστήμια.
Τόσο ο κ. Μυλωνάς όσο και Βουλευτές της Επιτροπής ζήτησαν να δοθούν σαφείς και γραπτές απαντήσεις τόσο από το Υπουργείο Παιδείας όσο και από τα Πανεπιστήμια, προκειμένου να έχουν τη συνολική εικόνα της κατάστασης και να πάρουν τις κατάλληλες αποφάσεις.
Εκπρόσωποι των ιδιωτικών πανεπιστημίων ανέφεραν ότι συμφωνούν με τη διεθνοποίηση των δημοσίων πανεπιστημίων, επεσήμαναν όμως ότι θα πρέπει να τεθούν οι σωστές ασφαλιστικές δικλείδες.
Ο Πρόεδρος της Παγκύπριας Συνομοσπονδίας Ομοσπονδιών Συνδέσμων Γονέων Δημοσίων Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης, Λοΐζος Κωνσταντίνου, είπε ότι το νομοσχέδιο δεν βρίσκει σύμφωνη τη Συνομοσπονδία.
Δεν θα μειωθεί ο αριθμός των εισακτέων στα ελληνόφωνα προγράμματα, λέει ο Πρύτανης ΠΚ
Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου, Τάσος Χριστοφίδης, είπε μετά το πέρας της Επιτροπής ότι «για μια ακόμη φορά έχουμε ακούσει τα ίδια επιχειρήματα εναντίον της προσφοράς ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων από τα δημόσια πανεπιστήμια". Επιχειρήματα, που όπως είπε, ακούγονται εδώ και 8 χρόνια κατά καιρούς στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Παιδείας. «Έκκλησή μας είναι επιτέλους το θέμα αυτό να πάει στην Ολομέλεια», πρόσθεσε.
Επεσήμανε ότι είναι αδιανόητο όταν όλα τα ξένα πανεπιστήμια προσφέρουν ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών να γίνεται συζήτηση αν τα δημόσια πανεπιστήμια της Κύπρου πρέπει ή δεν πρέπει να προσφέρουν ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών.
Πρόσφατα, συνέχισε, η Βουλή έδωσε άδεια για τη λειτουργία παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Κύπρο, υποδεικνύοντας ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια που θα έρθουν στην Κύπρο θα προσφέρουν αγγλόγλωσσα προγράμματα και θα δημιουργηθεί το παράδοξο φαινόμενο, τα ξένα δημόσια πανεπιστήμια μιας άλλης χώρας -έστω και αν αυτή είναι η Ελλάδα- να μπορούν να προσφέρουν ξενόγλωσσα προγράμματα και τα δημόσια πανεπιστήμια της Κύπρου δεν θα μπορούν.
Ανέφερε ότι θα πρέπει να παραμεριστούν οι διάφορες αιτιάσεις που ακούγονται όπως ότι η προσφορά των ξενόγλωσσων θα υποβαθμίσει το δημόσιο σχολείο. «Αν είναι υποβαθμισμένο το δημόσιο σχολείο, ας ψάξουμε αλλού τους λόγους», σημείωσε.
Σε ερώτηση για το πώς θα γίνεται η εισδοχή στα ξενόγλωσσα προγράμματα -εφόσον εγκριθεί η νομοθεσία – ο κ. Χριστοφίδης είπε ότι με βάση το προσχέδιο κανονισμών που έχει καταθέσει το Υπουργείο η εισδοχή στα προγράμματα αυτά θα γίνεται με βάση διεθνείς εξετάσεις. Επίσης, συνέχισε, τα τμήματα των πανεπιστημίων μπορεί να θεσπίσουν επιπλέον κριτήρια ή επιπλέον εξετάσεις.
Σε ερώτηση για το εάν είναι γνωστά ποια προγράμματα ενδέχεται να προσφερθούν, ο κ. Χριστοφίδης απάντησε «όχι, διότι ακόμη δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιοι είναι οι όροι κάτω από τους οποίους θα προσφερθούν τέτοια προγράμματα, αλλά σίγουρα δεν θα προσφερθούν πολλά».
Ο κ. Χριστοφίδης ξεκαθάρισε ότι δεν θα μειωθεί ο αριθμός εισακτέων στα ελληνόγλωσσα προγράμματα, ενώ πρόσθεσε ακόμη ότι «στόχος είναι να προσελκύσουμε ξένους φοιτητές, αλλά παράλληλα δεν θα πρέπει να κλείσουμε την πόρτα και σε παιδιά των ιδιωτικών σχολείων που θα θέλουν να φοιτήσουν στο δημόσιο πανεπιστήμιο».
Δηλώσεις Βουλευτών
Μετά το πέρας της συνεδρία της Επιτροπής, ο κ. Μυλωνάς είπε ότι τοποθετήθηκαν για άλλη μια φορά όλες οι πλευρές με την Υπουργό Παιδείας να υπερασπίζεται το νομοσχέδιο και να ζητά την επίσπευση της διαδικασίας προκειμένου να οδηγηθεί στην Ολομέλεια.
«Εμείς θα περιμένουμε να μας απαντήσουν και η Επιτροπή είναι έτοιμη, θα προωθήσει αμέσως μόλις πάρει τις απαντήσεις – εάν και εφόσον τις λάβει – στην Ολομέλεια», είπε ο κ. Μυλωνάς. Σημείωσε ότι θα πρέπει να υπάρξουν ασφαλιστικές δικλείδες για την παροχή ξενόγλωσσων προγραμμάτων «και όταν έχουμε τις τελικές απαντήσεις, θα προχωρήσουμε».
Ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Γιώργος Κάρουλλας, δήλωσε ότι η εισαγωγή ξενόγλωσσων προγραμμάτων στα δημόσια πανεπιστήμια είναι θέση αρχής για τον ΔΗΣΥ. Πρόσθεσε ότι η διεθνοποίηση είναι αναγκαία πολιτική για την ανώτερη εκπαίδευση στην Κύπρο, έτσι ώστε η Κύπρος να καταστεί ένα διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο.
Υπέδειξε ότι σήμερα τέθηκαν έντονα ορισμένα ερωτήματα από τους γονείς, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και ιδρύματα ανώτερης εκπαίδευσης, αλλά και ερωτήματα που έχουν τεθεί από τον ΔΗΣΥ όπως η μελέτη βιωσιμότητας για το αναπτυξιακό πρόγραμμα των πανεπιστημίων, όπως και τα έξοδα λειτουργίας με το πραγματικό κόστος με βάση τις τρέχουσες, λειτουργικές, διαχειριστικές και κεφαλαιουχικές δαπάνες του πανεπιστημίου που αφορούν το κάθε πρόγραμμα.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Χρίστος Χριστοφίδης, είπε ότι η διεθνοποίηση μπορεί να επέλθει μόνο εάν ακολουθηθούν επιτυχημένα μοντέλα της Ευρώπης, όπως το σκανδιναβικό μοντέλο, το μοντέλο της Γερμανίας και της Γαλλίας.
Ο κ. Χριστοφίδης συμπλήρωσε ότι η πρόταση του Υπουργείου Παιδείας, με τις προϋποθέσεις που θέτει θα φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα υποδεικνύοντας ότι «αυτό το οποίο θα συμβεί θα είναι να έχουμε παιδιά που θα μπαίνουν σε κλάδους που έχουν ζήτηση, όπως η ιατρική, η νομική ή η πολυτεχνική σχολή με πολύ υψηλές βαθμολογίες και άλλοι που θα μπαίνουν από την Κύπρο και πάλι επειδή έχουν λεφτά».
«Η δική μας η προσέγγιση, που κατατέθηκε δια προτάσεων νόμου ενισχύει την αυτονομία των πανεπιστημίων και δίδει την ευκαιρία να γίνει μια ουσιαστική επένδυση», είπε. Δήλωσε ακόμη ότι υπάρχουν εντονότατες αντιδράσεις από κοινωνικούς φορείς, τους οποίους, όπως ανέφερε ο κ. Χριστοφίδης, «το Υπουργείο Παιδείας προς το παρόν αγνοεί».
Ο Βουλευτής της ΔΗΠΑ-Συνεργασία, Αλέκος Τρυφωνίδης, είπε ότι «τα δημόσια μας πανεπιστήμια και θα πρέπει να διεθνοποιούνται και να διευρύνονται και να αναπτύσσονται, πάντα όμως μέσα στο πλαίσιο της στρατηγικής του Υπουργείου Παιδείας για τη διεύρυνση και διεθνοποίηση των δημοσίων πανεπιστημίων».
Την ίδια ώρα, συνέχισε, ακούγοντας όλους τους φορείς, τους γονείς, τους μαθητές, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, τους Πρυτάνεις των πανεπιστημίων αλλά και την Υπουργό, «θέτουμε αρκετά ερωτήματα και θα διαμορφώσουμε τη θέση μας αναλόγως των απαντήσεων που θα πάρουμε».
Ο κ. Τρυφωνίδης είπε, μεταξύ άλλων, ότι ζητήθηκε να παρουσιαστεί η μελέτη βιωσιμότητας αυτών των προγραμμάτων, ποια θα είναι τα όρια της αυτοχρηματοδότησης και σε ποιες σχολές θα προσφέρονται αγγλόφωνα προγράμματα.
Ο ανεξάρτητος Βουλευτής, Ανδρέας Θεμιστοκλέους, είπε ότι το νομοσχέδιο για τα ξενόγλωσσα προγράμματα είναι «μια μεγάλη απάτη», σημειώνοντας ότι «δεν πρόκειται να έρθουν φοιτητές από άλλους τόπους, από άλλες χώρες για να σπουδάσουν στην αγγλική στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και στο ΤΕΠΑΚ».
Επεσήμανε ότι οι παγκύπριες εξετάσεις είναι, ίσως, το μοναδικό μέτρο αξιοκρατίας για εισαγωγή στα δημόσια πανεπιστήμια, λέγοντας ότι «αντί να μπαίνουν στα πανεπιστήμια οι φοιτητές, σύμφωνα με την κατάταξη τους στις παγκύπριες, όπως προτείνεται σήμερα από την Υπουργό, θα μπαίνουν από τους καθηγητές στα τμήματα του Πανεπιστημίου».
Ανέφερε ότι εάν εγκριθεί το εν λόγω νομοσχέδιο το δημόσιο σχολείο θα υποσκαφθεί και πολλοί ιδιοκτήτες αγγλόφωνων σχολείων «θα ανεμίζουν την νομοθεσία προς άγραν πελατών».