Συνεδριάζει εκτάκτως το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΠΕΟ, με αφορμή την απόφαση που έλαβε το Υπουργικό Συμβούλιο την περασμένη Τετάρτη, 31 Αυγούστου, για τον κατώτατο μισθό.
Σε ομιλία της η Γενική Γραμματέας της ΠΕΟ, κα Σωτηρούλα Χαραλάμπους ανέφερε πως, «την περασμένη Τετάρτη, 31 Αυγούστου, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε για τον κατώτατο μισθό. Το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΠΕΟ, το οποίο συνήλθε την ίδια μέρα το απόγευμα, αφού έκανε μια πρώτη αξιολόγηση, αποφάσισε να προχωρήσουμε στο σημερινό έκτακτο Παγκύπριο συνέδριο με στόχο συλλογικά, μέσα από τον διάλογο που θα διεξαχθεί, να αξιολογήσουμε τις αποφάσεις της κυβέρνησης, τις επιπτώσεις πάνω στους εργαζόμενους και να καθορίσουμε τα επόμενα βήματα».
«Για την ΠΕΟ το θέμα δεν ξεκινά και δεν τελειώνει σε ένα αριθμό», τόνισε ενώ παράλληλα πρόσθεσε πως, «το διάταγμα για τον κατώτατο μισθό, οι συζητήσεις που προηγήθηκαν μέχρι την ανακοίνωση της κυβερνητικής απόφασης, οι θέσεις και η στάση που πήρε η κάθε πλευρά έχουν σημασία και επίδραση στην πορεία και εξέλιξη των εργασιακών σχέσεων».
Ακολουθεί αυτούσια η ομιλία της ΓΓ ΠΕΟ:
«Συναδέλφισσες/φοι σύνεδροι
Την περασμένη Τετάρτη, 31 Αυγούστου, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε για τον κατώτατο μισθό. Το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΠΕΟ, το οποίο συνήλθε την ίδια μέρα το απόγευμα, αφού έκανε μια πρώτη αξιολόγηση, αποφάσισε να προχωρήσουμε στο σημερινό έκτακτο Παγκύπριο συνέδριο με στόχο συλλογικά, μέσα από τον διάλογο που θα διεξαχθεί, να αξιολογήσουμε τις αποφάσεις της κυβέρνησης, τις επιπτώσεις πάνω στους εργαζόμενους και να καθορίσουμε τα επόμενα βήματα.
Για την ΠΕΟ το θέμα δεν ξεκινά και δεν τελειώνει σε ένα αριθμό.
Το διάταγμα για τον κατώτατο μισθό, οι συζητήσεις που προηγήθηκαν μέχρι την ανακοίνωση της κυβερνητικής απόφασης, οι θέσεις και η στάση που πήρε η κάθε πλευρά έχουν σημασία και επίδραση στην πορεία και εξέλιξη των εργασιακών σχέσεων.
Όπως αναλύσαμε πολύ εκτεταμένα στα δυο προηγούμενα Παγκύπρια Συνέδρια της ΠΕΟ, τα τελευταία χρόνια στην Κύπρο, στον τομέα των εργασιακών δικαιωμάτων επεσυνέβησαν δραματικές αλλαγές σε βάρος του κόσμου της εργασίας. Ως αποτέλεσμα των αλλαγών που επήλθαν στο οικονομικό μοντέλο της Κύπρου, ιδιαίτερα με τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν από την κυβέρνηση στην περίοδο της βαθιάς οικονομικής κρίσης, το σύστημα εργασιακών σχέσεων το οποίο βασιζόταν στην ψηλή συνδικαλιστική πυκνότητα και οργάνωση μέσω του οποίου επιβαλλόταν η ρύθμιση των βασικών όρων απασχόλησης ανατράπηκε.
Η πρωτοφανής, ψηλή, για τα κυπριακά δεδομένα, ανεργία την περίοδο μετά την υπογραφή του μνημονίου, ο φόβος, η ανασφάλεια που ένοιωθαν οι εργαζόμενοι και η ανάγκη για να έχουν μια δουλειά χρησιμοποιήθηκαν για να ενταθεί και να επιταχυνθεί η διαδικασία της απορρύθμισης της εργασίας.
Τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν την διαδικασία της απορρύθμισης τα τελευταία χρόνια, είναι, η μη εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η προώθηση των προσωπικών συμβολαίων σε τομείς που υπήρχαν Συλλογικές Συμβάσεις, με όρους εργασίας υποδιέστερους, η επέκταση του χρόνου εργασίας χωρίς υπερωριακή αποζημίωση, η προώθηση της εργασίας ορισμένου χρόνου, της μερικής απασχόλησης, της αγοράς υπηρεσιών και πολλών άλλων ευελιξιών στην εργασία.
Τα φαινόμενα απαξίωσης και υποβάθμισης της εργασίας είναι πιο έντονα σε χώρους όπου δεν υπάρχει η συνδικαλιστική παρουσία και ανάμεσα στους νέους και στους νεοεισερχόμενους στην εργασία.
Η διαδικασία ανατροπής του συσχετισμού δυνάμεων και επέκτασης της εργασίας χωρίς κατοχυρωμένα μίνιμουμ δικαιώματα, χωρίς συλλογικές συμβάσεις και ρυθμίσεις, καταγράφεται σε έγγραφο ημερομηνίας 3/06/2020 που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την δεύτερη φάση διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων για το ενδεχόμενο θέσπισης Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τον κατώτατο μισθό.
Στο έγγραφο καταγράφεται η διαπίστωση ότι «η κάλυψη με συλλογικές συμβάσεις έχει μειωτική τάση σε πολλά κράτη μέλη τα τελευταία χρόνια». Συνεχίζει σημειώνοντας ότι «σε χώρες που στηρίζονται στη συλλογική διαπραγμάτευση για καθορισμό του επιπέδου των κατώτατων μισθών η κάλυψη γενικά δεν έχει μειωθεί πάραυτα μια ουσιώδης μείωση έχει παρατηρηθεί στην Κύπρο.»
Στο ίδιο έγγραφο γίνεται αναφορά ότι το ποσοστό των εργαζομένων που δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας στην Κύπρο είναι 55%.
Μπροστά σε αυτή τη δυσμενή κατάσταση για τους εργαζόμενους απαιτήσαμε την παρέμβαση της πολιτείας, έτσι που να τεθεί φραγμός στα φαινόμενα υπόσκαψης και μη εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων. Ταυτόχρονα αναγνωρίζοντας ότι ένα μεγάλο κομμάτι των εργαζομένων το πιο ευάλωτο είναι συνδικαλιστικά απροστάτευτο και δεν έχει συλλογικές συμβάσεις, όχι από επιλογή αλλά κύρια λόγω της άρνησης των εργοδοτών να αποδεχθούν την οργάνωση, να συμφωνηθεί και να θεσπιστεί ένα ελάχιστο πλαίσιο βασικών δικαιωμάτων για αυτούς τους εργαζόμενους.
Ξεκινήσαμε κατά τη διαδικασία ανανέωσης των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων την προσπάθεια να υιοθετηθούν νομοθετικές ρυθμίσεις που να καθιστούν υποχρεωτικούς για όλους τους εργοδότες στην συγκεκριμένους κλάδους βασικούς όρους των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Είχαμε συγκεκριμένα θετικά αποτελέσματα προς αυτή την κατεύθυνση τόσο για τους εργαζόμενους στην ξενοδοχειακή όσο και στην οικοδομική βιομηχανία.
Με την συνεχή πίεση που ασκούσαμε στην κυβέρνηση ξεκίνησε η συζήτηση για τον κατώτατο μισθό. Διάλογος ο οποίος εντατικοποιήθηκε το 2021. Η ΠΕΟ όλη αυτή τη περίοδο που διεξαγόταν ο διάλογος για τον κατώτατο μισθό κατέθεσε ενώπιων της κυβέρνησης ολοκληρωμένες θέσεις.
Διεκδικήσαμε την εισαγωγή ρυθμίσεων οι οποίες να καθορίζουν ελάχιστους όρους απασχόλησης, μισθούς, ωράριο εργασίας, τρόπο πληρωμής της υπερωριακής απασχόλησης, αργίες, 13ο μισθό, ΑΤΑ, για όσους εργαζόμενους δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και παράλληλα να ρυθμιστεί ότι εκεί και όπου υπάρχουν συμφωνημένοι κατώτατοι μισθοί στις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις αυτοί θα είναι οι νόμιμοι, δεσμευτικοί μισθοί για τους εργοδότες σε αυτούς τους κλάδους.
Δυστυχώς η κυβέρνηση με τις τελικές αποφάσεις που πήρε έδειξε ότι δεν έχει την πολιτική βούληση και τόλμη να λειτουργήσει με τρόπο που να δημιουργεί ανάχωμα στα φαινόμενα απορρύθμισης και να δημιουργήσει ένα πλαίσιο κατοχυρωμένων βασικών δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους.
Είναι φανερό από τον τρόπο που εξελίχτηκαν τα πράγματα ιδιαίτερα μετά την σύσκεψη στις 5/07/2022 που συγκάλεσε στο Προεδρικό ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ότι η κυβέρνηση ενέδωσε μπροστά στις πιέσεις της εργοδοτικής πλευράς, ιδιαίτερα μεγαλοεργοδοτών των οποίων το προσωπικό δεν καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις, έτσι που να μην ενοχληθούν ιδιαίτερα, από το διάταγμα για τον κατώτατο μισθό.
Πως μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά το γεγονός ότι ενώ σε συνεδρία του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος στις 19 Απριλίου 2022 έγινε αναφορά από την Υπουργό ότι ο κατώτατος μισθός θα είναι σε ωριαία βάση αργότερα η κυβέρνηση ταυτίστηκε με τα θέλω των εργοδοτών και πεισματικά αρνήθηκε κάτι τέτοιο.
Πως εξηγείται διαφορετικά ότι ενώ σε δυο συνεδρίες των κοινωνικών εταίρων αναφέρθηκε ότι το ύψος του κατώτατου μισθού θα είναι στη βάση της έρευνας διαβίωσης της ΕΕ, κάτι με το οποίο αντέδρασαν έντονα οι εργοδότες στην σύσκεψη του Προεδρικού ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αλλάζοντας αυτή τη θέση ανάφερε ως βάση την έρευνα της Στατιστικής Υπηρεσίας, ικανοποιώντας ακόμα ένα θέλω των εργοδοτών.
Πως μπορεί να εξηγηθεί παρά μόνο ως προσπάθεια συνέχισης της εκμετάλλευσης ως φτηνής εργασίας, ιδιαίτερα ευάλωτων ομάδων εργαζομένων η απόφαση της κυβέρνησης να εξαιρέσει από την κάλυψη του κατώτατου μεγάλες ομάδες εργαζομένων αλλά και η δυνατότητα μειωμένου μισθού για νέους κάτω από 18 ετών με το προκάλυμμα της δίμηνης περιστασιακής απασχόλησης. Πως θα αποτραπούν φαινόμενα εναλλαγής νέων εργαζομένων ανά δίμηνο, για να εκφεύγουν οι εργοδότες του κατώτατου μισθού.
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Η ΠΕΟ δεν συναίνεσε με τις εξαιρέσεις ομάδων εργαζομένων από τον κατώτατο μισθό. Υπογραμμίσαμε ότι αυτές οι αποφάσεις υποσκάπτουν την ίδια την έννοια του κατώτατου μισθού και ενέχουν στοιχεία διακρίσεων.
Σε απάντηση της θέσης μας ότι η μη αναφορά στο διάταγμα σε ώρες εργασίας, η σε ωριαίο μισθό δημιουργεί προβλήματα, σφραγίζει και νομιμοποιεί το φαινόμενο ακαθόριστων ωραρίων, επέκτασης των ωραρίων χωρίς υπερωριακή πληρωμή, προβάλλεται το επιχείρημα ότι αυτό δεν είναι θέμα που αφορά το διάταγμα για τον κατώτατο μισθό.
Από μόνη της αυτή η θέση επιβεβαιώνει ότι αυτή η κυβέρνηση δεν έχει πρόθεση να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα της αρρύθμιστης εργασίας. Για την κυβέρνηση δεν είναι πρόβλημα αν τα €885 αντιπροσωπεύουν εργασία 40 ωρών ή 42 ωρών ή 48 ωρών.
Η άρνηση της κυβέρνησης να περιλάβει στο διάταγμα ώρες εργασίας και συγκεκριμένα τις 38 ώρες εργασίας κάτι που ως πλαίσιο εβδομαδιαίων ωρών εργασίας έχει συμφωνηθεί μεταξύ εργοδοτικών οργανώσεων, κυβέρνησης και συνδικαλιστικών οργανώσεων από το 1992, δίνει την δυνατότητα αμφισβήτησης της συμφωνίας. Υποβοηθά εκείνους τους εργοδοτικούς συνδέσμους που εδώ και καιρό υποβάλλουν αντιαιτήματα με στόχο την κατάργηση του 38 ώρου και την επέκταση του ωραρίου.
Η ΠΕΟ σε καμία περίπτωση δεν θα δεχτεί αμφισβήτηση της συμφωνίας για το 38ωρο. Αντίθετα θα παλέψουμε για καθολίκευση του 38ώρου. Η μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας έτσι που οι εργαζόμενοι να εργάζονται με ασφάλεια και υγεία και να έχουν επαρκή χρόνο ξεκούρασης αποτελεί σταθερό στόχο της ΠΕΟ προς αυτή την κατεύθυνση θα συνεχίσουμε να διεκδικούμε πηγαίνοντας μπροστά και όχι πίσω.
Το επόμενο σημείο από τις αποφάσεις της κυβέρνησης που πρέπει να σχολιαστεί είναι ο τρόπος που η κυβέρνηση αντιμετώπισε την σχέση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας με τον κατώτατο μισθό.
Η άρνηση της κυβέρνηση να αναφερθεί με σαφήνεια μέσα στο διάταγμα ότι στις περιπτώσεις που υπάρχουν κατώτατοι μισθοί, ρυθμισμένοι με συλλογικές συμβάσεις, αυτοί θα είναι οι νόμιμοι κατώτατοι μισθοί, ανοίγει στους εργοδότες ακόμα ένα παράθυρο άρνησης εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων και υπόσκαψης του θεσμού.
Στοιχείο που είναι προβληματικό όχι μόνο γιατί μεγαλώνει τις εστίες φτηνής εργασίας αλλά και γιατί μεγαλώνει το αθέμητο ανταγωνισμό μεταξύ εργοδοτών. Τιμωρούνται με την συνδρομή και βοήθεια του διατάγματος οι εργοδότες που αναγνωρίζουν και εφαρμόζουν την σύμβαση που υπογράφουν οι εκπρόσωποι τους.
Το επιχείρημα που χρησιμοποιεί ο Υπουργός για να απαντήσει στους κινδύνους που δημιουργούνται για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας είναι ότι στο διάταγμα περιέλαβε πρόνοια ότι υπερισχύουν οι ευνοϊκότερες ρυθμίσεις. Το αν αυτό προστατεύει τις Συλλογικές Συμβάσεις απαντάτε από την στάση των εργοδοτών η οποίοι δηλώνουν ότι δεν έχει καμία υποχρέωση ένας εργοδότης που δεν αναγνωρίζει την σύμβαση να την εφαρμόσει.
Υπάρχει ακόμα ένα ζήτημα που οφείλει να απαντήσει η κυβέρνηση. Πως η μη ρύθμιση ότι οι κατώτατοι μισθοί που υπάρχουν στις συλλογικές συμβάσεις είναι υποχρεωτικοί για όλους τους εργαζόμενους στο δοσμένο κλάδο, συνάδει με την υποχρέωση που η ευρωπαϊκή οδηγία για τον κατώτατο μισθό θέτει στα κράτη μέλη για να πάρουν πρωτοβουλίες που να υποβοηθούν στην αύξηση της κάλυψης με συλλογικές συμβάσεις εργασίας στο 80% των εργαζομένων;
Σε ότι αφορά το ύψος του Κατώτατου μισθού, θεωρώ ότι δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Η απογοήτευση, ο θυμός που αναδεικνύεται από τις αντιδράσεις εκείνων των εργαζομένων που αναμέναν τον κατώτατο μισθό, είναι η απάντηση. Είναι προφανές ότι και εδώ η κυβέρνηση στόχευσε στην χαμηλότερη δυνατή διατάραξη των εισοδημάτων του κεφαλαίου, τα οποία με βάση στοιχεία αυξήθηκα κατά 41% την τελευταία 10ετία αντίθετα με 6% των εισοδημάτων των εργαζομένων. Αγνόησε η κυβέρνηση το γεγονός ότι ο υφιστάμενος κατώτατος μισθός παρέμεινε στάσιμος για 11 χρόνια και μόνο για το 2022 ο πληθωρισμός αναμένεται να είναι κοντά στο 10%.
Πλήγμα για τις εργασιακές σχέσεις είναι και ο τρόπος που η κυβέρνηση αντιμετώπισε τον διάλογο για τον κατώτατο μισθό. Ιδιαίτερα στο τελευταίο και κρίσιμο στάδιο του. Η έκδοση ενός διατάγματος για ένα τόσο κεφαλαιώδες ζήτημα που δεν είναι αποτέλεσμα συναίνεσης ούτε καν αποτέλεσμα ελάχιστων συγκλίσεων στα κρίσιμα ζητήματα είναι πλήγμα για τον τριμερή κοινωνικό διάλογο και αναδεικνύει ένα κυβερνητικό ετσιθελισμό.
Δυστυχώς είμαστε υποχρεωμένοι και από το βήμα του συνεδρίου να απαντήσουμε και στην οργανωμένη εκστρατεία κατασυκοφάντησης και απαξίωσης της ΠΕΟ που επιχειρείται αυτές τις μέρες με αφορμή τις θέσεις που εκφράσαμε.
Ο τρόπος που μας αντιμετωπίζουν ένα πράγμα αποδεικνύει ότι ανησυχούν από όσα λέμε γιατί έχουν βάση και απήχηση ανάμεσα στους εργαζόμενους.
Οι υποβολιμαίες επιλεκτικές διαρροές και οι αποσπασματικές αναφορές δεν πρόκειται να μας αποπροσανατολίσουν ούτε και να μας σιωπήσουν.
Συναδέλφισσες/ φοι
Την επόμενη μέρα των κυβερνητικών αποφάσεων οφείλουμε ενωμένοι και συσπειρωμένοι όλοι οι εργαζόμενοι να είμαστε σε διάταξη μάχης.
Η ανατροπή των αρνητικών στοιχείων που δημιουργήθηκαν με το διάταγμα για τον κατώτατο μισθό και η θεσμική κατοχύρωση βασικών δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους που καλύπτονται από το διάταγμα είναι ο ένας βασικός άξονας στον οποίο θα κινηθούμε το επόμενο διάστημα. Η ΠΕΟ στην πρόσκληση που απεύθυνε ο Υπουργός Εργασίας στα μέλη του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος για να αποστείλουμε κατάλογο θεμάτων για συζήτηση απαντά πολύ συγκεκριμένα απαιτώντας όσα αφέθηκαν αρρύθμιστα στο διάταγμα να ρυθμιστούν.
Ταυτόχρονα χρειάζεται να εντείνουμε τις ενέργειες μας έτσι που με την διαδικασία ανανέωσης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας να προχωρήσει περαιτέρω η εισαγωγή νομικών ρυθμίσεων που να καθιστούν υποχρεωτικούς τους βασικούς όρους των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας για όλους τους εργαζόμενους. Ο αγώνας που θα δώσουν οι συνάδελφοι μας στην οικοδομική βιομηχανία το επόμενο διάστημα είναι καθοριστικός.
Την επιμονή μας στη προστασία του δικαιώματος για ρύθμιση των όρων απασχόλησης μέσα από συλλογικές συμβάσεις και για την εφαρμογή τους, οφείλουμε να την επιβάλουμε και στο πεδίο. Άμεσα και δυναμικά να αντιδρούμε σε κάθε περίπτωση που θα γίνεται προσπάθεια προσλήψεων με τον κατώτατο μισθό σε τομείς και χώρους που οι μισθοί καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Το Υπουργείο Εργασίας αφήνοντας αυτά τα ζητήματα ακάλυπτα και γκρίζα αναλαμβάνει και μια μεγάλη ευθύνη. Θα επαγρυπνούμε, θα παρακολουθούμε και θα αντιδρούμε.
Έχουμε μπροστά μας και άλλα ανοικτά και σημαντικά ζητήματα που επηρεάζουν τους εργαζόμενους και το βιοτικό τους επίπεδο.
Εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι ευάλωτες ομάδες είναι αντιμέτωποι με ένα τσουνάμι αυξήσεων στα καύσιμα, τον ηλεκτρισμό και τα βασικά καταναλωτικά αγαθά που κατατρώνε τα εισοδήματα.
Τα μέτρα που μέχρι τώρα εφάρμοσε η κυβέρνηση ήταν περιστασιακά και μιας πνοής. Απόφυγε η κυβέρνηση να πάρει μέτρα όπως η κατάργηση της διπλής φορολογίας στα καύσιμα, η μείωση του ΦΠΑ, η φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών, η αύξηση των κοινωνικών επιδομάτων. Η διάβρωση που καθημερινά δέχονται οι εργαζόμενοι στην αγοραστική δύναμη του μισθού τους λόγο των αυξήσεων στις τιμές κάνει ακόμα πιο αναγκαία και χρήσιμη την ΑΤΑ.
Η κυβέρνηση δυστυχώς και εδώ καθυστερεί. Η μεταβατική συμφωνία για την ΑΤΑ έληξε τέλος του 2021. Αποστείλαμε κοινή επιστολή οι συνδικαλιστικές οργανώσεις ζητώντας να ξεκινήσει ο διάλογος από τον Απρίλη.
Το ζήτημα της ΑΤΑ είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Απαιτούμε πλήρη απόδοση της ΑΤΑ και διεύρυνση των εργαζομένων που λαμβάνουν ΑΤΑ.
Η ΠΕΟ δεν πρόκειται να αποδεχτεί σε καμία περίπτωση συνέχιση της καταβολής της μισής ΑΤΑ. Δεν πληρώνουμε τις μισές αυξήσεις στις τιμές.
Ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο που είναι ανοικτό είναι το ζήτημα των συντάξεων. Χρειάζεται άμεσα να ξεκινήσει η συζήτηση για τον προοδευτικό εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος με πρώτη προτεραιότητα την ανατροπή της άδικης και ισοπεδωτικής μείωσης των συντάξεων κατά 12% όταν εργαζόμενοι μετά από πολύχρονη εργασία και συνεισφορά στο ΤΚΑ βγαίνουν εκτός εργασίας στα 63 τους χρόνια. Είναι μια δίκαιη απαίτηση των εργαζομένων και της κοινωνίας την οποία η κυβέρνηση οφείλει να αντιμετωπίσει όχι ως λογιστική εξίσωση αλλά με κοινωνική ευαισθησία.
Οι εργαζόμενοι και η κοινωνία δεν μπορούν να ανεχτούν άλλο με σταυρωμένα χέρια τις μονόπλευρες και ετεροβαρείς αποφάσεις που επιβραβεύουν τις κακές εργασιακές πρακτικές και την σκόπιμη αδράνεια που αφήνει τους εργαζόμενους έρμαιους στην ακρίβεια και τα υπερκέρδη ανέγγιχτα. Θα αντιδράσουμε συντεταγμένα και οργανωμένα.
Συναδέλφισσες / φοι
Τα τελευταία χρόνια το κίνημα των εργαζομένων δέχτηκε πολλές επιθέσεις. Παρά τις δυσκολίες, παρά τις επιθέσεις που δεχτήκαμε και δεχόμαστε παρά τις προσπάθειες απαξίωσης που οι μηχανισμοί του κατεστημένου χρησιμοποιούν κρατήσαμε, αντέχουμε και προχωρούμε μπροστά. Καθημερινά στους χώρους εργασίας με τους αγώνες που δίνουμε επιβεβαιώνεται ότι η προστασία και η προοπτική των εργαζομένων βρίσκεται στην οργάνωση και στη συλλογική διεκδίκηση. Ανοίξαμε με τους αγώνες μας τον δρόμο για νομοθετικές ρυθμίσεις που να καθιστούν υποχρεωτικούς τους βασικούς όρους των συλλογικών συμβάσεων εργασίας για όλους τους εργαζόμενους. Ανοίξαμε την συζήτηση για νομικά κατοχυρωμένα βασικά δικαιώματα για όσους εργαζόμενους δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Δώσαμε αυτές τις μάχες με σταθερότητα και συνέπεια. Ενωμένοι, οργανωμένοι και ανοργάνωτοι εργαζόμενοι. Δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι το αποτέλεσμα που έχουμε μπροστά μας μπορούσε να ήταν διαφορετικό για τους εργαζόμενους εάν η κυβέρνηση δεν ταυτιζόταν με τις θέσεις των εργοδοτών.
Κρατήσαμε την κατάκτηση της ΑΤΑ και μπαίνουμε δυναμικά στον αγώνα για πλήρη αποκατάσταση της.
Με αποφασιστικότητα με καθαρό προσανατολισμό, με πλήρη λογοδοσία και συνέπεια στους στόχους συνεχίζουμε.
Οι εργαζόμενοι δικαιούνται αξιοπρέπεια στην εργασία, κατοχυρωμένα βασικά δικαιώματα, δικαιούνται να έχουν συλλογικές συμβάσεις, δικαιούνται καλύτερες μέρες και για αυτές τις μέρες οφείλουμε να αγωνιστούμε. »
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Αντίστροφη μέτρηση για το e-kalathi: Πότε θα λειτουργήσει σε δοκιμαστική μορφή
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις