Στην παρέμβασή του ο Υπουργός Οικονομικών εξέφρασε την ικανοποίησή του για την έκθεση της αποστολής, της οποίας τα συμπεράσματα είναι παρόμοια με αυτά της Κυβέρνησης.
Ο Υπουργός, αναφέρθηκε ειδικότερα στην αντιμετώπιση της κληρονομιάς των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σημειώνοντας ότι παραμένει η σημαντικότερη προτεραιότητά μας.
Στο πλαίσιο αυτό τόνισε την τεράστια πρόοδο που έχει επιτευχθεί από το 2014 στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ενδεικτικά, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν από €28 δις τον Δεκέμβριο του 2014 σε περίπου €6 δις στο μέσο του 2020. Πρόκειται για μια μείωση της τάξης του 79% η οποία είναι η τρίτη μεγαλύτερη ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ. Σημειώνεται ότι, ο αντίστοιχος Ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται στο 50%.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούν ένα από τα προβλήματα που ανέδειξε η χρηματοοικονομική κρίση, αφού ενδεικτικά το ποσοστό μη εξυπηρέτησης νέων δανείων μετά το 2016 ανέρχεται μόλις στο 2% και συγκρίνεται ευνοϊκά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αναμφίβολα, τόνισε, η επίλυση ενός ζητήματος που έχει δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια μιας μακράς περιόδου, θα χρειαστεί ικανοποιητικό χρόνο και συλλογική προσπάθεια προς οριστική επίλυσή του. Είναι για αυτόν τον λόγο που η Κυβέρνηση έχει εκπονήσει ένα φιλόδοξο σχέδιο δράσης για αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που εξακολουθούν να βρίσκονται εντός του τραπεζικού συστήματος το οποίο ο Υπουργός ανέπτυξε σε λεπτομέρεια στους ομολόγους του. Στόχος είναι όπως τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειωθούν στο μισό εντός χρονικού ορίζοντα δυο ετών.
Καταλήγοντας, κύριος στόχος της πολιτικής της Κύπρου παραμένει η διαφύλαξη της μακροοικονομικής σταθερότητας προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη και η δημιουργία θέσεων εργασίας. Επιπλέον, όταν οι οικονομικές συνθήκες το επιτρέψουν, στόχος είναι η διατήρηση μιας δημοσιονομικής πολιτικής προσανατολισμένης προς θετικά πρωτογενή πλεονάσματα, προκειμένου να διευκολύνουμε την ταχεία μείωση του δημόσιου χρέους με ικανοποιητικό ρυθμό.