Είναι αδιανόητο εν έτει 2020, και ενώ μάλιστα η Κύπρος είναι από του 2004 μέλος της ΕΕ, να μην έχει υπάρξει η παραμικρή ενέργεια της Δημοκρατίας προς την κατεύθυνση της θέσπισης προγράμματος αποζημιώσεως για την απώλεια χρήσεως των κατεχομένων περιουσιών «εις αναγνώριση της αρχής της ίσης προστασίας και μεταχειρίσεως και μη διακρίσεως». Αυτό αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο πρώην Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Δημήτριος Χατζηχαμπής, στη γραπτή του αγόρευση με την οποία απορρίπτει τις προδικαστικές ενστάσεις της Δημοκρατίας στην προσφυγή του ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, με την οποία διεκδικεί αποζημιώσεις για απώλεια χρήσης της ακίνητης περιουσίας του στην κατεχόμενη Αμμόχωστο.
Η οικογένεια του κ. Χατζηχαμπή κατέχει μεγάλη ακίνητη περιουσία στην κατεχόμενη Αμμόχωστο μέρος της οποίας ανήκει στον ίδιο, περιλαμβανομένου ενός οικοπέδου στον Άγιο Μέμνωνα. Σύμφωνα με την προσφυγή, η οικονομική απώλεια χρήσεως του εν λόγω οικοπέδου έχει εκτιμηθεί σε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.
Μετά την καταχώρηση της προσφυγής, η πλευρά της Δημοκρατίας καταχώρησε προδικαστικές ενστάσεις, με την πλευρά του κ. Χατζηχαμπή να καταχωρεί σήμερα γραπτή αγόρευση με την οποία απορρίπτει τις ενστάσεις της άλλης πλευράς.
Σύμφωνα με τη γραπτή αγόρευση, την οποία εξασφάλισε το ΚΥΠΕ, η απόρριψη της προσφυγής θα παραβίαζε κατάφωρα το Άρθρο 35 του Συντάγματος, το Άρθρο 47 του Χάρτη και το Άρθρο 13 της Σύμβασης, αλλά και το Άρθρο 30 του Συντάγματος το οποίο διασφαλίζει το δικαίωμα αποτελεσματικής πρόσβασης στο δικαστήριο ως συναρτώμενο και προς τα ως άνω Άρθρα.
Θέση του αιτητή είναι ότι η από το 1974 παράνομη κατοχή της περιουσίας του από την Τουρκία και η οιαδήποτε πρακτική αδυναμία της Δημοκρατίας να τον αποκαταστήσει σε αυτή δεν αναιρεί ούτε εξαντλεί την υποχρέωση την οποίαν έχει η Δημοκρατία ως κράτος, να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και του δικαιώματος σε αποτελεσματική θεραπεία, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο Άρθρον 23 του Συντάγματος, στο Άρθρο 17 του Χάρτη και στο Άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου 1 της Σύμβασης.
Η υποχρέωση αυτή, συνεχίζει ο κ. Χατζηχαμπής, περιλαμβάνει την καταβολή αποζημιώσεως για την απώλεια χρήσεως της περιουσίας ως δευτερεύουσας μεθόδου διασφάλισης της κατά το δυνατόν αποτελεσματικής εφαρμογής του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και του δικαιώματος στην αποτελεσματική θεραπεία.
Αναφέρει επίσης ότι το δικαίωμα της ιδιοκτησίας είναι κατ’ εξοχήν οικονομικό δικαίωμα, η δε καταβολή αποζημίωσης από την Δημοκρατία «είναι καθ’ όλα δυνατή αφού ουδόλως εμποδίζεται από την τουρκική κατοχήν, αφορώσα μόνον την διάθεσιν χρημάτων». Από του 1974 η Δημοκρατία έχει επανειλημμένως κληθεί, όπως αναφέρεται στην προσφυγή, να θεσμοθετήσει πρόγραμμα αποζημιώσεως της απωλείας χρήσεως των ιδιοκτητών των κατεχομένων περιουσιών «χωρίς όμως να ανταποκριθεί ούτε κατ’ ελάχιστον».
Η υποχρέωση της Δημοκρατίας να τον αποζημιώσει για την απώλεια χρήσεως της κατεχόμενης περιουσίας του συνιστά, σύμφωνα με τον πρώην Πρόεδρο του Ανωτάτου, υποχρέωση που απορρέει και από την αρχή της ίσης προστασίας και μεταχειρίσεως και μη διακρίσεως.
Ο αιτητής, όπως και οι άλλοι ιδιοκτήτες κατεχομένων περιουσιών, από του 1974 στερούνται της απολαύσεως του δικαιώματος της χρήσεως της ιδιοκτησίας τους το οποίον οι ιδιοκτήτες μη κατεχομένων περιουσιών απολαμβάνουν «και μάλιστα προστατευόμενοι εις την απόλαυσίν των διά των παντοιοτρόπων κρατικών δαπανών εις τα οποίας συνεισφέρουν και οι ιδιοκτήται κατεχομένων περιουσιών» λέει.
Συνεχίζει, λέγοντας ότι είναι δεδομένη και η αύξηση της αξίας των μη κατεχομένων περιουσιών ως αποτέλεσμα της μη διαθεσιμότητας των κατεχομένων περιουσιών στην αγορά. «Προκύπτει ούτω προφανής και τεραστία άνισος προστασία και μεταχείρισις αλλά και διάκρισις εις βάρος των ιδιοκτητών κατεχομένων περιουσιών, και μάλιστα προς όφελος των ιδιοκτητών μη κατεχομένων περιουσιών, η οποία ουδόλως αρμόζει εις την αρχήν του κράτους δικαίου η οποία διέπει την ΕΕ», αναφέρει.
Η κατοχή μέρους των εδαφών της Δημοκρατίας από το 1974, εντός των οποίων βρίσκεται και η περιουσία του αιτητή, συνιστά «κατ’ εξοχήν δημόσιον βάρος» το οποίον φέρουν έκτοτε μόνο οι ιδιοκτήτες των κατεχομένων περιουσιών, ενώ θα έπρεπε να το φέρουν όλοι οι πολίτες της Δημοκρατίας, όπως επιτάσσει το Άρθρο 24, λέει ο κ. Χατζηχαμπής.
Η Δημοκρατία, που έχει την υποχρέωση να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή και του Άρθρου 24, παρέλειψε παντελώς την υποχρέωσή της αυτή, αφήνοντας το βάρος αυτό να το υφίστανται μόνον οι ιδιοκτήτες των κατεχομένων περιουσιών «απλώς και μόνον διότι είχαν την ατυχίαν να είναι τα εδάφη εις τα οποία ευρίσκονται αι περιουσίαι των που κατέλαβεν και κατέχει η Τουρκία, ως τα ίσα δικαιώματα και αι υποχρεώσεις των πολιτών να είναι θέμα τύχης, αντί να μεριμνήση το βάρος της απωλείας να το υποστούν, ως δημόσιον βάρος, όλοι οι πολίται ως εμερίμνησεν η Γερμανία ενεργούσα εντός του κράτους δικαίου».
Ο κ. Χατζηχαμπής αναφέρει ακόμη ότι η παράλειψη της Δημοκρατίας έχει καταστεί πιο έντονη από του 2004, καθώς όπως λέει, η επ’ αόριστον αναστολή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σημαίνει ότι, όσο η αποκατάσταση των εκτοπισθέντων ιδιοκτητών στις κατεχόμενες περιουσίες τους δεν είναι δικαιωματική, προκύπτει αυξημένη υποχρέωση της Δημοκρατίας «ενδεχομένως δε και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ως προς την οποίαν ο Αιτητής επιφυλάσσει τα δικαιώματά του» έναντι αυτών ως προς την απώλεια χρήσεώς.
Η εξέταση της υπόθεσης καθυστέρησε λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Από ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Με κίτρινη προειδοποίηση, καταιγίδες και χαλάζι ο καιρός - Τι μας επιφυλάσσει για τα Χριστούγεννα
• Αλκοόλ και οδήγηση: «Καμπανάκι» για την περίοδο Χριστουγέννων - Οι ποινές και οι τιμές
• Πώς να απολαύσεις το γιορτινό τραπέζι χωρίς ενοχές – Διατροφολόγος στο «Τ»
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις