Οι στιγμές του ειδεχθούς εγκλήματος της 12ης Νοεμβρίου του 2018 «ζωντάνεψαν» στο Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, το πρωί της Τρίτης (26/11).
Ο Γκεόργκι Μπαρατασβίλι που αφαίρεσε με πρωτοφανή αγριότητα τη ζωή της 57χρονης Γιαννούλας Χατζηγιάνη στο χωριό Οίκος, ως γνωστόν, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη.
Στην απόφαση του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην πρωτοφανή αυτή αγριότητα, καθώς όπως προκύπτει από τα γεγονότα που παρατίθενται στην απόφαση, ο 40χρονης δράστης, κάρφωνε με μανία το μαχαίρι στον λαιμό και στο στήθος του θύματος, ενώ το τραβούσε με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίσει ότι τα μαχαιρώματα θα επιφέρουν το μοιραίο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΜΟΝΙΜΟ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ: Εκφράζει ‘φρίκη’ για το έγκλημα του 40χρονου που ‘κατακρεούργησε την 58χρονη Ελληνοκύπρια’ -ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
Επιπλέον, γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι μετά τα μαχαιρώματα (το μαχαίρι έσπασε από τη μανία), ο θύτης έδωσε και δυο γροθιές στο θύμα που απεβίωσε 1-2 λεπτά αργότερα…
Ιδιαίτερη μνεία στα 7 σημεία της Κατηγορούσας Αρχής
Το Κακουργιοδικείο στην απόφασή του κάνει ιδιαίτερη μνεία στην αγόρευση του εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής, Ανδρέα Αριστείδη: «Στη γραπτή του αγόρευση, ο κ. Αριστείδης αναφέρθηκε σε 7 σημεία της μαρτυρίας - ιδωθέντα σε συνάρτηση – που κατά την κρίση του, καταδεικνύουν προμελέτη. Πρόκειται για τα εξής: 1) ο κατηγορούμενος αγόρασε το μαχαίρι μερικές ώρες πριν διαπράξει το φόνο 2) ο κατηγορούμενος γνώριζε το θύμα 3) ο κατηγορούμενος έκανε σήμα στο θύμα να σταματήσει για να επιβιβαστεί στο όχημα του 4) έφερε το μαχαίρι μαζί του 5) παρέμεινε στη θέση πίσω από την οδηγό μετά που κατέβηκε η συνοδηγός της, βρισκόμενος έτσι σε θέση ισχύος έναντι του θύματος 6) έσφαξε το θύμα με πρωτοφανή βία και 7) μετά που τραυμάτισε - προφανώς θανάσιμα το θύμα - σηκώθηκε και την κτύπησε και στην καρδιά. Επί τούτου, ο κ. Αριστείδης, πρόσθεσε, αγορεύοντας προφορικά, και ένα όγδοο σημείο, ήτοι, ότι, η διαδικασία της φόνευσης είχε διάρκεια τουλάχιστον μερικών δευτερολέπτων μέχρι που η Μ.23 κλείδωσε την πόρτα και τα παράθυρα και ανέβηκε εκ νέου στο δωμάτιο της. Κατά τον κ. Αριστείδη, δεν έχει σημασία ο προσδιορισμός του ακριβούς χρονικού σημείου ύπαρξης προμέλετης – αν δηλαδή ήταν πριν ή μετά που επιβιβάστηκε ο κατηγορούμενος στο όχημα – αλλά μόνο ότι 12 ενυπήρχε. Για τους λόγους αυτούς κάλεσε το Δικαστήριο να βρει ένοχο τον κατηγορούμενο στην κατηγορία που αντιμετωπίζει».
Τα γεγονότα…
Στην απόφαση, ασφαλώς, γίνεται λεπτομερή αναφορά στα τραγικά γεγονότα: «Ο κατηγορούμενος, Γεωργιανής καταγωγής και ηλικίας 40 ετών κατά τον ουσιώδη χρόνο, διέμενε στο χωριό Καλοπαναγιώτης μαζί με άλλους ομοεθνείς του, μεταξύ των οποίων και ο Μ.14 στο κατηγορητήριο. Όλοι εργάζονταν σε εργοτάξιο οινοποιείου της περιοχής. Το πρωί της 12.11.2018, ο κατηγορούμενος ενημέρωσε τους συγκάτοικους του, ότι, δεν θα πήγαινε μαζί τους στη δουλειά εκείνη την ημέρα, καθ’ ότι - ως τους ανέφερε - τον πονούσε η μέση του και επίσης θα μετέβαινε στη 15 Λευκωσία για να παραλάβει χρήματα που του έστειλε κάποιος φίλος του αδελφού του. Το ίδιο πρωινό και περί ώρα 07:30 μετέβη στο περίπτερο του Μ.16 στο κατηγορητήριο, που βρίσκεται στο δρόμο Ορκόντα - Καλοπαναγιώτη και αγόρασε ένα μαχαίρι. Ερωτηθείς από το μάρτυρα, τι θα έκανε το μαχαίρι, αποκρίθηκε ότι το ήθελε για να κόβει το ψωμί του. Την ίδια ημέρα και περί ώρα 12:30, η Μ.15 στο κατηγορητήριο επισκέφθηκε τη φίλη της Γιαννούλα Χατζηγιάννη (το θύμα), στο μπακάλικο στον Καλοπαναγιώτη όπου εργαζόταν. Αφού κάθισαν και τα είπαν για λίγο, αναχώρησαν με το όχημα του θύματος με αρ. εγγραφής HBK 311, περί ώρα 12:50. Ήταν η συνήθης ώρα που σχόλαγε το θύμα, γεγονός που ήταν γνωστό στους κατοίκους της περιοχής και για τη συγκεκριμένη τουλάχιστον ημέρα, γνωστό και στον κατηγορούμενο. Θα ακολουθούσε (όπως πάντα) τη διαδρομή Καλοπαναγιώτη – Οίκου Μαραθάσας όπου διέμενε το θύμα αλλά και η αδελφή της την οποία θα επισκεπτόταν τη συγκεκριμένη μέρα και ώρα. Τη Μ.15 θα την κατέβαζε στο δίστρατο προς Γερακιές που βρίσκεται σε κάποιο σημείο της εν λόγω διαδρομής. Το θύμα κάθισε στη θέση του οδηγού και η Μ.15 στη θέση του συνοδηγού και ξεκίνησαν. Αφού διένυσαν απόσταση περίπου 400 μέτρων, φτάνοντας στο σημείο όπου υπάρχει στάση λεωφορείου, είδαν τον κατηγορούμενο να στέκεται, να σηκώνει το χέρι (κρατώντας στο αριστερό χέρι μια τσάντα) και να τους κάνει σήμα να σταματήσουν. Είναι βέβαιο, ότι, είναι σ’ αυτούς που έκανε σήμα, αφού δεν υπήρχαν αλλά οχήματα, είτε μπροστά είτε πίσω τους, τη δεδομένη στιγμή. Το θύμα σταμάτησε και αφού προσφώνησε τον κατηγορούμενο με το όνομα του, τον ρώτησε αν είχε πάει στη Συνεργατική. Ο κατηγορούμενος απάντησε καταφατικά, μπήκε στο αυτοκίνητο και κάθισε στο κάθισμα πίσω από τη θέση του οδηγού, αφού η πόρτα από την άλλη πλευρά δεν άνοιγε. Πριν κατέβει η Μ.15, άκουσε το θύμα να ρωτά τον κατηγορούμενο αν θα πήγαινε μετά στη δουλειά του και αυτός να δίνει καταφατική απάντηση. Το θύμα και ο κατηγορούμενος γνωρίζονταν από πριν και είχαν μεταξύ τους κάποιου 16 είδους οικονομική δοσοληψία, χωρίς να υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου, σαφής εικόνα σε σχέση με τη φύση και τις επί μέρους λεπτομέρειες αυτής της δοσοληψίας. Όταν κατέβηκε η Μ.15 από το όχημα, το θύμα αναχώρησε, με τον κατηγορούμενο να συνεχίζει να κάθεται στη θέση ακριβώς από πίσω της. Από την προηγηθείσα συζήτηση θύματος και κατηγορούμενου, το θύμα – κατά την αντίληψη της Μ.15 – δεν έδειχνε ανήσυχη ούτε και της ανέφερε ποτέ, ότι απειλείται. Περί ώρα 13:15, η Μ.23 στο κατηγορητήριο – η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο προσέφερε κατ’ οίκον φροντίδα σε ζεύγος ηλικιωμένων στο σπίτι τους στο χωριό Οίκος – άκουσε κορναρίσματα αυτοκινήτου. Μέχρι να βγει από την πόρτα της κουζίνας που οδηγεί στο δρόμο για να δει τι συνέβαινε, άκουσε το θύμα που καθόταν στη θέση του οδηγού να φωνάζει «βοήθεια». Ταυτόχρονα, είδε, τον κατηγορούμενο που καθόταν στη θέση πίσω της, να κρατά με το δεξί του χέρι το κεφάλι της και με το αριστερό να την κτυπά με το μαχαίρι στο λαιμό. Φοβήθηκε, έκλεισε και κλείδωσε την πόρτα και όλα τα παράθυρα. Ακολούθως, ανέβηκε στο δωμάτιο της και είδε από το παράθυρο, τον κατηγορούμενο να βρίσκεται ιστάμενος πλέον εντός του οχήματος και να κτυπά το θύμα με το μαχαίρι στο στήθος. Το όχημα εκείνη την ώρα ήταν ακριβώς έξω από το σπίτι. Στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος κατέβηκε από το όχημα, άνοιξε την πόρτα του οδηγού, έδωσε δυο γροθιές στο θύμα, έσβησε τη μηχανή του οχήματος από το διακόπτη και αφού κόρναρε δυο φορές, έφυγε τρέχοντας. Τέλος, είδε ότι το θύμα είχε πολύ αίμα στα ρούχα και στο πρόσωπο, πως συνέχισε να αναπνέει για άλλα 2-3 λεπτά και στη συνέχεια, σταμάτησε. Αυτοψία στη σκηνή διενήργησε η Μ.Κ.1, ετοιμάζοντας και σχετική έκθεση (έγγραφο 1Α). Οι φωτογραφίες που λήφθηκαν κατά την αυτοψία είναι το τεκμήριο 1. Η Μ.Κ.1 διενήργησε και τη μεταθανάτια ιατροδικαστική εξέταση, ετοιμάζοντας και πάλι σχετική έκθεση (έγγραφο 17 1Β). Οι φωτογραφίες που λήφθηκαν κατά τη μεταθανάτια εξέταση είναι το τεκμήριο 2. Το σύνολο των ευρημάτων της Μ.Κ.1, το υιοθετούμε και το αναγάγουμε και σε δικά μας συμπεράσματα, χωρίς να χρειάζεται να το καταγράψουμε, εδώ, εκ νέου. Από τα εν λόγω ευρήματα, προκύπτει ότι το θύμα δέχθηκε επαναλαμβανόμενα, πολλαπλά και βίαια κτυπήματα με το μαχαίρι σε διάφορα μέρη του σώματος της, μεταξύ των οποίων και σε ζωτικά όργανα όπως η καρδιά, οι καρωτίδες και ο λαιμός. Τα κτυπήματα αυτά τα δέχθηκε από πίσω, στοιχείο που καταδεικνύει ότι καθόταν στη θέση του οδηγού και ο κατηγορούμενος στο κάθισμα πίσω της. Από τη φύση των τραυμάτων, προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος όχι απλώς κάρφωνε το μαχαίρι, αλλά το τραβούσε κιόλας εντός του σώματος του θύματος, πριν το ξεκαρφώσει, για να μεγιστοποιήσει έτσι την έκταση των τραυμάτων που προκαλούσε. Από τα στοιχεία αυτά (κτυπήματα σε ζωτικά όργανα και προσπάθεια μεγιστοποίησης τραυμάτων) προκύπτει ξεκάθαρα και η πρόθεση θανάτωσης του θύματος. Επί τούτου, σημειώνουμε ότι ο θάνατος επήλθε από αιμορραγικό σοκ ένεκα θλαστικής ρήξης της καρδιάς με τέμνον και νύσσον όργανο (το μαχαίρι δηλαδή). Το θλαστικό τραύμα ήταν βαθύ και διαπέρασε τους μεσοπλεύριους μύες 3ης και 4ης πλευράς, το περικάρδιο και τη δεξιά καρδιά (φωτογραφίες 104 και 106 – τεκμηρίου 2). Το μαχαίρι καρφώθηκε και ξεκαρφώθηκε στην καρδιά του θύματος με αποτέλεσμα, να υπάρξει γρήγορη αιμορραγία και ο θάνατος να επέλθει εντός ενάμιση με δύο λεπτών, κάτι που θεωρείται «ακαριαίος θάνατος». Τέλος, σημειώνουμε, ότι, η χειρολαβή του μαχαιριού εντοπίστηκε στο κάθισμα του συνοδηγού του οχήματος του θύματος και η λεπίδα του, στο πάτωμα πίσω από τη θέση του συνοδηγού».
«Αβίαστα καταλήγουμε στο συμπέρασματα…»
Το Κακουργιοδικείο προσθέτει στην απόφασή του: «Συναρτώντας, λοιπόν, τις πιο πάνω αρχές με τα συμπεράσματα μας, αβίαστα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως αποδεικνύεται το στοιχείο της προμελέτης. Δεν υπάρχει βέβαια άμεση μαρτυρία επί της νοητικής κατάστασης του κατηγορούμενου προ της διάπραξης του φόνου, ούτε και είναι σύνηθες να υπάρχει τέτοια μαρτυρία. Υπάρχει, όμως, περιστατική μαρτυρία, τόση και τέτοια, που οδηγεί με σιγουριά στο αναπόδραστο συμπέρασμα, ότι, ο κατηγορούμενος όντως προμελέτησε την θανάτωση της άτυχης Γιαννούλας και εξηγούμε (…) Τρίτον, κάθισε και παρέμεινε στο κάθισμα, ακριβώς πίσω από τη θέση του οδηγού όπου βρισκόταν το θύμα. Αυτό, όπως πολύ εύστοχα επεσήμανε ο κ. Αριστείδης, τον έθετε σε θέση ισχύος έναντι του θύματος. Είναι πολύ σημαντικό να επισημανθεί, ότι, μέχρι τη στιγμή που 24 κατέβηκε η Μ.15 από το όχημα, δεν έγινε το παραμικρό που να παραπέμπει σε αψιμαχία μεταξύ δράστη και θύματος. Το θύμα έδειχνε ήσυχη όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η Μ.15. Συνεπώς, γιατί, μετά που κατέβηκε η Μ.15 από το όχημα, δεν κάθισε ο κατηγορούμενος στο μπροστινό κάθισμα – ως θα ήταν απολύτως φυσιολογικό και αναμενόμενο – και παρέμεινε στη θέση ισχύος όπου βρισκόταν; Η απάντηση βέβαια – και πάλι σε συνάρτηση με τα όσα άλλα υποδεικνύουμε – ήρθε λίγα λεπτά αργότερα, όταν, ξαφνιάζοντας το ανήμπορο, να αντιδράσει θύμα, την έπιασε από πίσω και κυριολεκτικά την κατακρεούργησε. Αυτό, μας φέρνει στο επόμενο στοιχείο. Τέταρτο, η πρωτοφανής βιαιότητα των κτυπημάτων και η στόχευση σε ζωτικά όργανα, όπως τα περιέγραψε η Μ.Κ.1, που καταφανώς δεικνύουν στόχο-προσήλωση στην άμεση θανάτωση του θύματος. Δεν εισηγούμαστε βέβαια, ότι, η πρόθεση θανάτωσης διαπλέκεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με το στοιχείο της προμελέτης. Κάθε άλλο. Αποτελούν ξεχωριστά και διακριτά στοιχεία. Ωστόσο, ως προκύπτει από τη Νομολογία και ειδικά από τις υποθέσεις Ονησίλλου, Γιουρούκκης και Θωμά (ανωτέρω) «τα μέσα που χρησιμοποιούνται και η επιμονή του δράστη να επιφέρει το θάνατο είναι στοιχεία αποκαλυπτικά των προθέσεων του που μπορεί να συνεκτιμηθούν για την εξαγωγή συμπερασμάτων αναφορικά με την ύπαρξη προμελέτης». Πέμπτο, η παρατεταμένη διάρκεια της εκδηλωθείσας επίθεσης κατά του θύματος. Σύμφωνα με την παραδεκτή μαρτυρία της Μ.23, αρχικά, είδε τον κατηγορούμενο να κρατά το θύμα με το ένα χέρι και με το άλλο να την κτυπά στο λαιμό. Στο χρονικό αυτό σημείο υπήρξε ανάπαυλα στη θέαση της, αφού φοβήθηκε, έσπευσε να κλειδώσει πόρτα και παράθυρα και ανέβηκε στο δωμάτιο της. Όταν κοίταξε εκ νέου, από το παράθυρο πλέον του δωματίου της, είδε τον κατηγορούμενο, να έχει αλλάξει στάση – αφού ήταν πλέον ιστάμενος – και να κτυπά το θύμα με το μαχαίρι στο 25 στήθος. Έπειτα, ο κατηγορούμενος, κατέβηκε από το όχημα και με μια φρικαλέα και αποτρόπαια πράξη αποτελειώματος του θύματος, της έδωσε και δύο γροθιές, λες και τα πολλαπλά κτυπήματα με το μαχαίρι δεν ήταν αρκετά για να τη σκοτώσουν. Η χρονική διάρκεια της επίθεσης δεικνύει δύο πράγματα: Πρώτον, την αποφασιστικότητα για θανάτωση του θύματος (που άπτεται του προηγούμενου στοιχείου που παραθέσαμε) και δεύτερον, το αμετανόητο της απόφασης του κατηγορούμενου. Όπως πολύ σωστά το έθεσε ο κ. Αριστείδης, ο κατηγορούμενος, για τον λίγο έστω χρόνο που χρειάστηκε μέχρι να κλειδώσει η Μ.23 την πόρτα και τα παράθυρα και να ανέβει στο δωμάτιο της, είχε την ευκαιρία να αναλογιστεί τις συνέπειες των πράξεων του και να αποστεί από την υλοποίηση τους. Κάτι τέτοιο, ενδεχόμενα, θα αναχαιτούσε την τεκμηρίωση προμελέτης. Αντ’ αυτού όμως, συνέχισε να καταφέρνει κτυπήματα στο θύμα, μεταξύ αυτών, και το θανατηφόρο κτύπημα στην καρδιά».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις