Αρχές Ιουνίου του 2017 ήταν όταν ο Ερυθρός Αστέρας ανακοίνωνε την πρόσληψη του Βλάνταν Μιλόγεβιτς. Δεν ήταν άγνωστος στο «Μαρακανά», αυτό όμως δεν επαρκούσε.
Οι αντιδράσεις αρκετές, αφού δεν θεωρήθηκε τότε επαρκής, ικανός για να βγάλει την «ζβέζντα» από τη θέση του σχεδόν μόνιμου κομπάρσου στον κυριαρχικό ρόλο της Παρτιζάν στον 21ο αιώνα. Η θητεία του ως παίκτης με τα ερυθρόλευκα για μια σεζόν το 1996, χαμένη στη λήθη.
Είχε πάει ακολουθώντας τον κατά 6 χρόνια μεγαλύτερο αδερφό του (και νυν προπονητή), Γκόραν (ένας από τους λίγους που έχουν φορέσει τη φανέλα και των δύο αιώνιων στη Σερβία), αλλά δεν φτούρησε στον Αστέρα (ομάδα που ο ίδιος υποστήριζε μεγαλώνοντας, ακολουθώντας τα πατρικά… πιστεύω).
Επέστρεψε ύστερα από 11 χρόνια ποδοσφαιρικής καριέρας στην Ελλάδα, όπου και τερματίζοντας την πήρε τόσο υπηκοότητα και δίπλωμα προπονητικής και με αυτό ανά χείρας, ξεκίνησε την σταδιοδρομία στους πάγκους αναλαμβάνοντας για 3 χρόνια πόστο στις ακαδημίες του Αστέρα και πάλι όμως.
Αυτό που για περισσότερο εκτιμήθηκε από τους οπαδούς της νέας του ομάδας ήταν η κατάκτηση του Κυπέλλου Σερβίας με την Τσουκαρίτσκι το 2015, όταν και επικράτησε της Παρτιζάν. Εκεί είχε δώσει τα πρώτα προπονητικά του διαπιστευτήρια παίρνοντας μια ομάδα από τη Β’ κατηγορία, ανεβάζοντας την στα σαλόνια, στέλνοντας την (δις) στα προκριματικά του Europa League και κερδίζοντας και τον μόνο τίτλο της ιστορίας της. Ακολούθησε το αγροτικό στην Κύπρο (Ομόνοια) και μια εντυπωσιακή σεζόν στον Πανιώνιο και… that’s it, Αστέρας!
Δυόμιση χρόνια μετά, γράφει ρεκόρ, συλλέγει τίτλους, έχει αλλάξει το ριζικό, την πορεία της ομάδας του. Δύο πρωταθλήματα (και φουλ για 3ο σερί), μόλις 3 ήττες συνολικά σε αυτό το διάστημα στη Super Liga (όπου μάλιστα «έτρεξε» ένα εντυπωσιακό αήττητο 56 παιχνιδιών), συμμετοχή στους ομίλους του Europa League, επιστροφή πέρυσι σε ομίλους Champions League ύστερα από 26 χρόνια και «καπάκι», φέτος, 2η σερί, χωρίς να έχει καν ηττηθεί σε νοκ άουτ αναμέτρηση προκριματικών για 3 διαδοχικά καλοκαίρια, ξεπερνώντας, στις αρχές του μήνα, τις 100 νίκες σε αυτό το διάστημα ως προπονητής του Αστέρα.
Κάπως έτσι, ο «Μίλογε» απολαμβάνει στάτους… θεού στο ερυθρόλευκο κομμάτι του Βελιγραδίου. Δεν το επιδιώκει. Σπάνια θα τον δεις μετά τις 7-8 το βράδυ να κυκλοφορεί. Για την ακρίβεια, σπάνια θα τον δεις έξω από το γραφείο του και εκεί, 2-3 βιβλία, πέραν αυτών για την εξέλιξη του ποδοσφαίρου, διαβάζει πολύ ψυχολογία (μανία που «τροφοδότησε» η σύζυγος του, με την οποία φέτος συμπληρώνουν 30 χρόνια ως ζευγάρι, έχοντας δύο παιδιά) και πεζογραφία, ένα λάπτοπ, ένας πίνακας με σημειωμένα τα ζητούμενα της εβδομάδας και του επερχόμενου ματς, ο κόσμος του όλος.
Η μπάλα, η δουλειά του, η ζωή του. Άνετα συζητάει για την γερμανική προπονητική σχολή (πέρασε αρκετούς μήνες και ταξίδια «εκπαίδευσης» σε διάφορες ομάδες και τεχνικούς), εύκολα θα σου αναλύσει τον Μουρίνιο, τη σύγχρονη ιταλική φιλοσοφία και τον τρόπο που στην Αγγλία αφομοιώνονται τα πάντα. Η δική του; Αποτυπώνεται από το ότι θεωρεί ως μεγαλύτερο παράσημο της καριέρας του, την ατάκα μια Σλοβένας καθαρίστριας, όταν η Τσουκαρίτσκι έκανε καλοκαιρινή προετοιμασία στη χώρα της, πως ποτέ της δεν είχε συναντήσει τόσο πειθαρχημένη κι οργανωμένη ποδοσφαιρική ομάδα στο ξενοδοχείο που δούλευε!
Γι’ αυτόν δεν υπάρχει ο τέλειος προπονητής (παρότι αναγνωρίζει τον πρωταθλητή Ευρώπης Γιούργκεν Κλοπ, τον όποιο πέρυσι κέρδισε στο Βελιγράδι), παρά μόνο οι τέλειες συνθήκες, το ιδανικό περιβάλλον που επιτρέπει αρμονική συνεργασία. Ανταπαντά στις κρίσεις πως είναι αμυντικογενής, αυτοχαρακτηριζόμενος ως προσεκτικός. Δεν πρόκειται να το παραδεχτεί αλλά υποστηρίζει Μπαρτσελόνα και Μέσι και γι’ αυτό συχνά κοντράρεται με τον γιο του, Νεμάνια, ο οποίος είναι στον… άλλο πόλο (Ρεάλ και Ρονάλντο) και -κυρίως- όντας Βαλκάνιος, γνωρίζει πως στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει happy end για κανέναν. Γι’ αυτό και το περασμένο καλοκαίρι, στο peak του στο Βελιγράδι, ήταν κοντά στο ν’ αποχωρήσει από τον Αστέρα. Θα μπορούσε να το είχε κάνει και στα τέλη Αυγούστου, όταν τον πρωτοπροσέγγισε η ΑΕΚ, αλλά εξασφαλίζοντας πως θα κουνήσει (και πάλι) «σεντόνι», παρέμεινε στο «Μαρακανά», σε μια σεζόν που πολλοί προεξοφλούν ως τελευταία του εκεί.
Δυο φορές ο Ολυμπιακός κι άλλη μία ο ΠΑΟΚ, παλιότερα, είχαν χτυπήσει την πόρτα του. Για διαφορετικούς λόγους, τίποτα δεν προχώρησε. Χωρίς δική του ευθύνη. Τώρα, με το ενδιαφέρον της ΑΕΚ πιο σοβαρό από ποτέ, έχει ίσως τη ρεαλιστικότερη πιθανότητα να επιστρέψει στην Ελλάδα (που αναγνωρίζει την εδώ θητεία του ως καταλυτική για την εξέλιξη του ως επαγγελματίας και άνθρωπος). Με μια διαφορά, απότοκο των εντυπωσιακών επιτευγμάτων του στον Αστέρα: Πλέον, αυτός είναι που αποφασίζει…
Πηγή: Sportime.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Στους 25 ανέρχονται οι επιζώντες από συντριβή αεροπλάνου στο Καζακστάν
• Αρχιεπίσκοπος: Να επανατοποθετηθεί το Κυπριακό ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις