Το δικαστήριο της Λιμπρεβίλ τους έκρινε ενόχους το βράδυ της Τρίτης, ενώ και οι δύο δικάστηκαν ερήμην. Εκτός από την ποινή φυλάκισης, τους επιβλήθηκε πρόστιμο 100 εκατομμυρίων φράγκων CFA (περίπου 177.000 δολάρια), ενώ ο Νουρεντίν υποχρεώθηκε να καταβάλει επιπλέον 1,2 τρισεκατομμύρια φράγκα CFA (περίπου 2,1 δισ. δολάρια) ως αποζημίωση στο κράτος της Γκαμπόν.
Μητέρα και γιος κατηγορήθηκαν ότι εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση υγείας του προέδρου Αλί Μπόνγκο, ο οποίος υπέστη εγκεφαλικό το 2018, για να ασκήσουν εξουσία και να αποκομίσουν προσωπικά οικονομικά οφέλη. Οι ίδιοι είχαν απορρίψει τις κατηγορίες πριν από τη δίκη, κάνοντάς λόγο για «δικαστική φάρσα».
Ο Αλί Μπόνγκο ανετράπη τον Αύγουστο του 2023 με στρατιωτικό πραξικόπημα υπό τον Μπρις Ολιγκί Νγκουεμά, ο οποίος στη συνέχεια εξελέγη πρόεδρος της χώρας.
Μετά την ανατροπή του, η Σιλβία και ο Νουρεντίν Μπόνγκο παρέμειναν υπό κράτηση για 20 μήνες, προτού αφεθούν ελεύθεροι τον Μάιο και τους επιτραπεί να ταξιδέψουν στο Λονδίνο για ιατρικούς λόγους. Ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος δεν διώκεται ποινικά και, σύμφωνα με τις αρχές, είναι ελεύθερος να κινείται.
Ο κρατικός εισαγγελέας της Γκαμπόν, Έντι Μινάνγκ, δήλωσε τη Δευτέρα ότι η απουσία των δύο κατηγορουμένων από τη δίκη προκάλεσε «έκπληξη» στις αρχές.
Η διαδικασία, πάντως, συνεχίζεται για εννέα ακόμη κατηγορούμενους, πρώην συνεργάτες της οικογένειας Μπόνγκο, με την εκδίκαση των υποθέσεών τους να αναμένεται να ολοκληρωθεί έως την Παρασκευή.
Η οικογένεια Μπόνγκο κυβέρνησε την Γκαμπόν για περισσότερο από μισό αιώνα — ο Ομάρ Μπόνγκο παρέμεινε στην εξουσία επί 42 χρόνια, ενώ ο γιος του, Αλί Μπόνγκο, ηγήθηκε της χώρας για 14 χρόνια έως το πραξικόπημα. Παρά τον πλούτο της χώρας σε πετρέλαιο, περίπου το ένα τρίτο των κατοίκων της Γκαμπόν ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
ΠΗΓΗ: Πρώτο Θέμα