Η Επιτροπή συζήτησε σήμερα, με αρκετή ένταση και διαφωνίες μεταξύ Βουλευτών, στην παρουσία και της Νικολέττας Τσικκίνη και του δικηγόρου της, Αλέκου Αργύρη, το θέμα του δικαιώματος στην ελευθερία έκφρασης, στην άσκηση κριτικής, καθώς και στην άσκηση κοινοβουλευτικού ελέγχου χωρίς τον φόβο αντιποίνων.
Ο δικηγόρος της κ. Τσικκίνη κατάθεσε και υπόμνημα στην Επιτροπή με θέμα: «Καταγγελία για απειλητικό μήνυμα από μέλος της ΚΥΠ και παραβίαση του δικαιώματος ελευθερίας της έκφρασης».
Η Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε δηλώσεις της μετά τη συνεδρία της Επιτροπής είπε ότι ως Κοινοβούλιο έχουν υποχρέωση να διασφαλίσουν ότι η ελευθερία λόγου, ο πλουραλισμός στην έκφραση δεν απειλείται από οργανωμένους κρατικούς μηχανισμούς.
«Δεν μπορεί να δέχομαι καταγγελίες από γνωστούς δημοσιογράφους οι οποίοι έχουν άποψη, οι οποίοι επηρεάζουν την κοινή γνώμη, ότι οργανωμένα δέχονται επιθέσεις μετά τη δημοσιοποίηση κάθε άρθρου τους. Με το ίδιο σκεπτικό, με την ίδια προσέγγιση, με το ίδιο λεκτικό και αυτές τις καταγγελίες επιβεβαίωσε σήμερα και ο Πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών, ο οποίος ακριβώς αισθανόμενος ότι το θέμα παίρνει διαστάσεις, αναγκάστηκε να βγάλει σχετικές ανακοινώσεις προκειμένου να προστατεύσει το δημοσιογραφικό κόσμο», σημείωσε.
Διερωτήθηκε «τι είναι μια δημοκρατία χωρίς κριτική; Πώς εξελίσσεται μία κοινωνία όταν δεν επιτρέπουμε την κριτική; Όταν θέλουμε να ακούμε μόνο αυτά που μας κάνουν αρεστούς;»
Και δεν μπορεί, συνέχισε η κ. Χαραλαμπίδου, ο κάθε δημοσιογράφος να σκέφτεται 2 φορές τι θα γράψει είτε γιατί φοβάται ότι μπορεί να χάσει τη δουλειά του είτε χειρότερα γιατί κουράζεται από τις επιθέσεις που δέχεται και στο τέλος διερωτάται γιατί να βάζω εγώ τον εαυτό μου σε αυτή τη διαδικασία, ας χρησιμοποιήσω μια πιο απαλή γλώσσα ή προσέγγιση.
«Οι μεγάλες εταιρείες στο εξωτερικό, οι πολυεθνικές, όταν θέλουν να φιμώσουν δημοσιογράφους, απειλούν με αγωγές και περιμένουμε να σημειώσω και το σχετικό νομοσχέδιο για την Κύπρο από το Υπουργείο Δικαιοσύνης να κατατεθεί», ανέφερε η Πρόεδρος της Επιτροπής.
«Εδώ αρχίσαμε με τα "trolls", τα οποία κάποια έγιναν επώνυμα και ξέρουμε ότι είναι κουλτούρα κάποιων εχόντων εξουσία αυτού του είδους οι πρακτικές. Το είδαμε και κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα που τότε βγήκαν στη δημοσιότητα πράματα και θάματα, για fake accounts και πως στοχοποιούσαν αντιπάλους συγκεκριμένων πολιτικών προσώπων», σημείωσε.
Δεν μπορεί, συνέχισε η κ. Χαραλαμπίδου, «η Δημοκρατία μας να λειτουργεί με αυτό τον τρόπο».
Σε ότι αφορά την υπόθεση Τσικκίνη, η κ. Χαραλαμπίδου είπε ότι είναι πολίτης και τη δεδομένη στιγμή, όταν δέχτηκε τις απειλές, τις δέχτηκε ως πολίτης από επώνυμο λογαριασμό, και αυτή τη στιγμή αντί να προχωρήσει πειθαρχική διαδικασία προκειμένου να διασφαλιστεί ότι παρόμοιες συμπεριφορές ατόμων που υπηρετούν σε υπηρεσίες, οι οποίες τους δίνουν εξουσία, αντιμετωπίζονται με πειθαρχικές διαδικασίες, αφέθηκε μία περιρρέουσα για την αποκάλυψη της ταυτότητας του μέλους της ΚΥΠ, το οποίο μέλος δεν ήταν σε επιχείρηση όταν αποκαλύφθηκε η ταυτότητά του, απλώς ενοχλήθηκε από την κριτική, η οποία ασκείτο στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας.
«Ναι, μετατέθηκε άμεσα. Όμως δεν υπάρχει καμία πειθαρχική διαδικασία, με αποτέλεσμα να δούμε το συγκεκριμένο όνομα και στις επόμενες προαγωγές στην αστυνομία. Αυτό δεν μας το ξεκαθάρισε κανένας», είπε.
Η κ. Χαραλαμπίδου πρόσθεσε ότι «δεν μπορεί να ζούμε σε ένα κράτος, που όποιος αισθάνεται ότι έχει πλάτες και δη ισχυρές πλάτες, να κάνει ότι θέλει. Έχουμε νόμους;. Έχουμε θεσμούς;. Έχουμε θεσμούς οι οποίοι θωρακίζουν και υπερασπίζονται τη δημοκρατία»;
«Εδώ έχουμε αποτύχει να διώξουμε και χώσαμε υποθέσεις στα συρτάρια, άτομα που εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς και απειλούν τη Τσικκίνη για προσωπικά δεδομένα. Προκαλούν τη νοημοσύνη του μέσου πολίτη», σημείωσε.
Η κ. Χαραλαμπίδου εξέφρασε, παράλληλα, τη λύπη της γιατί σήμερα ούτε ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ ούτε ο Γενικός Διευθυντής ήταν παρόντες παρά το γεγονός ότι κλήθηκαν.
Η ίδια εξέφρασε τον εντυπωσιασμό της «από το θάρρος δημοσιογράφου του ΡΙΚ όταν σε νυχτερινή συζήτηση με τους κ. (Χρύση) Παντελίδη, (Ανδρέα) Πασιουρτίδη και Νίκο Γεωργίου, έκανε συγκεκριμένη αναφορά για trolls που οργανωμένα επιτίθενται σε δημοσιογράφους που κάνουν τη δουλειά τους. Θαύμασα το θάρρος του γιατί εργάζεται στη δημόσια ραδιοτηλεόραση».
«Για αυτό ήταν απαραίτητη η παρουσία σήμερα τόσο του Γενικού Διευθυντή όσο και του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου για να δούμε πώς αντιλαμβάνονται και πώς διαχειρίζονται τέτοιου είδους φαινόμενα που απειλούν τους δημοσιογράφους τους», συμπλήρωσε.
Η κ. Χαραλαμπίδου, σε τοποθέτηση της ενώπιον της Επιτροπής είπε ότι σε χώρες όπου λειτούργησαν μηχανισμοί εκφοβισμού δημοσιογράφων ή πολιτικών προσώπων, τα οποία είχαν έντονες απόψεις και απήχηση στην κοινή γνώμη, αυτό αποκαλέστηκε ψηφιακή εκτροπή και μάλιστα καταδικάστηκε από Κυβερνήσεις, και Κυβερνήσεις που εργαλειοποίησαν τα social media για να περιορίσουν και να θέσουν ένα πλαίσιο βολικών στο δημόσιο διάλογο επικρίθηκαν από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
«Δυστυχώς, τέτοιες πρακτικές καταγράφονται και στην Κύπρο, η οποία είναι χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Βουλή οφείλει να θέσει θέμα θεσμικού ελέγχου και προστασίας του πλουραλισμού», σημείωσε.
Πρόσθεσε ότι κανένα μέλος που ασκεί εξουσία σε οποιαδήποτε υπηρεσία δεν μπορεί να χρησιμοποιεί την υπηρεσία του είτε για να απειλήσει είτε να εκφοβίσει, προσθέτοντας ότι «θεωρώ ότι υπάρχει μείζον ζήτημα επί τούτου».
Ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπή Θεσμών, Βουλευτής ΔΗΣΥ, Δημήτρης Δημητρίου, μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής είπε ότι η παρουσία στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει να κάνει περισσότερο, αν όχι κυρίαρχα, με την νομοθεσία και των κανονισμών που διέπει την ΚΥΠ, και βάσει της νομοθεσίας και των κανονισμών, που πρόσφατα ψήφισε η Βουλή, ο Κοινοβουλευτικός έλεγχος που αφορά τη συγκεκριμένη υπηρεσία γίνεται για ευνόητους λόγους σε κλειστές απόρρητες συνεδριάσεις ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών.
Σημείωσε, παράλληλα, ότι σε καμία περίπτωση δεν θέλουν και δεν ζητούν να μην συζητηθεί το εν λόγω θέμα και στη γενικότερη του φύση αλλά και στην ειδικότερη του φύση.
Ο κ. Δημητρίου πρότεινε όπως σε ό, τι αφορά το ειδικότερο του θέματος, να τεθεί το ζήτημα ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και μάλιστα, και στην παρουσία όλων των εμπιστευόμενων.
«Θεωρώ, όπως στην λογική και στα πλαίσια της φυσικής δικαιοσύνης, πάντοτε, μα πάντοτε θα πρέπει να ακούγεται και ο αντίλογος. Ως εκ τούτου, πιστεύω ότι το πιο φρόνιμο που έχουμε να κάνουμε είναι σε ότι αφορά το ειδικότερο του θέματος, να μου προτείνετε να καλέσουμε στην Επιτροπή Θεσμών όλους όσοι πρέπει να παρευρεθούν για να συζητήσουμε εκεί σε κλειστή συνεδρίαση, σε απόρρητη συνεδρίαση, όπως προνοεί ο νόμος και ο κανονισμός, το ειδικότερο του ζητήματος», πρόσθεσε.
Σε παρέμβαση της, η Ειρήνη Χαραλαμπίδου είπε ότι αυτό που θα πρέπει να δει η Επιτροπή Θεσμών είναι τη δομή αυτών των οργάνων, πώς γίνονται οι αποσπάσεις σε αυτές τις υπηρεσίες, διότι ένα άτομο το οποίο προσλαμβάνεται σε μια τέτοια υπηρεσία πρέπει να έχει πλήρη συνείδηση του ρόλου που καλείται να επιτελέσει.
Είπε, παράλληλα, ότι η ελευθερία έκφρασης όμως και η προστασία των δημοσιογράφων και της ελευθερίας τους να ασκούν κριτική, εμπίπτει στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Ο κ. Δημητρίου είπε ότι βεβαίως να ξαναδούν και τη δομή της υπηρεσίας και τον τρόπο που γίνονται από αποσπάσεις.
Σε ότι το ζήτημα που αφορά την ελευθερία έκφρασης, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών είπε ότι προφανώς δεν εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον σε μια κλειστή συνεδρίαση, «αλλά σίγουρα ο κάθε ένας από εμάς και κρίση έχει και ελευθερία έκφρασης έχει και ασυλία έχει για βγει, στη δική του κρίση και να πει δημοσίως όλα όσα ο ίδιος κρίνει σωστά ότι πρέπει να πει»
Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ρίτα Θεοδώρου Σούπερμαν είπε ότι η άσκηση κριτικής είναι αναπόσπαστο μέρος της ελευθερίας έκφρασης και δεν πρέπει να μετατρέπεται σε προσβολή, δυσφήμηση ή αδικαιολόγητη επίθεση σε προσωπικό επίπεδο.
«Όποιος έχει εξουσία σε δεδομένη στιγμή στην Κύπρο, παρατηρείται να τη χρησιμοποιεί σε βάρος άλλου. Είναι ένα μεγάλο ζήτημα, αυτό και άρα από την εφαρμογή των νομοθεσιών να δούμε και λίγο πώς χρησιμοποιείται αυτή η εξουσία σήμερα σε βάρος των συνανθρώπων μας και εδώ που τα λέμε, δεν είναι και μικρός ο αριθμός των ανθρώπων σήμερα στην Κύπρο που ασκούν εξουσία», σημείωσε.
Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χρίστος Σενέκης, στη δική του τοποθέτηση είπε ότι η ελευθερία της έκφρασης είναι αναφαίρετο δικαίωμα, δεν χωρούν απειλές, δεν χωρούν εκφοβισμοί, ιδιαίτερα από λειτουργούς σε ευαίσθητες υπηρεσίες, ειδικά από τέτοιους λειτουργούν δεν μπορεί να δίνει ανεκτή σε καμία περίπτωση.
Σημείωσε, παράλληλα, ότι σε καμία περίπτωση η αποκάλυψη της ταυτότητας του/της λειτουργού δεν προσέφερε σε οτιδήποτε, ενώ αναφέρθηκε και σε παρόμοια υπόθεση με άτομο της Εθνικής Φρουράς.
Ο κ. Σενέκης, σε δηλώσεις του μετά το πέρας της συνεδρίας είπε «ως ΔΗΚΟ ξεκαθαρίζουμε ότι το δικαίωμα της έκφρασης είναι αναφαίρετο και καμία απειλή ή εκφοβισμός με σκοπό τον περιορισμό του δεν μπορεί να γίνεται ανεκτός. Χαιρετίζουμε το γεγονός ότι άμεσα η συγκεκριμένη υπηρεσία αντέδρασε και απομάκρυνε από τους κόλπους της το εμπλεκόμενο μέλος». «Την ίδια ώρα σημειώνουμε ότι οι δημόσιες τοποθετήσεις πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων εντάσσονται στο πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης και της πολιτικής ηθικής και ως τέτοιες θα πρέπει να αξιολογούνται», πρόσθεσε.
Επιπλέον, συνέχισε ο κ. Σενέκης, «έχουμε θέσει την ανάγκη σεβασμού της νομοθεσίας και την ανάγκη προστασίας των θεσμών του κράτους και ως εκ τούτου για σκοπούς διερεύνησης της συγκεκριμένης περίπτωσης δεν αποτελεί θετική εξέλιξη η αποκάλυψη της ιδιότητας του μέλους ευαίσθητης υπηρεσίας του κράτους».
Η ανεξάρτητη Βουλευτής, Αλεξάνδρα Ατταλίδου είπε ότι η ελευθερία έκφρασης στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια παραβιάζεται σημαντικά, από την παρουσία πολλών ανώνυμων trolls στα κοινωνικά δίκτυα, που είναι και οργανωμένα.
«Οι χρήστες συχνά ανώνυμοι, φοβίζουν και υπονομεύουν τις φωνές των πολιτών και των δημοσιογράφων μέσω επιθέσεων και διαδικτυακής παρενόχλησης. Αυτό δημιουργεί μια ανασφαλή ατμόσφαιρα, η οποία μπορεί να αποτρέπει τους ανθρώπους από το να εκφράσουν τις απόψεις τους ελεύθερα, φοβούμενοι τις συνέπειες», ανέφερε. Επιπλέον, πρόσθεσε, «τα ανώνυμα troll συνήθως διαδίδουν παραπληροφορίες και ψευδείς ειδήσεις και καθιστούν δύσκολη τη διάκριση της αλήθειας από την προπαγάνδα». «Αυτή η παραπληροφόρηση μπορεί να επηρεάσει την κοινή γνώμη και να περιορίσει τον εποικοδομητικό διάλογο, καθιστώντας τους πολίτες λιγότερο ενημερωμένους σχετικά με σημαντικά ζητήματα», σημείωσε.
Για τους δημοσιογράφους, είπε, οι επιθέσεις των troll μπορούν να δημιουργήσουν αυτολογοκρισία, καθώς μπορεί να αποφύγουν να καλύψουν ευαίσθητα θέματα ή να διατυπώσουν κριτικές απόψεις.
«Έτσι, η δυνατότητα ελεύθερης έκφρασης και πληροφόρησης, υπονομεύεται με αρνητικές επιπτώσεις στη δημοκρατία και τη κοινωνία στο σύνολο της», πρόσθεσε.
Σε δηλώσεις της μετά το πέρας της συνεδρίας, η κ. Ατταλίδου είπε ότι η ελευθερία της έκφρασης είναι θεμελιώδες δικαίωμα και δεν μπορεί να περιορίζεται γιατί αφορά την ποιότητα της Δημοκρατίας στον τόπο μας.
Επίσης, είπε η κ. Ατταλίδου, «θεωρώ ότι είναι σοβαρή η περίπτωση που άφησε να εννοηθεί, σε πολλά ΜΜΕ ότι η αποκάλυψη της ιδιότητας προσώπου που εργάζεται σε τομέα ασφαλείας του τόπου μας είναι ποινικό αδίκημα».
«Προτίθεμαι να καταθέσω τροπολογία, ούτως ώστε όταν άτομο που εργάζεται σε Σώμα Ασφαλείας του τόπου μας απειλεί πολίτη τότε δεν μπορεί να εφαρμόζεται αυτή η ρήτρα, γιατί αλίμονο αν εκείνοι που έχουν εξουσία μπορούν να απειλούν τους πολίτες και οι πολίτες να μην μπορούν να κάνουν ότι μπορούν για να αντιμετωπίσουν αυτές τις απειλές και όταν λέω ότι μπορούν, ότι μπορούν μεταξύ αυτών να αποκαλύψουν και ότι είναι μέλος σώματος ασφαλείας», συμπλήρωσε.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ και αναπληρωτής Πρόεδρος της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Γιώργος Κουκουμάς, αναφέρθηκε στην κατάχρηση εξουσίας, έτσι ώστε, όπως ανέφερε, με έμμεσους και άμεσους τρόπους να φιμωθεί η ελευθερία έκφρασης.
Είπε, παράλληλα, ότι η ελευθερία έκφρασης αφορά και τον πολίτη και το πολιτικό πρόσωπο και το Βουλευτή και το δημοσιογράφο και το συνδικαλιστή και τους πάντες, όταν θέλουν να ασκήσουν κριτική στην εξουσία. Σημείωσε ότι στο Παγκόσμιο Δείκτη των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα η Κύπρος κάθε χρόνο πέφτει 10, 12 στην ελευθερία του λόγου και στην ελευθερία του Τύπου.
Σε παρέμβαση της, η Πρόεδρος της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είπε ότι είναι η πρώτη φορά που ζουν οργανωμένη δημιουργία ψεύτικων λογαριασμών, είναι σύγχρονη κουλτούρα επικοινωνιακή, με την οποία στοχοποιούνται όχι με πολιτικά επιχειρήματα , με ύβρεις και λάσπη δημοσιογράφοι και πολιτικά πρόσωπα.
Ο Πρόεδρος της ΕΣΚ, Γιώργος Φράγκος, εξέφρασε τις πάγιες διαχρονικές θέσεις αρχών και αξιών της ΕΣΚ, που έχουν να κάνουν με την πεμπτουσία της δημοσιογραφικής αποστολής, η οποία είναι η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται όταν οι δημοσιογράφοι λειτουργούν ως υπηρέτες των εξουσιαζόμενων και ως ελεγκτές των εξουσιαστών.
«Αυτό το πράγμα τι σημαίνει; Σημαίνει κριτική. Χωρίς κριτική, χωρίς το βάσανο της κριτικής καμιά Δημοκρατία, κανένα πολίτευμα δεν προοδεύει, δεν εξελίσσεται, δεν νομιμοποιείται. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε. Όποτε επιχειρείται διάβρωση, συρρίκνωση, υποβάθμιση ή αλλοίωση του δικαιώματος ελευθερίας, έκφρασης και άσκησης κριτικής, η ΕΣΚ βρίσκεται απέναντι, διατρανώνοντας την αντίθεση της και στην βάση των δυνάμεών της το αντιπαλεύει», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι παρεμβαίνουν και όταν απειλείται η ζωή δημοσιογράφου και ανέφερε ότι είχαν τα τρεις με τέσσερις περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια.
Είπε, επίσης, και όταν αμφισβητείται η επαγγελματική του ακεραιότητα, παρεμβαίνουν.
Επεσήμανε, επίσης, ότι «ένας στους τρεις δημοσιογράφους έχει δεχθεί παρέμβαση για ρεπορτάζ που έγραψε, είτε από πολιτικά πρόσωπα είτε από φορείς της εξουσίας, ενώ το 62% βιώνουν έντονη εργασιακή ανασφάλεια».
Ο Αστυνομικός Διευθυντής του Τμήματος Ανθρώπινου Δυναμικού, Ιωάννης Χειμώνας, σε τοποθέτηση του, απαντώντας σε ερωτήσεις Βουλευτών, είπε ότι η ΚΥΠ κάνει την έρευνά της για τα άτομα τα οποία επιθυμεί να μετατεθούν κοντά της και ζητούνται από την Αστυνομία, προσθέτοντας ότι εάν η Αστυνομία δεν εντοπίσει κάτι εις βάρος αυτών των ατόμων, δεν έχει λόγο να αρνηθεί την παραχώρησή τους.
Σε ότι αφορά την υπόθεση Τσικκίνη και αν θα συνεχίσει το στέλεχος τους να υπηρετεί χωρίς έρευνα εναντίου του/της, ο κ. Χειμώνας είπε ότι η ΚΥΠ είναι ανεξάρτητη αρχή η οποία διέπεται από ξεχωριστό νόμο.
«Τα μέλη που υπηρετούν στην ΚΥΠ ελέγχονται διοικητικά και υπηρεσιακά από τον Διοικητή της ΚΥΠ. Σε περίπτωση πειθαρχικής παράβασης, κατά παράβαση του νόμου, των κανονισμών ή των εσωτερικών διαδικασιών της ΚΥΠ, ο πειθαρχικός έλεγχος, για αυτονόητους λόγους, γίνεται από την ΚΥΠ. Η Αστυνομία ενημερώνεται ως προς το πόρισμα, την ποινή πιθανού Πειθαρχικού Συμβουλίου. Εμείς δεν γνωρίζουμε τι έκανε η ΚΥΠ προς αυτή την κατεύθυνση. Η μετάθεση έγινε από τον Αρχηγό μετά από αίτημα της ΚΥΠ», συμπλήρωσε.
Σε παρατήρηση αν το θέμα θα μείνει εκεί και ποιος θα πάρει την απόφαση, ποιος θα κάνει πειθαρχική, ο κ. Χειμώνας είπε για το πρώτο σκέλος της ερώτησης ότι αυτό δεν μπορεί να το ξέρει, μπορεί να γίνεται, η ΚΥΠ πρέπει να τους πει.
Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, ο κ. Χειμώνας είπε ότι εάν η παράβαση αφορά κανονισμούς του νόμου περί ΚΥΠ ή εσωτερικούς κανονισμούς που δεν γνωρίζουν σαν Αστυνομία, τότε η έρευνα για λόγους ασφάλειας, διεξάγεται εσωτερικά από την ΚΥΠ. Ανέφερε, παράλληλα, ότι Αστυνομικός ο οποίος είναι αποσπασμένος στην ΚΥΠ, κατά τον χρόνο που υπηρετεί στην Υπηρεσία, υπάγεται στον έλεγχο της ΚΥΠ.
Σε παρέμβασή της, η Βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ρίτα Σούπερμαν, είπε ότι «εδώ δεν έχουμε μόνο παραβίαση των κανονισμών της ΚΥΠ και των εσωτερικών κανονισμών της ΚΥΠ, έχουμε ευρύτερη παραβίαση από ένα μέλος της Αστυνομίας». «Μιλάμε για απειλές. Δηλαδή, αν οποιοσδήποτε άλλος Αστυνομικός έκανε αυτό το αδίκημα δεν θα τον διώκατε; Έχουν ασυλία οι Αστυνομικοί της ΚΥΠ σε τέτοιου είδους αδικήματα που δεν αφορούν μόνο στα εσωτερικά της ΚΥΠ;», είπε.
Απαντώντας, ο κ. Χειμώνας είπε ότι σε περίπτωση που η παράβαση δεν αφορά εσωτερικούς κανονισμούς της ΚΥΠ, τότε ο Διοικητής της Υπηρεσίας πρέπει να ενημερώσει γραπτώς τον Αρχηγό για να ξεκινήσει την πειθαρχική διαδικασία. «Ούτε τέτοια ενημέρωση είχαμε εμείς γραπτώς. Πιθανόν να ασκείται πειθαρχική δίωξη γιατί διότι αφορά εσωτερικούς κανονισμούς της ΚΥΠ που εμείς δεν γνωρίζουμε», πρόσθεσε.
Ο δικηγόρος της κ. Τσικκίνη, Αλέκος Αργυρού, σε δηλώσεις του μετά το πέρας της συνεδρίας είπε πως «ήταν μία εποικοδομητική συζήτηση μπορώ να πω, όπου ακούστηκαν διάφορες απόψεις τόσο για την καταγγελία και τον εκφοβισμό τον οποίο δέχθηκε η πελάτισσά μου, ως επίσης και ο κίνδυνος ο οποίος επικρεμάται επί της κεφαλής της αναφορικά με δίωξη της όσον αφορά την παραβίαση προσωπικών δεδομένων».
«Θεωρώ ότι το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης είναι σημαντικότερο από οποιαδήποτε παραβίαση προσωπικών δεδομένων, αφού αυτό προστατεύεται από το Σύνταγμα τόσο από το Σύνταγμα όσο και από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης», πρόσθεσε.
Ανέφερε, επίσης, πως θεωρεί σημαντικό να αναφέρει ότι η καταγγέλλουσα πελάτης του θεωρεί ακόμα ότι έχει τη δυνατότητα να προβεί και σε περαιτέρω ενέργειες, καθόσον αφορά την εν λόγω καταγγελία, ως επίσης να προβεί και σε οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες, τις οποίες θα μελετήσουμε στην συνέχεια.
Ο κ. Αργυρού , σε τοποθέτηση του ενώπιον της Επιτροπής, είπε, μεταξύ άλλων, ότι ακόμα δεν γνωρίζει σε ποια υπηρεσία έπρεπε να αποταθούν ή ποια ήταν η αρμόδια αρχή ώστε να χειριστεί το παράπονο της πελάτισσάς του.
Είπε, επίσης, πως έστω και αν πηγαίναν στην Αστυνομία Λεμεσού να κάνουν παράπονο, θα τους έλεγαν ότι δεν πρόκειται για ποινικό αδίκημα και δεν θα τους έδιναν σημασία.
Στο σημείο αυτό, κατάθεσε σχετικό Υπόμνημα, το οποίο ανέγνωσε κύρια σημεία, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, πως «όταν κάποιες πράξεις προέρχονται από λειτουργό υπηρεσίας με εξουσία και πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα και πληροφορίες, δεν αποτελούν απλή προσωπική αντιπαράθεση, αλλά σοβαρή παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων και πιθανή κατάχρηση εξουσίας».
«Συνιστούν απειλή και αποκτούν τον χαρακτήρα εκφοβισμού και καταστολής της ελευθερίας της έκφρασης», πρόσθεσε.
Ο κ. Αργυρού είπε ότι ζήτησε από την Επιτροπή να το εξετάσει όχι μόνο ως θέμα ατομικού δικαιώματος, αλλά και ως θεσμικό πρόβλημα.
Ζητούν, είπε, να διερευνηθεί πλήρως η υπόθεση σε θεσμικό επίπεδο και ζητούν όπως αποσταλεί σαφές μήνυμα ότι η πολιτεία προστατεύει το δικαίωμα κάθε πολίτη να εκφράζεται ελεύθερα, χωρίς φόβο απειλών ή εκφοβισμού από οποιονδήποτε, πολλώ δε μάλλον από όργανα της ίδιας της πολιτείας.
Η Νικολέττα Τσίκκινη, στην τοποθέτηση της είπε ότι η συζήτηση με το συγκεκριμένο πρόσωπο έγινε δημόσια, άρα δημόσια η ίδια αποκάλυψε το όνομά της, το επίθετό της, τη φωτογραφία της και το προφίλ της.
Υπενθύμισε ότι στα μέσα κοινωνικά δίκτυα όποιος κάνει σχόλιο είναι δημόσιο, και μπορεί ο καθένας να πατήσει στο προφίλ και να δει όλες τις πληροφορίες που υπάρχουν δημοσιευμένες εκεί, όπως ήταν και η ιδιότητα της, η οποία δήλωνε ότι εργαζόταν στην Αστυνομία.
Επεσήμανε, παράλληλα, ότι η ίδια δεν έκανε καμία αποκάλυψη, αφού, όπως είπε, δεν επρόκειτο για διαρροή προσωπικών μηνυμάτων ή στοιχείων, όπως εσφαλμένα ειπώθηκε, και διερωτήθηκε ποια αποκάλυψη έκανα η ίδια;
«Έχουμε κι εμείς δικαίωμα να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας. Έγινε μία συζήτηση στην οποία έδωσα χρόνο στο συγκεκριμένο πρόσωπο να σκεφτεί, να διαγράψει και να αποσύρει τα σχόλια, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έκανε, αφού είναι ακόμα αναρτημένα. Όταν της ζήτησα να το πράξει, μου έστειλε φιλάκι και μου είπε: Κάθε πράγμα στην ώρα του», σημείωσε.
Η εκπρόσωπος της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, Αλεξία Κουντούρη, είπε, μεταξύ άλλων, ότι η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί τη λυδία λίθο της Δημοκρατίας.
Η άσκηση κριτικής και η ελεύθερη διατύπωση απόψεων, όσο ακραίες κι αν είναι, πρέπει να γίνονται σεβαστές. Η προστασία του δημοσιογραφικού επαγγέλματος αποτελεί επίσης κρίσιμο στοιχείο για τη λειτουργία της δημοκρατίας. Για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, υπάρχει ήδη απόφαση του ΕΔΔΑ που καθορίζει τις υποχρεώσεις όσων φιλοξενούν τέτοια σχόλια», πρόσθεσε.
Η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας, Στάλω Παπουή, στην τοποθέτηση της είπε ότι στον περί ΚΥΠ νόμο υπάρχουν πρόνοιες και για τις προαγωγές αλλά και για τις πειθαρχικές διαδικασίες σε σχέση με τα άτομα που είναι αστυνομικοί και αποσπώνται στην Υπηρεσία. «Δεν θεωρώ ότι υπάρχει κενό. Το ζήτημα θα πρέπει να λυθεί από το αρμόδιο όργανο στο οποίο υπάγεται ο κάθε πολίτης. Ο Γενικός Εισαγγελέας δεν μπορεί να παρέμβει ή να ενεργήσει σε αυτά τα ζητήματα, εκτός αν προκύψουν ποινικά θέματα και τότε να αξιολογήσει το μαρτυρικό υλικό», σημείωσε.
Ο νομικός και Αντιπρόεδρος της «Oxygono», Νικόλας Κυριακίδης, στη δική τοποθέτηση είπε ότι είναι παράνομη η δημοσιοποίηση της ταυτότητας ενός μέλους της ΚΥΠ και ο νόμος δεν προβλέπει ειδική εξαίρεση, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι σε άλλες ώριμες δημοκρατίες έχουν θεσπιστεί μηχανισμοί που διασφαλίζουν αντικειμενικότητα, όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, όπου υπάρχει ανεξάρτητο δικαστικό σώμα που εξετάζει καταγγελίες εναντίον μελών των υπηρεσιών πληροφοριών, ενώ στις ΗΠΑ, η Γερουσία είναι επιφορτισμένη με τον έλεγχο ποινικών και πειθαρχικών αδικημάτων του FBI ή της CIA».
Είπε, επίσης, ότι όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει στην Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να κλείνουν τις τρύπες ώστε να μην επαναληφθεί.
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Εσωτερικών ανέφερε ότι για την ελευθερία των μέσων είχαν και έχουν καλή επικοινωνία με τα ΜΜΕ.
«Αυτό που κάναμε είναι να ετοιμάσουμε νομοσχέδιο, το οποίο ήδη βρίσκεται στη Νομική Υπηρεσία και καθορίζει συγκεκριμένες αρμοδιότητες σε υπηρεσίες, καθώς και τον τρόπο εφαρμογής τους. Εάν η ελευθερία των ΜΜΕ αποτελεί θεμέλιο της Δημοκρατίας, τότε πρέπει να λαμβάνονται και τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα. Το νομοσχέδιό μας θα βοηθήσει τους δημοσιογράφους. Ωστόσο, όσον αφορά τα ΜΚΔ, είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμη επαρκής έλεγχος στο ηλεκτρονικό πεδίο», συμπλήρωσε.
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης ανέγνωσε την τοποθέτηση του Υπουργού, Μάριου Χαρτσιώτη, στην οποία αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι το Υπουργείο σέβεται πλήρως το δικαίωμα ελεύθερης και ανεμπόδιστης έκφρασης και κριτικής όλων των πολιτών.
«Τούτο κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ενώ αποτελεί θεμέλιο λίθο της ΕΕ και όλων των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Η ελευθερία της έκφρασης περιλαμβάνει την εξωτερίκευση στοχασμών, γνώμης και πεποιθήσεων με κάθε τρόπο με τον οποίο το άτομο εξατομικεύει και επικοινωνεί τις ιδέες του. Ωστόσο, η ελευθερία αυτή υπόκειται σε εξαιρέσεις και περιορισμούς όταν, κατά τη διαδικασία στάθμισης και πρακτικής εναρμόνισης, συγκρούεται με άλλο συνταγματικά προστατευόμενο αγαθό», σημειώνει.
Αναφέρει, τέλος, ότι ομολογουμένως η ελευθερία της έκφρασης και η άσκηση κριτικής έχει καταστεί ευκολότερη σήμερα χάρη κυρίως στη χρήση της τεχνολογίας και των σύγχρονων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και της αλληλεπίδρασης που τα συνοδεύει.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ