Το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων αποτελεί έναν δυναμικό κλάδο δικαίου που συνεχώς εξελίσσεται, ώστε να ανταποκριθεί στις μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες και τις προκλήσεις που διαρκώς αναδεικνύονται, επεσήμανε ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Γιώργος Σαββίδης, σε ομιλία του σε διάλεξη του Δικαστή στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Πρόεδρο του Τέταρτου Τμήματος, Δρα Κωνσταντίνου Λυκούργου, με θέμα «Πρόσφατη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις δημόσιες συμβάσεις», που διοργανώθηκε την Τετάρτη στο αμφιθέατρο του ΓΤΠ, στη Λευκωσία.
Ο Δρ Κωνσταντίνος Λυκούργος είναι και ένας εκ των διαμορφωτών της νομολογίας του ΔΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις. Ο Δρ. Λυκούργος είπε πως ο αριθμός των υποθέσεων που υποβάλλονται στο Δικαστήριο για το θέμα αυτό παραμένει σχετικά μικρός, 15 ετησίως κατά μέσο όρο, ωστόσο, ο μικρός αριθμός των αποφάσεων που εκδίδονται, δεν πρέπει να παραβλέπει την ποιοτική σημασία της νομολογίας αυτής.
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ανέφερε στην ομιλία του ότι αυτή είναι η δεύτερη διάλεξη της Ακαδημίας της Νομικής Υπηρεσίας στον διάλογο που έχει ξεκινήσει με τους δικαστές των Δικαστηρίων της Ένωσης για θέματα με ευρωπαϊκή διάσταση, ως είναι πλέον τα πλείστα νομικά ζητήματα που ο νομικός κόσμος, αλλά και η δημόσια διοίκηση καλούνται να αντιμετωπίσουν.
Μεταξύ αυτών, συνέχισε, το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων, ως ένα δίκαιο που απορρέει από την ενωσιακή έννομη τάξη και που διαμορφώνεται και διαπλάθεται στον μεγαλύτερο βαθμό από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Ταυτόχρονα, η παρουσία τόσων εκλεκτών προσκεκλημένων τιμά την Ακαδημία της Νομικής Υπηρεσίας, η οποία σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα από τη λειτουργία της έχει αναδείξει μέσα από μεγάλο αριθμό δράσεων τον ρόλο και το έργο που οραματιστήκαμε κατά τη σύστασή της. Η παρουσία του Προέδρου και μελών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου όπως και εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας, της Βουλής των Αντιπροσώπων, του Γενικού Λογιστή και του Βοηθού Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας, λειτουργών της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και του Γενικού Λογιστηρίου, του Προέδρου του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου και της Προέδρου και Μελών της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, μελών του Συμβουλίου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, καθώς συναδέλφων δικηγόρων, μας χαροποιεί ιδιαίτερα», συμπλήρωσε.
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας είπε, επίσης, ότι "είναι κοινός στόχος εκάστου εξ ημών, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, η συμβολή στην εφαρμογή του δικαίου σε έναν τομέα δικαίου που αποβλέπει στη δημόσια ωφέλεια και στην προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος, που εξυπηρετείται με την εξασφάλιση των βέλτιστων προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών για το Κράτος, τηρουμένων των κανόνων και αρχών που τέθηκαν από τον νομοθέτη και ερμηνεύονται από τα δικαστήρια".
«Κατά γενική ομολογία, το δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων αποτελεί έναν δυναμικό κλάδο δικαίου που συνεχώς εξελίσσεται, ώστε να ανταποκριθεί στις μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες και τις προκλήσεις που διαρκώς αναδεικνύονται», πρόσθεσε.
Σημείωσε ότι στην εξέλιξη του δικαίου αυτού συμβάλλει αποφασιστικά και καθοριστικά το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο, από πολύ νωρίς, με αποφάσεις σταθμούς τόνισε ότι η ανάθεση δημοσίων συμβάσεων από τις αρχές των κρατών-μελών ή εκ μέρους αυτών, πρέπει να είναι σύμφωνη με τις αρχές της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως με την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, την αρχή της ελευθερίας της εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και με τις αρχές που απορρέουν από αυτές, όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής διακρίσεων, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της διαφάνειας".
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας είπε, επιπρόσθετα, ότι η βαθιά επίδραση του Ευρωπαίου δικαστή στην εξέλιξη του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων φαίνεται από σωρεία αποφάσεων «και θα αναφερθώ ενδεικτικά, στην απόφαση Telaustria και Telefonadress, σύμφωνα με την οποία το Δικαστήριο δέχθηκε την εφαρμογή των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης στις περιπτώσεις όπου δεν εφαρμόζεται το δευτερογενές δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων».
«Άλλη χαρακτηριστική περίπτωση του ρόλου και επίδρασης του ενωσιακού δικαστή στο πεδίο αυτό αποτελεί η διεύρυνση της έννοιας του εννόμου συμφέροντος αποκλεισθέντος προσφέροντα. Το ΔΕΕ, απαντώντας σε προδικαστικά ερωτήματα, προέβη σε ερμηνεία και εξειδίκευση των σχετικών διατάξεων των δικονομικών οδηγιών και έθεσε τις κατευθυντήριες γραμμές για την ερμηνεία τους, προβαίνοντας σε διεύρυνση του εννόμου συμφέροντος του αποκλεισθέντος διαγωνιζόμενου για την προσβολή πράξεων της αναθέτουσας αρχής», πρόσθεσε.
Όπως είπε, υπό το πρίσμα της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας αναγνώρισε έννομο συμφέρον σε κάθε διαγωνιζόμενο που δεν έχει αποκλειστεί οριστικά, επιτρέποντας του να στραφεί εναντίον της κατακύρωσης στον επιτυχόντα προσφέροντα.
«Ως αποτέλεσμα, οι δικαστές των κρατών-μελών, μεταξύ των οποίων και ο εθνικός δικαστής, κλήθηκαν να επανεξετάσουν τις πάγιες νομολογιακές τους θέσεις αναφορικά με το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος του αποκλεισθέντος προσφέροντα να προβάλει λόγους ακύρωσης κατά της απόφασης αποδοχής της προσφοράς άλλου διαγωνιζομένου. Η νομολογία αυτή αποτελεί επίσης ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των λεπτών ισορροπιών που απαιτείται να τηρούνται στα ζητήματα αυτά· εν προκειμένω, η προάσπιση των συμφερόντων όλων των προσφερόντων χωρίς όμως να τίθεται σε κίνδυνο και να παρακωλύεται η ταχεία διεκπεραίωση των διαγωνιστικών διαδικασιών», σημείωσε.
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας είπε, επίσης, ότι ένα άλλο απτό παράδειγμα της επίδρασης της νομολογίας του Δικαστηρίου στη διαμόρφωση του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων αφορά στο πλαίσιο των αρχών και κανόνων που ισχύουν σε περίπτωση τροποποίησης δημόσιας σύμβασης συναφθείσας κατόπιν δημόσιου διαγωνισμού, που καθορίστηκε αρχικά νομολογιακά με πρώτη την απόφαση Pressetext.
«Η νομολογία αυτή ήταν το έρεισμα για τις σχετικές πρόνοιες που εισήχθησαν στις ισχύουσες οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων σε σχέση με την τροποποίηση συναφθείσας σύμβασης, οι οποίες αποτελούν, κατ’ ουσίαν, κωδικοποίηση αυτής της νομολογίας», πρόσθεσε.
Ανέφερε, παράλληλα, ότι ο εφαρμοστής του σχετικού νομοθετικού πλαισίου, είτε είναι η αναθέτουσα αρχή, είτε η αρμόδια αρχή δημοσίων συμβάσεων, είτε η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, βρίσκεται αντιμέτωπος με έναν εξειδικευμένο τομέα δικαίου, όπου οι απαιτήσεις για τεχνικές γνώσεις έχουν τη δική τους σημασία και ταυτόχρονα πρέπει να συνυπάρξουν με ένα λεπτομερές πλαίσιο κανόνων και ρυθμίσεων, το οποίο συμπληρώνεται από γενικές αρχές του δικαίου.
«Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η νομολογία του ΔΕΕ όχι μόνο ερμηνεύει, αλλά διαπλάθει πολλές φορές το δίκαιο, σε έναν τομέα δικαίου που επιδιώκει να συγκεράσει αντικρουόμενα, ενίοτε, συμφέροντα μεταξύ των συμμετεχόντων στη διαδικασία, λαμβανομένων υπ’ όψιν των στόχων της Ένωσης στον τομέα αυτό, την ανάγκη για επίτευξη ταχείας ανάθεσης και πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, την προάσπιση του δικαιώματος σε αποτελεσματική δικαστική προστασία και τελικώς, την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος», συμπλήρωσε.
Όπως είπε, ασφαλές καταφύγιο στα διλήμματα, ερωτήματα και προκλήσεις που προκύπτουν, αναζητά κανείς πάντοτε στη νομολογία των δικαστηρίων και ιδίως του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο καλείται να εξισορροπήσει τα αντικρουόμενα συμφέροντα και να δώσει λύσεις και απαντήσεις.
«Η γνώση της νομολογίας συνεπώς καθίσταται αναγκαία και η παρουσία σας σήμερα δεικνύει τον ζήλο για επιμόρφωση και συνεχή ενημέρωση ως προς την εφαρμογή και ερμηνεία της νομοθεσίας για την αναθέσεων δημοσίων συμβάσεων", ανέφερε.
Ο κ. Σαββίδης εξήρε το έργο που υλοποιεί η προσφάτως συσταθείσα Ακαδημία της Νομικής Υπηρεσίας.
Όπως είπε, «η σημερινή εκδήλωση καλύπτει τόσο τον πυλώνα της εσωτερικής εκπαίδευσης των λειτουργών μας όσο και τον πυλώνα της εκπαίδευσης άλλων λειτουργών του Δημοσίου σε θέματα που χειρίζονται και τους ενδιαφέρουν».
Η Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και Υπεύθυνη της Νομικής Ακαδημίας όσο και στην Εκτελεστική Γραμματεία της Ακαδημίας, Δέσποινα Κυπριανού, είπε, μεταξύ άλλων, ότι η Ακαδημία, η οποία συστάθηκε το 2023 στη Νομική Υπηρεσία με απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Εισαγγελέα στοχεύει στην ανάπτυξη και προώθηση προγραμμάτων βασικής εκπαίδευσης νεοεισερχομένων λειτουργών, στη δια βίου εκπαίδευση των λειτουργών σε εξειδικευμένα νομικά και άλλα ζητήματα, στην ανάπτυξη και ενίσχυση της δέουσας επαγγελματικής κουλτούρας και κανόνων δεοντολογίας και στην επιμόρφωση Λειτουργών του Δημοσίου και άλλων Φορέων σε θέματα αρμοδιότητας της Νομικής Υπηρεσίας.
Σημείωσε ότι κατά το τρέχον δικαστηριακό έτος, η Ακαδημία δρα πλέον στη βάση ολοκληρωμένου και πολύπλευρου προγράμματος, το οποίο έχει εγκριθεί από τον Γενικό Εισαγγελέα και περιλαμβάνει τουλάχιστον δύο δράσεις ανά μήνα σε όλους τους άξονες εκπαίδευσης με ποικίλη θεματολογία όχι μόνο αμιγώς νομική, αλλά και σε παιδεία και κλάδους συναφείς με την νομική επιστήμη.
Πρόσθεσε ότι για πρώτη φορά στα χρονικά της Υπηρεσίας με την ευκαιρία πρόσληψης 27 νέων συναδέλφων τους, σε διαδικασία που μόλις έχει ολοκληρωθεί, η Ακαδημία διοργανώνει τον επόμενο μήνα εβδομάδα εισαγωγικής εκπαίδευσης των νεοπροσληφθέντων δικηγόρων, προτού αναλάβουν καθήκοντα στην Νομική Υπηρεσία, προσφέροντας τους ένα πρόγραμμα βασικής εκπαίδευσης σε όλους τους τομείς αρμοδιότητας της Νομικής Υπηρεσίας και εξοικείωσης τους, με πρακτικές και διαδικασίες που ακολουθούνται εντός της Υπηρεσίας.
Ο Δρ. Κωνσταντίνος Λυκούργος, στην εισαγωγική του ομιλία, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στην γιγαντιαία αξία των δημοσίων συμβάσεων που ανατίθενται κάθε χρόνο από το σύνολο των κρατών μελών, επισημαίνοντας ότι η τήρηση των αρχών της ισότητας, της διαφάνειας και του ανταγωνισμού στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων, όπως κατοχυρώνεται στις οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις αποτελεί θεμελιώδες διακύβευμα, όχι μόνο για τα δημόσια οικονομικά, αλλά για την ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς και την ζωτικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας στο σύνολο της.
«Ωστόσο, ο αριθμός των υποθέσεων που υποβάλλονται στο Δικαστήριο για το θέμα αυτό παραμένει σχετικά μικρός. Έτσι, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας που μας χωρίζει πλέον από την έκδοση των Οδηγιών περί Δημόσιων Συμβάσεων του 2014, το Δικαστήριο εξέδωσε περίπου 100 αποφάσεις που τις αφορούν, 15 ετησίως κατά μέσο όρο, η μεγάλη πλειονότητα των οποίων εκδίδεται στο πλαίσιο προδικαστικών παραπομπών. Ωστόσο, ο μικρός αριθμός των αποφάσεων που εκδίδονται, δεν πρέπει να παραβλέπει την ποιοτική σημασία της νομολογίας αυτής», κατέληξε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Τι κερδίζει τελικά η Κύπρος από την παροχή ευκολιών και υποδομών στις ΗΠΑ;
• Προέβλεψαν οι Simpsons τον νικητή των αμερικάνικων εκλογών;
• Καιρός: Πού κυμαίνεται σήμερα η θερμοκρασία - Θα δούμε βροχές στο «μενού»; Δείτε αναλυτικά
• Έκλεψε κοσμήματα αξίας 15 χιλιάδων ευρώ από χρυσοχοείο στη Λάρνακα - Χειροπέδες σε 36χρονο
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις