Σαράντα οκτώ χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, το οποίο οργανώθηκε από την ελληνική χούντα και εκτελέστηκε από Ελλαδίτες και Κύπριους αξιωματικούς της ΕΦ και του ελληνικού στρατού. Είχε προηγηθεί πολύμηνη προετοιμασία για τη στρατιωτική επιχείρηση που ακολούθησε την πολύχρονη υπόσκαψη της Κυπριακής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης του προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Έτσι, όταν εκδηλώθηκε το πραξικόπημα, αποδείχθηκε ότι είχε οργανωθεί με κάθε λεπτομέρεια και σκηνοθετηθεί άψογα από τη στενή ηγετική ομάδα της δικτατορίας στην Ελλάδα, με αρχισυνωμότη τον Δημήτριο Ιωαννίδη: Ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, στρατηγός Γεώργιος Ντενίσης, ο διοικητής της ΕΛΔΥΚ («Ελληνική Δύναμις Κύπρου») και ο πρέσβης της Ελλάδας στην Κύπρο, Ευστάθιος Λαγάκος, είχαν προσκληθεί σε παραπλανητική σύσκεψη στην Αθήνα, την Παρασκευή 13 Ιουλίου, που διακόπηκε και θα συνεχιζόταν τη Δευτέρα, 15 Ιουλίου, ώστε να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι δεν υπήρχε περίπτωση πραξικοπήματος, απούσης της στρατιωτικής ηγεσίας. Η απομάκρυνση του Ντενίση από την Κύπρο εξυπηρετούσε και τη σκοπιμότητα της υλοποίησης του πραξικοπήματος από τους έμπιστους του Ιωαννίδη.
«Αλέξανδρος εισήχθη στο νοσοκομείο»
Η εκδήλωση του πραξικοπήματος (με κωδικό σύνθημα «Αλέξανδρος εισήχθη στο νοσοκομείο») σχεδιάστηκε να γίνει μετά την επιστροφή, νωρίς το πρωί, του αρχιεπισκόπου Μακαρίου στο Προεδρικό Μέγαρο από την εξοχική προεδρική κατοικία στο Τρόοδος, όπου συνήθιζε να μεταβαίνει τα σαββατοκύριακα των καλοκαιρινών μηνών. Σε μια ώρα, που η κυκλοφορία στην καλοκαιρινή Λευκωσία ήταν αρκετά περιορισμένη και η Αστυνομία και το Εφεδρικό σώμα βρίσκονταν σε χαλάρωση, ύστερα από την ασφαλή μετακίνηση του Μακαρίου στο Προεδρικό.
Στις 08:15 το πρωί της 15ης Ιουλίου, δύο ισχυρές φάλαγγες αρμάτων με δύναμη 600 ανδρών, κινήθηκαν προς το Προεδρικό, με στόχο την εξουδετέρωση της Προεδρικής Φρουράς, η οποία αριθμούσε δύναμη 150 ανδρών, και του Εφεδρικού Σώματος με δύναμη 300 άνδρες. Αλλοι κύριοι στόχοι ήταν το Αρχηγείο της Αστυνομίας, το ΡΙΚ η Αρχιεπισκοπή, το Αεροδρόμιο Λευκωσίας, το κεντρικό κτίριο της ΣΥΤΑ, οι Κεντρικές Φυλακές και ο Αστυνομικός Σταθμός Πύλης Πάφου. Εκείνη τη στιγμή ο Πρόεδρος Μακάριος δεχόταν αντιπροσωπεία μαθητών από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Στο άκουσμα των κανονιοβολισμών ο Μακάριος φυγαδεύτηκε πεζός φέροντας πολιτική περιβολή, και αφού πέρασε από την κοίτη του Πεδιαίου, βρέθηκε στην οδό Προδρόμου, όπου μεταφέρθηκε στο Τρόοδος. Καθ’ οδόν πληροφορείται από το ΡΙΚ, το οποίο κατελήφθη από τους πραξικοπηματίες ότι…«είναι νεκρός». Στις 11 το πρωί ο δικτάτορας Γεώργιο Ιωαννίδης ενημερώνεται στην Αθήνα, ότι η επιχείρηση τελείωσε με επιτυχία. Λίγο αργότερα όμως διαψεύστηκαν.
«Είμαι ζωντανός»
Μια ώρα μετά το μεσημέρι, ο Μακάριος πήγε στην Μητρόπολη Πάφου, την οποία υποστήριζαν οι αντιστασιακοί. Απηύθυνε το ιστορικό διάγγελμα το οποίο μεταδόθηκε αρχικά από ένα πρόχειρο πομπό του ερασιτεχνικού Ελεύθερου Ραδιοσταθμού της Πάφου, του Νίκου Νικολαΐδη, το οποίο στη συνέχεια αναμεταδόθηκε από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Τελ Αβίβ και στη συνέχεια, ραδιοσταθμών διαφόρων γειτονικών χωρών. «Ελληνικέ κυπριακέ λαέ, Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις ποίος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι εκείνος τον οποίον συ εξέλεξες διά να είναι ηγέτης σου. Δεν είμαι νεκρός, όπως η χούντα των Αθηνών και οι εδώ εκπρόσωποί της θα ήθελαν. Είμαι ζωντανός. Και είμαι μαζί σου, συναγωνιστής και σημαιοφόρος εις τον κοινόν αγώνα». Οι πραξικοπηματίες έσπευσαν να ορκίσουν ως «πρόεδρο» τον δημοσιογράφο και βουλευτή, Νίκο Σαμψών, ο οποίος λίγο μετά εκφώνησε διάγγελμα κηρύσσοντας στρατιωτικό νόμο. Κατά το πραξικόπημα σκοτώθηκαν συνολικά 91 άνθρωποι και 250 τραυματίστηκαν.
Φόβοι για ελληνοτουρκικό πόλεμο
Την επομένη ο Μακάριος μετέβη στο Λονδίνο (μέσω Μάλτας) και αργά το βράδυ συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Γουΐλσον. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού συνέρχεται εκτάκτως το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Τουρκίας, Οσμάν Ολτσάι αναφέρθηκε για κατάφωρη ανάμιξη ξένων παραγόντων, δεχόμενος ωστόσο και αυτός την άποψη της εσωτερικής υπόθεσης. Το απόγευμα της 17ης Ιουλίου ο Μακάριος αναχωρεί αεροπορικώς στις ΗΠΑ για να παραστεί στο Συμβούλιο Ασφαλείας, ενώ το πρωί της 18ης Ιουλίου, έφθασε στην Αθήνα ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Τζόζεφ Σίσκο με τον υφυπουργό Εθνικής Αμύνης Έλσγουώρθ, οι οποίοι επισκέφθηκαν τον Πρωθυπουργό Ανδρουτόπουλο. Ο Σίσκο δήλωσε ότι πρέπει οπωσδήποτε να αποτραπεί πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, σύμφωνα με πηγές εξ αιτίας της συμμετοχής και των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ. Ο Σίσκο μεταβαίνει στην Αγκυρα για συνομιλίες με την τουρκική κυβέρνηση και την επομένη επιστρέφει στην Αθήνα. Από την έδρα του ΟΗΕ ο Μακάριος κατηγορεί ευθέως την Χούντα των Αθηνών για τη σχεδίαση και διενέργεια του πραξικοπήματος. Χαρακτήρισε το πραξικόπημα Εισβολή της Χούντας , το οποίο παραβιάζει τη συνθήκη Ζυρίχης Λονδίνου, κάτι που αφορούσε και τους Τουρκοκύπριους. Περαιτέρω, κατηγόρησε την Χούντα για διπροσωπία και υπονόμευση του ΟΗΕ.
Η εισβολή
Στις 8 το βράδυ η τηλεόραση του BBC μεταδίδει πλάνα με αρμάδα τουρκικών πολεμικών πλοίων να αποπλέει από τη Μερσίνα ενώ στη Λευκωσία ο Αμερικανός πρέσβης ζητά από τον Γλαύκο Κληρίδη, πρόεδρο της Βουλής, να αντικαταστήσει τον Σαμψών, ο οποίος ήταν «κόκκινο πανί» για τους Τούρκους. Ξημερώματα Σαββάτου 20 Ιουλίου τα τουρκικά πλοία φθάνουν ανενόχλητα στην ακτή «Πέντε Μίλι» της Κερύνειας, ενώ στην Αθήνα οι Έλληνες στρατηγοί και ο Ιωαννίδης απολαμβάνουν τον ύπνο τους, εκτιμώντας ότι οι Τούρκοι έκαναν γυμνάσια για εκβιαστικούς λόγους. Ισχυρή τουρκική ναυτική μοίρα αποτελούμενη από αποβατικά σκάφη στα οποία επέβαιναν τουλάχιστον 30.000 άνδρες προσέγγισε τις βόρειες ακτές της Κύπρου και, δίχως να συναντήσει αντίδραση, αποβίβασε καταδρομείς, κανονιοβολώντας, παράλληλα ολόκληρη την ακτογραμμή. Επιπλέον, αεροπορικές δυνάμεις των Τούρκων πραγματοποιούσαν συνεχόμενους βομβαρδισμούς έως και τη Λευκωσία, ενώ εκατοντάδες αλεξιπτωτιστές ρίχτηκαν σε στρατηγικά σημεία, με στόχο τη δημιουργία προγεφυρώματος. Η καθυστερημένη κινητοποίηση των ελληνοκυπριακών μονάδων (Εθνική Φρουρά, ΕΛΔΥΚ κ.α.) επέτρεψε στους εισβολείς να παγιώσουν τις θέσεις τους από την Κερύνεια έως και την περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα.
Αργά το βράδυ της 20ης Ιουλίου το Συμβούλιο Ασφαλείας εξέδωσε το ψήφισμα 353, με το οποίο ζητούσε κατάπαυση των εχθροπραξιών και την αποχώρηση του "ξένου στρατιωτικού δυναμικού" από την Κύπρο. Ωστόσο, ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετζεβίτ αγνόησε το αίτημα του διεθνούς οργανισμού, επιδιώκοντας να κερδίσει όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο, μέχρις ότου επιτύχει με τη χρήση των όπλων, τις εδαφικές διεκδικήσεις των τουρκοκυπρίων βάσει του σχεδίου που είχε προτείνει ο ηγέτης των τελευταίων Ραούφ Ντενκτάς. Στις 23 Ιουλίου στην Αθήνα, η κυβέρνηση των συνταγματαρχών καταρρέει υπό το βάρος της τραγωδίας ενώ στην Κύπρο ο «πρόεδρος» Σαμψών παραιτείται και αναλαμβάνει ο Γλαύκος Κληρίδης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Κλάδος σκυροδέματος: Πιο αποφασιστική κυβερνητική διαμεσολάβηση ζητούν οι εργαζόμενοι
• Παγκόσμιος συναγερμός: Αποκολλήθηκε μέρος του Ήλιου - Τι σημαίνει αυτό για τον πλανήτη μας
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις