Η σχέση του Νίκου Παπάζογλου (20 Μαρτίου 1948 – 17 Απριλίου 2011) με το ροκ είναι μέσες-άκρες γνωστή σε πολύ κόσμο. Υπό την έννοια πως στα χρόνια της μεγάλης δόξας του τραγουδιστή και τραγουδοποιού, στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, η εικόνα του, το image του, ήταν στενά συνδεμένο με το ροκ – έτσι όπως εκείνο (το ροκ) αναγνωριζόταν στην Ελλάδα, μέσα από το ντύσιμο με τζιν, το μακρύ μαλλί, τη χρήση αξεσουάρ, που συνδέονταν με μιαν ελευθεριότητα κ.λπ.
Υπάρχει λοιπόν από την μια μεριά η εμμονή στην «εικόνα» και στα εξωτερικά χαρακτηριστικά του στυλ, που σημειολογικά, στο μυαλό πολλών συνιστούν «το ροκ» και από την άλλη μια τραγουδοποιία ευρύτερης δυναμικής, που περνούσε και από το λαϊκό τραγούδι, με την ίδια ένταση, και που επιχειρούσε να παρέμβει δραστικά στο επίπεδο της φόρμας –στη γραμμή επικοινωνίας Δύσης-Ανατολής– με πολλά και θαυμαστά (ορισμένες φορές) αποτελέσματα.
Ο Παπάζογλου εννοούμε δεν ήταν απλώς ένας ρόκερ, που κατανάλωνε «εικόνα», εμφανιζόμενος ως δέσμιός της, όπως συνέβαινε με άλλους όνομα-και-μη-χωριό εγχώριους ροκ πάτρωνες, αλλά ένας δημιουργός, που είχε βαθιά και καλλιεργημένη άποψη για εκείνα τα στοιχεία (εσωτερικά και εξωτερικά) της ροκ τραγουδοποιίας, που θα μπορούσε να ενδιαφέρουν βαθιά όχι μόνο τον ίδιο, μα και τους Έλληνες γενικότερα.
Ο Παπάζογλου εννοούμε δεν ήταν απλώς ένας ρόκερ, που κατανάλωνε «εικόνα», εμφανιζόμενος ως δέσμιός της, όπως συνέβαινε με άλλους όνομα-και-μη-χωριό εγχώριους ροκ πάτρωνες, αλλά ένας δημιουργός, που είχε βαθιά και καλλιεργημένη άποψη για εκείνα τα στοιχεία (εσωτερικά και εξωτερικά) της ροκ τραγουδοποιίας, που θα μπορούσε να ενδιαφέρουν βαθιά όχι μόνο τον ίδιο, μα και τους Έλληνες γενικότερα.
Αν και νωρίς στα σέβεντις ο Νίκος Παπάζογλου θα επιχειρούσε μέσα από τον αγγλικό στίχο, κατ’ αρχάς, να προσεγγίσει και να προσδιορίσει αυτή τη σχέση –τη σχέση ανάμεσα στο ροκ και τα ακούσματα από την Ανατολή–, ήταν στα χρόνια του ’80 πια, όταν η ελληνική γλώσσα θα του αποκαλύψει άλλες δυνατότητες έκφρασης, τις οποίες και θα καταγράψει βασικά στα άλμπουμ «Χαράτσι» και «Μέσω Νεφών», ορίζοντας εν πολλοίς έναν τρόπο, που εξακολουθεί, δεκαετίες μετά, να παραμένει αξεπέραστος.
Έχει νόημα να δούμε πώς αντιμετώπιζε το ροκ ο Νίκος Παπάζογλου ήδη από το ξεκίνημά του, στα χρόνια του ’60. Τι στοιχεία δανειζόταν από το πνεύμα της αντικουλτούρας στην Αμερική, όταν το ροκ στην Ελλάδα ήταν συνυφασμένο με την δεξιά, τη συντήρηση, το στρατό, τη χούντα, την «υψηλή κοινωνία», τις χοροεσπερίδες στις λέσχες αξιωματικών, με το πατρονάρισμά του από το ραδιόφωνο παραγωγών, που αργότερα θα πολιτεύονταν με την ακροδεξιά κ.λπ.
Σε μια παλιά συνέντευξή του στο περιοδικό «Ήχος & Hi-Fi» (τεύχος 166, Ιανουάριος 1987) ο Νίκος Παπάζογλου θυμόταν σχετικά με το ξεκίνημα των ροκ χρόνων του: «Το πρώτο πράγμα που με συγκλόνισε ήταν η απεργία του 15% (σ.σ. η απεργία των εκπαιδευτικών στις αρχές του 1963 και οι φοιτητικοί αγώνες του 15% για την παιδεία, στο τέλος του ’62 και τις αρχές του ’63), που ήτανε το σημαντικό γεγονός της νεολαίας – όπως συνέβαινε και στον υπόλοιπο κόσμο, όπου τα παιδιά είπαν δεν πάτε στο διάολο κι εσείς και ο ψυχρός πόλεμος. Άσχετα με το τι φαινόταν σαν αίτημα, το κύριο αίτημα του 15% ήταν βασικά η ελευθερία της έκφρασης. Από εκείνη την περίοδο ξεκίνησαν πολλά πράγματα, όπως το τραγούδι διαμαρτυρίας. Αυτό ήταν που με συγκινούσε στο ροκ εν ρολ. Ο Πρίσλεϊ δεν μου έλεγε τίποτα, παρότι ο νέος αυτός ήχος ήταν κάτι το συγκλονιστικό. Αυτό που με τράβηξε σαν περιεχόμενο ήταν το τραγούδι της περιόδου του πολέμου της Παλαιστίνης (σ.σ. ο Πόλεμος των Έξι Ημερών τον Ιούνιο του ’67) και του Βιετνάμ. Έχω συνδυάσει, δεν ξέρω πώς, τα γεγονότα της Λωρίδας της Γάζας (σ.σ. το 1967) με το “Eve of destruction” (σ.σ. το θρυλικό αντιπολεμικό / κοινωνικοπολιτικό τραγούδι τού P.F. Sloan που είχε πει ο Barry McGuire το 1965). Νιώθοντας λοιπόν κι εγώ αυτή την κραυγή διαμαρτυρίας, που έβραζε μέσα μου, άρχισα να ασχολούμαι με την κιθάρα και μαζί με διάφορους φίλους από το σχολείο αρχίζουμε να φτιάχνουμε συγκροτήματα, στα οποία παίζουμε τραγούδια σε αυτό το πνεύμα. Με τον Νέστορα Δάνα είχαμε φτιάξει ένα που πήγαινε αρκετά καλά κι έτσι σε μια περίοδο που ο Πασχάλης των Olympians θα πήγαινε στο στρατό με φώναξαν εμένα στη θέση του. Τότε πρωτοδούλεψα επαγγελματικά, πράγμα που αποδείχτηκε πολύ χρήσιμο».
Πηγή: lifo.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις