Δεν υπάρχει άλλη αίσθηση που να ενεργοποιεί το συναίσθημα όσο η όσφρηση. Η μυρωδιά ενός υγρού υπογείου, μιας σκονισμένης κουβέρτας, μιας ώριμης φράουλας ή ενός πιάτου αχνιστής μακαρονάδας μπορούν να προκαλέσουν συναισθήματα και να φέρουν στον νου αναμνήσεις που έχουν τις ρίζες τους στο μακρινό παρελθόν. Ωστόσο, όταν πρόκειται να μάθουμε για περασμένους καιρούς, το τελευταίο που μας απασχολεί είναι η μυρωδιά του αέρα τους - άλλωστε, τα έργα τέχνης στις πινακοθήκες και στα μουσεία δεν διεγείρουν παρά την αίσθηση της όρασης, αδυνατώντας να μας θυμίσουν την ευωδιά ή τη δυσοσμία που μύριζαν οι πρόγονοι μας στη γη.
Καθώς η ιδέα της διατήρησης της οσφρητικής κληρονομιάς κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος στο πεδίο του πολιτισμού και της μουσειολογίας, ένα φιλόδοξο πρόγραμμα στοχεύει στη διερεύνηση του τρόπου, με τον οποίον οι οσμές καθόρισαν τις κοινότητες του παρελθόντος. Το ODEUROPA αποτελεί την πρώτη πανευρωπαϊκή πρωτοβουλία χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης (AI) για τη δημιουργία μιας τράπεζας ιστορικών οσμών. Η ερευνητική ομάδα σκοπεύει να αναβιώσει και να διατηρήσει κάποια αρώματα του 17ου και του 18ου αιώνα, είτε ανακαλύπτοντας λέξεις που τα περιγράφουν με ακρίβεια είτε χρησιμοποιώντας σύγχρονες επιστημονικές διεργασίες που να αναδημιουργούν αυτές τις οσμές στο εργαστήριο.
«Ένας από τους στόχους μας είναι να καταστήσουμε πιο απτή την πολιτισμική μας εμπειρία» εξηγεί η Inger Leemans, Καθηγήτρια Πολιτισμικής Ιστορίας και επικεφαλής του προγράμματος ODEUROPA στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών της Ολλανδίας (KNAW). «Η όσφρηση είναι μια πολύ άμεση οδός σύνδεσης των ανθρώπων με το παρελθόν. Θέλουμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να ανακαλύψουν τον ρόλο που έπαιζαν οι μυρωδιές πολύ πριν από τη γέννησή μας και να τις διασώσουμε για το μέλλον».
Το ODEUROPA επικεντρώνεται στην περίοδο ανάμεσα στο 1600 και το 1920, δεδομένης της διαθεσιμότητας εικόνων και κειμένων απαλλαγμένων από πνευματικά δικαιώματα, αλλά και λόγω των σημαντικών αλλαγών που επήλθαν κατά την εν λόγω περίοδο, όπως η εκβιομηχάνιση και η έλευση της απόσμησης. «Η περίοδος αυτή είναι, επίσης, πλούσια σε οσφρητικά δεδομένα, με την όσφρηση να θεωρείται ως όργανο γνώσης», όπως εξηγεί η Καθ. Leemans.
Οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές θα εκπαιδευθούν στην αναζήτηση μεταξύ ψηφιακών συλλογών ιστορίας της τέχνης και λογοτεχνίας και εστιασμένων σε οσμές αναφορών. Οι ερευνητές, στη συνέχεια, θα χρησιμοποιήσουν αυτές τις προερχόμενες από την τεχνητή νοημοσύνη πληροφορίες προκειμένου να δημιουργήσουν ένα ανοικτής πηγής ψηφιακό αρχείο οσμών μαζί με τις έννοιές τους.
Τράπεζα
Προϊόντος του χρόνου, η ομάδα των ειδικών επιστημόνων του προγράμματος σχεδιάζει, επίσης, να δημιουργήσει μια φυσική τράπεζα αρωμάτων, μέσω της οποίας εμφιαλωμένες μυρωδιές θα διανέμονται σε ενδιαφερόμενα μουσεία. Η ιδέα του συνδυασμού των έργων τέχνης με μυρωδιές έχει ως στόχο να προσφέρει στους επισκέπτες επιπλέον πληροφορίες και ενισχυμένη αισθητική εμπειρία. Για τη δημιουργία των αρωμάτων, οι χημικοί του προγράμματος είτε θα ενισχύουν μικρά δείγματα επιβιώσασας οσμής, όπως ίχνη κονιοποιημένου καπνού από μια ταμπακιέρα είτε θα χρησιμοποιούν πληροφορίες από τα δεδομένα που συλλέγουν, ώστε να δημιουργούν χημικά μείγματα, τα οποία να προσομοιάζουν με χαμένες μυρωδιές.
«Μερικές μυρωδιές θα δίνουν μιαν ιδέα των οσμών και θα περιέχουν τις ιστορικές πληροφορίες μαζί με μια γερή δόση φαντασίας», εξηγεί η Cecilia Bembibre, ειδική επιστήμονας του προγράμματος από το Ινστιτούτο Αειφόρου Κληρονομιάς του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL), στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ωστόσο, κύριος στόχος των ειδικών επιστημόνων του προγράμματος είναι να διαχειριστούν τις μυρωδιές ως εκφάνσεις κληρονομιάς, καθώς και να τεκμηριώσουν (μαζί με τις πληροφορίες σχετικά με τη χημική σύσταση και τον οσφρητικό προσδιορισμό μιας μυρωδιάς) την αξία και τη συναισθηματική ανταπόκριση των ανθρώπων που ζουν, μια δεδομένη στιγμή, σε ένα δεδομένο μέρος της Ευρώπης. Η ιδέα είναι η καταγραφή των ερμηνειών αυτών των μυρωδιών σε ένα αρχείο οσμών, το οποίο να είναι προσβάσιμο και συναφές με τις μελλοντικές γενιές.
«Στην παρασκηνιακή - αν θέλετε- δουλειά που κάνουμε συμπεριλαμβάνεται κι ένα αρχείο, μια βάση δεδομένων, ώστε να διασφαλίσουμε την επιβίωση της μυρωδιάς πέραν του φυσικού -τρόπον τινά - δείγματος» σημειώνει η Δρ. Bembibre.
«Σήμερα, η ζωή στα αστικά κέντρα αποστερεί σε πολλούς από εμάς την εμπειρία μυρωδιών, ευχάριστων ή δυσάρεστων, σίγουρα όμως κοινών με το μακρινό παρελθόν των προγόνων μας, με αποτέλεσμα να έχουμε ελάχιστη αίσθηση του τι χάνουμε, όταν στεκόμαστε μπροστά σε έναν πίνακα νεκράς φύσεως, αφού μπορούμε να συνδεθούμε με αυτόν μόνο μέσω της όρασής μας. Αν όμως προσθέσουμε μυρωδιές σε μιαν έκθεση, συνδυάζοντάς τες με τις εικόνες ή τις σκηνές, οι επισκέπτες θα μάθουν πολλά περισσότερα» υπογραμμίζει η Καθ. Leemans.
«Οι μυρωδιές παρέχουν νέες και εξαιρετικής ενθυμητικής δυναμικής αφηγήσεις», όπως είπε, προσθέτοντας ότι «δεν είναι ευχάριστες όλες οι οσφρητικές ιστορίες.
Μπορεί να πρόκειται για μιαν εκκλησία που μυρίζει έντονα λιβάνι, ένα κανάλι ξεχειλισμένο από λύματα, ένα καφενείο του 17ου αιώνα ή μια μπουγάδα απλωμένη σε αγρό του 18ου αιώνα που αναδύει οσμές από ούρα, ξινισμένο γάλα και αλισίβα. Εάν εντοπίσουμε πολλά γραπτά, όπου οι άνθρωποι παραπονούνται για τη μυρωδιά, θα ιχνηλατήσουμε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ώστε να δούμε τι μπορούμε να μάθουμε για το πώς ήταν η ζωή τότε».
Το ODEUROPA ξεκίνησε στις αρχές του τρέχοντος έτους με τη συμμετοχή επτά Ευρωπαίων εταίρων, οι οποίοι διαθέτουν εμπειρογνωσία σε ένα εύρος επιστημονικών πεδίων, από την ιστορία και την ιστορία της τέχνης ως την υπολογιστική γλωσσολογία, τον σημασιολογικό ιστό, τη μηχανική όραση, την επιστήμη της κληρονομιάς και τη χημεία.
Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές
«Όλες αυτές οι ομάδες αντιμετωπίζουν διάφορες προκλήσεις», όπως δηλώνει η Καθ. Leemans. «Η πρώτη προφανής πρόκληση είναι ο τρόπος με τον οποίο θα εκπαιδεύσουμε έναν Η/Υ να εντοπίζει αναφορές σχετικές με την οσμή σε βιβλία ή εικόνες. Σχεδόν κανείς, από όσους ασχολούνται με την επιστήμη της πληροφορικής, δεν έχει αναπτύξει μεθοδολογίες ιχνηλάτησης οσφρητικών πληροφοριών και σίγουρα όχι τέτοιες που να αφορούν ιστορικά κείμενα σε διάφορες, μάλιστα, γλώσσες». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, τέσσερις από τις ομάδες του προγράμματος ασχολούνται με αυτόν τον τομέα, αναπτύσσοντας συνδυαστικές ενδείξεις (annotation schemes), με τις οποίες οι άνθρωποι εκπαιδεύουν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές να εντοπίζουν οσφρητικές πληροφορίες σε κείμενα και εικόνες.
Μια άλλη ομάδα είναι επιφορτισμένη με την κατάρτιση καταλόγων και την ταξινόμηση των οσφρητικών αναφορών που ανακαλύπτονται μέσω της τεχνητής νοημοσύνης, καθώς και με την εξεύρεση λέξεων για την περιγραφή ιστορικών οσμών σε σύγχρονους αποδέκτες. «Για κάθε μυρωδιά, πρέπει να αποφασίσουμε τίνος είναι η μύτη (δλδ. ποιος οσφραίνεται) και τι συνοδεύει την εμπειρία της όσφρησης» σημειώνει η Δρ. Bembibre.
Οι άνθρωποι, όπως είναι φυσικό, χρησιμοποιούν πολύ την όσφρησή τους και οι οσφρητικές αναφορές στη ζωγραφική του παρελθόντος είναι άφθονες, γεγονός που βοηθά τους ερευνητές στις απόπειρές τους να αποκτήσουν μια συνεκτική εικόνα των αρωμάτων που πλανιόνταν στον αέρα σε συγκεκριμένους χωροχρόνους. «Βλέπετε βιβλικές φιγούρες να κρατούν τη μύτη τους γύρω από το ταφικό μνημείο του Λαζάρου ή έξω από τις Πύλες της Κολάσεως, τους Τρεις Μάγους να προσφέρουν ευωδιαστά αρώματα όπως η σμύρνα και το λιβάνι στο Θείο Βρέφος, τη Μαρία Μαγδαληνή να αλείφει τα πόδια του Ιησού με αιθέρια έλαια, καφενέδες τυλιγμένους από τον καπνό, πουδραρισμένες περούκες, βουνά από κοπριές και καμινάδες εργοστασίων που καπνίζουν», συνεχίζει η Καθ. Leemans λέγοντας ότι
«Όλα αυτά μας βοηθούν να πλάσουμε εικόνες από ευωδιαστά τοπία».
Η Καθ. Leemans υποστηρίζει ότι η διατήρηση της σύνδεσης με την κληρονομιά μας αποτελεί ένα ισχυρό κίνητρο διάσωσης των μυρωδιών. Ένα άλλο κίνητρο είναι η διεκδίκηση του εκδημοκρατισμού των μουσείων. Οι οσφρητικά εμπλουτισμένες περιηγήσεις θα παρέχουν πρόσβαση σε ανθρώπους με προβλήματα όρασης, με έναν τρόπο που οι αμιγώς οπτικές εκθέσεις αδυνατούν να προσφέρουν.
«Η όσφρηση μάς επιτρέπει να απομακρυνθούμε από την αγιοποιημένη και οπλοποιημένη ιστορία των ανθρώπινων αγαλμάτων και να μετακινηθούμε προς μια ιστορία ανθρώπινων συνόλων που μοιράζονται τη γνώση και επικοινωνούν μέσω της όσφρησης – ανακαλύπτοντας, για παράδειγμα, πώς μύριζε ή πώς θα' πρεπε να μυρίζει μια πόλη - με ένα αίσθημα ισότητας μέσα σε ένα συμπεριληπτικό περιβάλλον», αναφέρει η Καθ. Leemans.
Άρωμα
Η Καθ. Leemans αναφέρει επίσης ότι το πρόγραμμα ευελπιστεί να αναπτύξει στρατηγικές για κοινότητες και επαγγελματίες που ενδιαφέρονται να τεκμηριώσουν και να διασώσουν την οσφρητική κληρονομιά.
Παρά το γεγονός ότι η επιθυμία διατήρησης της οσφρητικής κληρονομιάς είναι κάτι νέο για πολλούς, ωστόσο η ιδέα κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος σε πολλά μέρη της Ευρώπης. Στην έκθεση Fleeting – Scents in Colour, η οποία φιλοξενήθηκε στο Μουσείο Mauritshuis της Ολλανδίας, οι επισκέπτες είχαν την ευκαιρία να λάβουν μέρος σε μια οπτικο-οσφρητική περιήγηση στην ιστορία του κόσμου. Η πανδημία δεν πτόησε τους έφορους του μουσείου, αφού τώρα όσοι το επιθυμούν, μπορούν να λάβουν ένα κουτί με αρώματα στο σπίτι τους, εκμεταλλευόμενοι την ευκαιρία να χαθούν στα αρώματα και τη δυσοσμία του 17ου αιώνα, καθώς περιηγούνται διαδικτυακά στην έκθεση.
Ένα άλλο βήμα προς τη διαφύλαξη των οσμών που χαρακτηρίζουν έναν ορισμένο τρόπο ζωής ήταν αυτό που έγινε πρόσφατα στη Γαλλία, με την ψήφιση ενός νόμου, ο οποίος προστατεύει τους ήχους και τις μυρωδιές της εξοχής. Αυτό έγινε κατόπιν χρόνιων παραπόνων περί του επιθετικού χαρακτήρα των επικρατούντων αισθητηριακών τοπίων. Σχεδόν όλες οι προσφυγές και οι επακόλουθες μηνύσεις κατατέθηκαν από νεοαφιχθέντες από τα αστικά κέντρα. Ο νέος νόμος έχει ως στόχο να καθορίσει και να προστατεύσει την αισθητηριακή κληρονομιά της γαλλικής επαρχίας.
«Οι άνθρωποι, οι οποίοι μετανάστευαν στην εξοχή διαμαρτύρονταν για τον θόρυβο των πετεινών και τη μυρωδιά της κοπριάς. Ωστόσο, αυτή η σημαντική σύνδεση μεταξύ ζώων και ανθρώπων θα προστατεύεται πλέον», όπως σημειώνει η Δρ. Bembibre, προσθέτοντας ότι «η διατήρηση του δεσμού μεταξύ των ανθρώπων και της μυρωδιάς των οικόσιτων ζώων μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην καλή μεταχείριση των ζώων».
Όπως προσθέτει η Καθ. Leemans: «Σε μερικές χώρες, γίνεται μεγάλη συζήτηση για τις μικρότερες πόλεις, οι οποίες είναι περιχαρακωμένες από τις φάρμες όπου εκτρέφονται τα ζώα που καταναλώνουν, καθώς οι άνθρωποι συνδέονται συναισθηματικά λιγότερο (διάρρηξη του θετικού συναισθηματικού δεσμού) με τα οικόσιτα ζώα, όταν δεν τα μυρίζουν – δεν αισθάνονται δηλαδή ούτε θεωρούν τον εαυτό τους υπεύθυνο για τον τρόπο μεταχείρισης των κοτόπουλων σε ένα πτηνοτροφείο, όταν είναι τελείως αποκομμένοι από αυτό.
Υπάρχει ένα σοβαρό επιχείρημα, το οποίο υποστηρίζει ότι η διατήρηση της οσμής είναι σημαντική για την ευαισθητοποίηση των ανθρώπων σχετικά με ό,τι συμβαίνει στα ζώα που τους περιβάλλουν».
Η έρευνα στο παρόν άρθρο χρηματοδοτήθηκε από την ΕΕ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Θα πας στο Τρόοδος; Ανοιχτοί για όλα τα οχήματα οι δρόμοι - Για λίγα μέχρι την κορυφή του Ολύμπου
• Πέθανε η Ολίβια Χάσεϊ: Θρήνος για την «Παναγία» του «Ιησού από τη Ναζαρέτ»
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις