Τα επτά παιδία θεωρούνταν νεκρά επί δύο ώρες, αφού δεν ανέπνεαν και οι καρδιές τους είχαν σταματήσει να λειτουργούν, όταν τα ανέσυραν οι διασώστες.
Με όλες τις πιθανότητες εναντίον τους, αφού είχαν πάθει βαριά υποθερμία, μεταφέρθηκαν στο Νοσοκομείο, παρ’ όλα αυτά οι γιατροί δεν εγκατέλειψαν τις ελπίδες τους, αφού στο παρελθόν αντιμετώπισαν παρόμοιο περιστατικό.
Το σχέδιο των γιατρών ήταν να ανεβάζουν κατά 1 βαθμό την θερμοκρασία του αίματος στο κάθε παιδί, ανά 10 λεπτά, μια διαδικασία που συνήθως γίνεται με μηχάνημα αιμοδιάλυσης που φιλτράρει το αίμα και το θερμαίνει σταδιακά.
Όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, μετά από τέσσερις ώρες οι καρδιές των παιδιών άρχισαν να ξαναχτυπούν. Είχαν κερδίσει τον δυσκολότερο αγώνα της ζωής τους…
«Τα παιδιά ήταν κλινικά νεκρά, αλλά επειδή η θερμοκρασία τους είχε πέσει τόσο πολύ ξέραμε ότι ίσως μπορούσαμε να τα επαναφέρουμε στη ζωή. Ότι είχαμε μια πιθανότητα. Πρέπει να είναι κανείς ζεστός για να πεθάνει», λέει ο δρ Wansche. Κι έξι ώρες μετά το δυστύχημα, οι καρδιές και των επτά μαθητών άρχισαν να ξαναχτυπούν.
Οκτώ χρόνια μετά κάποια από τους επιζώντες δεν έχουν ακόμη συνέλθει πλήρως, σωματικά και ψυχικά, από την τραγωδία. «Όταν φθάνεις τόσο κοντά στον θάνατο, τα πράγματα αλλάζουν. Μερικές φορές καταρρέω ψυχολογικά», λέει η Κάτριν (μια εκ των 7 μαθητών). «Αλλά είμαι πραγματικά ευτυχής που είμαι ζωντανή»…