Τη θέση ότι ο επικεφαλής των ανακριτών Παναγιώτης Κουντουρέσιης της έλεγε ότι η ίδια είναι "η σκάλα" που θα βοηθήσει την Αστυνομία να πιάσει τους πραγματικούς υπαίτιους της κατάρρευσης της κυπριακής οικονομίας και τους Ανώτατους Διευθυντές της Τράπεζας Κύπρου, εξέφρασε η Οικονομική Διευθύντρια της Τράπεζας Ελίζα Λειβαδιώτου, εκ των κατηγορουμένων στην 3η ποινική υπόθεση εναντίον στελεχών της τράπεζας που αφορά στην επαναταξινόμηση των ομολόγων.
Η κ. Λειβαδιώτου κατέθεσε σήμερα ως μάρτυρας ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, στο πλαίσιο εκδίκασης της προδικαστικής ένστασης που ήγειρε η υπεράσπιση των εναπομεινάντων κατηγορουμένων στην υπόθεση για κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.
Η κ. Λειβαδιώτου ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι κατά τη διάρκεια των ερευνών για την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας η ίδια βοήθησε ενεργά την Αστυνομία για να βρει έγγραφα και στοιχεία και χρησιμοποιήθηκε ως μάρτυρας κατηγορίας στις δύο πρώτες ποινικές υποθέσεις της τράπεζας. Γεγονός, όπως είπε, που της είχε δημιουργήσει εύλογη προσδοκία ότι η Αστυνομία θα την χρησιμοποιούσε και πάλι ως μάρτυρα κατηγορίας και στην 3η υπόθεση.
Είπε, επίσης, ότι οι διαβεβαιώσεις που της έδινε ο επικεφαλής των ανακριτών Παναγιώτης Κουντουρέσιης ότι η ίδια δεν ήταν στόχος των ερευνών, είχαν ως αποτέλεσμα να μην επικαλεσθεί τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα της, δηλαδή αυτά της σιωπής και της μη αυτοενοχοποίησης.
Διαβάζοντας τη γραπτή της δήλωση, ως μέρος της κυρίως εξέτασής της, η κ. Λειβαδιώτου είπε ότι στις 5 Νοεμβρίου 2014 έδωσε την πρώτη της κατάθεση στην ανακριτική ομάδα της Αστυνομίας που ερευνούσε την κατάρρευση της οικονομίας αναφορικά με την 1η ποινική υπόθεση της τράπεζας. Η κατάθεση της, όπως είπε, ήταν μακροσκελής και περιλάμβανε εκτενή συζήτηση για τα Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου(ΟΕΔ)
Ανέφερε ότι στις 28 Απριλίου 2015 έδωσε δεύτερη κατάθεση στην Αστυνομία αναφορικά με τη 2η ποινική υπόθεση που αφορούσε στην ολότητά της τα ΟΕΔ, ενώ στις 11 Μαΐου 2015 κλήθηκε και έδωσε συμπληρωματική κατάθεση για τη 2η ποινική υπόθεση, επίσης για τα ΟΕΔ.
Στις 12 Ιανουαρίου 2016, πρόσθεσε, άρχισε να δίδει κατάθεση στην Αστυνομία αναφορικά με την παρούσα 3η ποινική υπόθεση, η οποία διάρκεσε 4 μέρες. Όπως είπε, πριν την πρώτη της κατάθεση στην 3η ποινική υπόθεση «ουδέποτε μου ελέχθη από την Αστυνομία ή τη Νομική Υπηρεσία ότι ήμουν ύποπτη ή με οποιοδήποτε τρόπο εμπλεκόμενη στην ενδεχόμενη διάπραξη ποινικών αδικημάτων».
Είπε, επίσης, στις 12 Φεβρουαρίου έδωσε μαρτυρία στο δικαστήριο αναφορικά με την 1η ποινική υπόθεση, ενώ είχαν προηγηθεί δυο προπαρασκευαστικές συναντήσεις στη Νομική Υπηρεσία.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών για την οικονομία, ανέφερε η κ. Λειβαδιώτου, βοήθησε ενεργά την Αστυνομία να βρει έγγραφα και στοιχεία, κατόπιν παράκλησής της, αναφέροντας συγκεκριμένα παραδείγματα, «κάτι που δεν θα έπραττα αν γνώριζα ότι ήμουν εν δυνάμει ύποπτη για τη διάπραξη των αδικημάτων για τα οποία κατηγορούμαι στην παρούσα υπόθεση».
Στη μαρτυρία, της η κ. Λειβαδιώτου ανέφερε ότι προτού αρχίσει να δίνει κατάθεση στην Αστυνομία για την 3η ποινική υπόθεση, ο υπεύθυνος αστυνομικός Παναγιώτης Κουντουρέσιης της εξήγησε, όπως η ίδια είπε, ότι η Αστυνομία και η Εισαγγελία θέλουν να «πιάσουν» τους πραγματικούς υπαίτιους της κατάρρευσης της οικονομίας και ότι «εμείς πρέπει να τους βοηθήσουμε, δίνοντας τους τη σκάλα για να ανεβούν πάνω».
Είπε, επίσης, ότι ο κ. Κουντουρέσιης της ξεκαθάρισε ότι «ήξεραν ότι εμείς ήμασταν χαμηλόβαθμοι υπάλληλοι και ότι ήθελαν να πιάσουν τον κ. Ηλιάδη και την Ανώτατη Διεύθυνση της τράπεζας». «Μου έλεγε χαρακτηριστικά», είπε η κα. Λειβαδιώτου, ότι «εγώ είμαι η σκάλα που θα τους βοηθήσω να κατηγορήσουν τους Ανώτατους Διευθυντές».
Είπε, ακόμη, ότι κατά τη διάρκεια των καταθέσεων της τον Ιανουάριο του 2016, ο κ. Κουντουρέσιης της έλεγε επανειλημμένα ότι η ίδια δεν ήταν στόχος «και ότι ήθελαν από εμένα απλώς να καταθέσω και μεταγενέστερα να δώσω μαρτυρία στο Δικαστήριο[…]».
Όταν τον ρώτησε, ανέφερε, πως μπορεί η ίδια να είναι σίγουρη για αυτό, ζητώντας του να μην υπάρχει προειδοποίηση (caution), η κ. Λειβαδιώτου είπε ότι η απάντηση του κ. Κουντουρέσιη ήταν ότι δεν μπορούσε να αποσύρει το caution για διαδικαστικούς λόγους και ότι ο ίδιος ήταν Προϊστάμενος των Ανακριτών και πολύ έμπειρος «και άρα να τον εμπιστευθώ».
Ανέφερε ότι για να την πείσει, ο κ. Κουντουρέσιης της έδειξε μια σελίδα Α3 όπου ήταν σχεδιασμένη η ιεραρχία της Τράπεζας, εξηγώντας της ότι αυτοί που ήθελαν να πιάσουν ήταν αυτοί που βρίσκονταν πάνω από τη γραμμή που ξεχώριζε τους ανώτερους από τους πιο χαμηλά ιστάμενους υπάλληλους.
«Εγώ ήμουν ξεκάθαρα κάτω από εκείνη τη γραμμή όπως και άλλοι συνάδελφοι», ανέφερε, για να προσθέσει πως κάποιοι συνάδελφοι της ήταν ακριβώς πάνω στη γραμμή που, όπως της εξήγησε ο κ. Κουντουρέσιης, σήμαινε ότι δεν είχε αποφασιστεί ακόμη αν θα ήταν ή όχι κατηγορούμενοι.
Ανέφερε ακόμη ότι το γεγονός ότι χρησιμοποιήθηκε ως μάρτυρας κατηγορίας στις πρώτες δύο υποθέσεις της είχε δημιουργήσει «εύλογη προσδοκία ότι η Αστυνομία θα με χρησιμοποιούσε και πάλι ως μάρτυρα κατηγορίας, το οποίο ενισχύθηκε από τα λεχθέντα του κ. Κουντερέσιη».
Οι εν λόγω διαβεβαιώσεις του κ. Κουντουρέσιη, είπε, «είχαν ως αποτέλεσμα να μην επικαλεσθώ τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα μου της σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης».
Ανέφερε ακόμη ότι «χρησιμοποιήθηκα ως μάρτυρας κατηγορίας στις δύο πρώτες ποινικές υποθέσεις και μετά ως κατηγορούμενη στην παρούσα ποινική υπόθεση, παρόλο που και οι τρεις υποθέσεις είχαν την ίδια ή ουσιαστικά την ίδια βάση γεγονότων, δηλαδή τα Ελληνικά Ομόλογα, και ως εκ τούτου θα έπρεπε να αποτελέσουν μια ενιαία ποινική υπόθεση».
Ανέφερε ότι «έπρεπε από την πρώτη φορά που έδωσα κατάθεση στην Αστυνομία, δηλαδή στις 5.11.2014, να είχα προειδοποιηθεί ότι ενδεχόμενα να ήμουν ύποπτη για τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων, ούτως ώστε να μπορούσα από την αρχή να αποφασίσω για την άσκηση των συνταγματικών μου δικαιωμάτων…», προσθέτοντας ότι «ο κατακερματισμός μιας υπόθεσης σε τρεις ποινικές υποθέσεις είχε ως αποτέλεσμα τον δυσμενή επηρεασμό και στέρηση των συνταγματικών μου δικαιωμάτων».
Είπε ότι το γεγονός ότι ήταν μάρτυρας κατηγορίας σε δύο ποινικές υποθέσεις εναντίον πρώην συναδέλφων και του εργοδότη της και τώρα είναι κατηγορούμενη για τα ίδια ουσιαστικά θέματα «συνιστούσε και συνιστά τεράστια ψυχική δοκιμασία και ταλαιπωρία από την οποία έχω επηρεασθεί στη ζωή μου τόσο προσωπικά όσο και άλλως πως».
Είπε, επίσης, ότι είναι «αυτονόητο ότι λόγω της παρέλευσης των 9 και πλέον ετών από την κατ’ ισχυρισμό διάπραξη των ποινικών αδικημάτων η υπεράσπιση μου επηρεάζεται δυσμενώς».
Κατά την εξέτασή της από τη δικηγόρο της, Στέλλα Πολυβίου, και ερωτηθείσα πως αισθάνεται για όλη αυτή τη διαδικασία, η κ. Λειβαδιώτου, φανερά συγκινημένη, είπε ότι πάντοτε θεωρούσε τον εαυτό της άνθρωπο που προσπαθεί να κάνει το σωστό και το καλό, προσθέτοντας ότι η δίωξη της για την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας αποτελεί «μεγάλο βάρος» για την ίδια και την οικογένειά της.
Είπε ακόμη ότι επειδή βρίσκεται σε θέση που είναι εποπτευόμενη, χρειάζεται πολύ συχνά να εξηγεί τί είναι αυτή η υπόθεση και σε ποιό στάδιο βρίσκεται τόσο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσο και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της Αγγλίας.
Κατά την έναρξη της σημερινής διαδικασίας, ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής Νίνος Κέκκος ήγειρε ένσταση αναφορικά με κάποια σημεία της γραπτής δήλωσης της κ. Λειβαδιώτου, με αποτέλεσμα το δικαστήριο να ζητήσει την ολιγόλεπτη διακοπή της διαδικασίας για να αποφασίσει επί τούτου.
Το δικαστήριο αποφάσισε τελικά να αποδεχθεί εν μέρει την ένσταση της Κατηγορούσας Αρχής, κάνοντας μη αποδεκτή την αναφορά που εμπεριέχετο στη δήλωση της κ. Λειβαδιώτου, σύμφωνα με την οποία ο κ. Κουντουρέσιης της είχε αναφέρει ότι δεν θα την κατηγορούσαν.
Ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής υπέβαλε, επίσης, αίτημα όπως αναβληθεί η σημερινή διαδικασία αντεξέτασης της κ. Λειβαδιώτου προκειμένου να ενημερώσει τον Γενικό Εισαγγελέα για την εν λόγω απόφαση του δικαστηρίου και για το ενδεχόμενο άσκησης ένδικου μέσου εναντίον της απόφασης.
Παρά την ένσταση από την πλευρά της συνηγόρου υπεράσπισης της κατηγορούμενης, το δικαστήριο ενέκρινε το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής για αναβολή, επαναορίζοντας την υπόθεση για την Παρασκευή 18 Οκτωβρίου, στις 8.30 το πρωί, οπόταν θα γίνει η αντεξέταση.
Μετά την απαλλαγή και αθώωση των Ηλιάδη και Κυπρή, η διαδικασία συνεχίζεται για τους εναπομείναντες κατηγορούμενους και συγκεκριμένα για τους Χρίστη Χατζημιτσή, Νικόλα Καρυδά, Χριστόδουλο Πατσαλίδη, Ελίζα Λειβαδιώτου και Δέσποινα Κυριακίδου.
Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από το δικαστήριο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Από ΚΥΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις