Η απασχόληση είναι ένας κεντρικός δείκτης των επιτευγμάτων των ενήλικων στην κοινωνία μας. Πέραν της οικονομικής ασφάλειας, μια σταθερή εργασία επιτρέπει στα άτομα να είναι ανεξάρτητα και αυξάνει τη γενική αίσθηση της αξίας και της ατομικής ολοκλήρωσης τους. Παρόλη τη σημαντικότητα της εργασίας, η πρόσφατη βιβλιογραφία αναδεικνύει πολύ χαμηλότερα ποσοστά απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρία σε σχέση με τα άτομα χωρίς αναπηρία, αυξάνοντας έτσι τα υψηλά ποσοστά φτώχειας για τα άτομα με αναπηρία.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ-28), το ποσοστό απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία τα τελευταία χρόνια κυμαινόταν κοντά στο 25% σε σύγκριση με το 47% περίπου των ατόμων χωρίς αναπηρία, με τις μεγαλύτερες διαφορές να παρατηρούνται στις Κάτω Χώρες (43% των ατόμων με αναπηρία έχουν επαγγελματική απασχόληση, σε αντίθεση με το 80% των των ατόμων χωρίς αναπηρία), ενώ η μικρότερη διακύμανση ήταν στο Λουξεμβούργο με διαφορά μόλις 2%.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, μόνο το 25% των ατόμων με αναπηρία συμμετέχουν στην αγορά εργασίας, σε σχέση με το 75% του συνολικού πληθυσμού, αποδεικνείοντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι με αναπηρία είναι είτε άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα άτομα με αναπηρία αντιμετωπίζουν αριθμό προβλημάτων τόσο στην εξεύρεση εργασίας όσο και μεταγενέστερες διακρίσεις στο χώρο εργασίας, και εκτιμάται ότι το ήμισυ των ατόμων με αναπηρία λαμβάνουν μισθούς κοντά στο όριο της φτώχειας. Ομοίως, τα άτομα με μερική αναπηρία έχουν λιγότερες ευκαιρίες απασχόλησης σε υψηλότερες θέσεις (επαγγελματικές ή διευθυντικές), και κατά συνέπεια λιγότερες πιθανότητες να λαμβάνουν υψηλότερους μισθούς.
Επίσης, σύμφωνα με την Αμερικανική Στατιστική Υπηρεσία, σε παγκόσμιο επίπεδο και συγκριτικά με τα άτομα χωρίς αναπηρίες, τα άτομα με αναπηρίες έχουν περισσότερες πιθανότητες να απασχολούνται στις δυο χαμηλότερα αμειβόμενες κατηγορίες απασχόλησης, που είναι ο τομέας των υπηρεσιών (28.9%) και ο τομέας των διανομών και εργασίας σε εργοστάσια (31,5%). Ακόμα, δεδομένου του γεγονότος ότι τα άτομα με αναπηρία δυσκολεύονται να βρουν θέσεις εργασίας που θα τους επιτρέψουν να συμβάλουν στη λήψη αποφάσεων, οι εργαζόμενοι με αναπηρίες αντιμετωπίζουν πολύ περισσότερο την εποπτεία και τον έλεγχο σε σχέση με αυτούς τους εργαζόμενους χωρίς αναπηρίες. Διάφορες έρευνες επί τούτου δείχνουν ότι περίπου το ένα τρίτο των εργαζομένων με αναπηρία συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων (διευθυντικές θέσεις) (31%) σε σύγκριση με το ήμισυ σχεδόν των ατόμων χωρίς αναπηρία (47,2%).
Η επαγγελματική απασχόληση είναι ζωτικής σημασίας ειδικότερα για τα άτομα με αναπηρία, κυρίως για να μπορούν να έχουν μια αίσθηση αυτοικανοποίησης και αυτοεκτίμησης, συμβάλλοντας επίσης στην ευημερία της κοινωνίας τους. Ως εκ τούτου, εκτός από τα οικονομικά οφέλη και την ανεξαρτησία που απορρέουν από την επαγγελματική απασχόληση, τα άτομα με αναπηρία διατηρούν την ψυχολογική υγεία τους και το αίσθημα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Μια αξιοπρεπής εργασία συνοδευόμενη από καλές οικονομικές απολαβές οδηγεί στην εκπλήρωση των βασικών αναγκών επιβίωσης, των κοινωνικών αναγκών, και των προσωπικών στόχων, επηρεάζοντας την ψυχολογική σταθερότητα ενός ατόμου.
Πρόσφατες έρευνες, παρουσιάζουν κάποια σημαντικά αποτελέσματα όσον αφορά τις περιβαλλοντικές μεταβλητές και τις ευκαιρίες απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρίες. Συγκεκριμένα, το ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) και του Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης (HDI), δεν συσχετίζονται με το ποσοστό απασχόλησης των ατόμων με αναπηρίες, καταδεικνύοντας ότι η γενική οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας δεν επηρεάζει θετικά τις ευκαιρίες απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρίες. Ως εκ τούτου, η οικονομική κρίση, για παράδειγμα, δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για την αύξηση του ποσοστού ανεργίας για τους πολίτες με αναπηρία, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις της οικονομικής ανάκαμψης ή οικονομικής ευημερίας, το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με αναπηρία δεν μειώνεται.
Παρόλο που τα συνολικά ποσοστά απασχόλησης για τα άτομα με αναπηρίες έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αυτά εξακολουθούν να είναι χαμηλότερα σε σύγκριση με τα άτομα χωρίς αναπηρία. Για παράδειγμα, πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι το 70% των νεαρών ενηλίκων χωρίς αναπηρία μπορούν να βρουν εργασία εντός 4 ετών από την αποφοίτηση τους από το λύκειο, σε σύγκριση με το 50% των νεαρών ενηλίκων με αναπηρία. Αυτή η περιορισμένη προοπτική απασχόλησης και η περιορισμένη χρηματοπιστωτική σταθερότητα (ως συνέπεια των περιορισμένων προοπτικών) είναι μια δυσάρεστη πραγματικότητα για τα άτομα με αναπηρία και ειδικότερα τους νέους.
Το γεγονός αυτό απεικονίζεται από διάφορες έρευνες οι οποίες ορθώς προβάλλουν την αναπηρία ως ένα κοινωνικό ζήτημα, υποστηρίζοντας ότι η αναπηρία δεν είναι ένας ψυχικός ή σωματικός περιορισμός ενός ατόμου, αλλά είναι ένας περιορισμός των ευκαιριών των ατόμων με αναπηρία (λόγω των φυσικών και κοινωνικών εμποδίων) να είναι ισότιμα μέλη της κοινωνίας και της αγοράς εργασίας.
Δρ. Ανδρέας Θ. Πετάσης
Επίκουρος Καθηγητής
American College
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Μαθητής Δημοτικού στη Λευκωσία χτύπησε καθηγητές - Ενήμερη και η Υπουργός
• ExxonMobil: Προγραμματίζει νέες γεωτρήσεις σε τεμάχια 5 και 10 αρχές 2025
• Δύσκολες ώρες για παλαίμαχο ποδοσφαιριστή της Ομόνοιας - Έφυγε από την ζωή ο πατέρας του
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις