«Μου άρεσε», αρχίζει ο Β.Φ. –σε μια εποχή που οι άνθρωποι έχουν απαλλαγεί από κάθε αθωότητα–, «να μένω στο σπίτι του παππού μου, του Ανδρέα». Ανάμεσα στους ξυλοκόπους της Καραμανιάς και σ’ ένα «αμάν» τρεμάμενο της ψυχής, μια ανεπαίσθητη έκφανση του προγονικού τόπου, που φάνηκε ωστόσο ικανή να πυροδοτήσει το ανθρώπινο συναίσθημα, γίνεται αμέσως γενεσιουργός πράξη νοηματοδότησης του κόσμου.
H κληματαριά προς τη μεριά που ασημίζει το «θαλασσάκι» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η σωστή προέκταση του χώρου, προς τoν καημό Ιωνίας. Κι ό,τι κρατά ίσως στα χέρια του ο άνθρωπος είναι οι μνήμες οι παιδικές, οι αγαπημένες και εξωραϊσμένες από την απόσταση του χρόνου, που έρχονται να μερώσουν στην αγκαλιά μιας πικρής πατρίδας, μακρινής όσο και κοντινής: Σμύρνη-Γιαλούσα και στο ενδιάμεσο ένας συρφετός από δώματα καταποντισμένα, ανίκανα να προσανατολιστούν σε μια αλήθεια, μακριά από τον κόσμο της φθοράς.
Διαβάστε περισσότερα στον Κυπριακό Χρονογράφο
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
• Βέφα Αλεξιάδου: Πέθανε σε ηλικία 91 ετών η αγαπημένη μαγείρισσα
Ακολουθήστε το Tothemaonline.com στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις